Πρωταγωνιστής του τελευταίου βιβλίου του Δημήτρη Μεσορράχη είναι ένας κοινωνιολόγος, αν και κοινωνικά απομονωμένος, που διδάσκει στο πανεπιστήμιο της Λιθούπολης ως συμβασιούχος. Μια παράδοξη σειρά γεγονότων τον καθιστά παράγοντα με εξουσία και ισχύ σε μια πόλη που στα μάτια του μοιάζει έμπλεη ανορθολογισμού και παραλογισμού. Ο συγγραφέας παραδίδει μια ενδιαφέρουσα μελέτη χαρακτήρα, ακολουθώντας τα βήματα του τεχνοκράτη ήρωά του και καταγράφοντας τις σκέψεις και τις νοητικές ακροβασίες του, αλλά και τον αντίκτυπο που έχουν οι πράξεις του στους ανθρώπους γύρω του.
-Πώς θα συνοψίζατε το τελευταίο σας βιβλίο;
Το βιβλίο συνοψίζεται στην τελευταία του πρόταση: Ο θάνατος ενός τεχνοκράτη. Η κεντρική θεματολογία είναι η αλληλεπίδραση διαφορετικών ιδεών, αντιλήψεων και συμφερόντων.
-Ο πρωταγωνιστής της “Λιθούπολης” μοιάζει να σκέφτεται και να λειτουργεί ορθολογικά μέσα σε έναν παράλογο κόσμο. Ποια συνθήκη, εάν υπάρχει, μπορεί να καταστήσει ακραίο τον ορθό λόγο;
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Είναι αλήθεια ότι ο ορθός λόγος μπορεί υπό προϋποθέσεις να φτάσει σε δυσάρεστες ακρότητες, αλλά ας ξεκαθαρίσουμε ότι κάποιος που κινδυνεύει να πεθάνει από έλλειψη βιταμινών δεν θα ‘πρεπε να επικαλείται τις επιπτώσεις της υπερβιταμίνωσης για να υπερασπιστεί τις διατροφικές του εμμονές. Στο προκείμενο τώρα, η θεωρητική φυσική φτάνει συχνά σε δύσπεπτα αποτελέσματα, όπως για παράδειγμα το συμπέρασμα ότι κάτι μπορεί να παύει να υπάρχει όταν σταματάμε να το παρατηρούμε. Το πιο γνωστό παράδειγμα είναι η γάτα μέσα στην παγίδα του Σρέντιγκερ η οποία γάτα με βάση την κβαντική ερμηνεία της Κοπεγχάγης θα πρέπει όταν δεν την παρατηρούμε να είναι σε κατάσταση “ζόμπι”, νεκρή και ζωντανή ταυτόχρονα. Μια αυστηρή ορθολογική ανάλυση οδηγεί επίσης στο συμπέρασμα ότι η ελεύθερη βούληση του ανθρώπου δεν μπορεί να υπάρξει. Σύγχρονα πειράματα νευρολογίας τείνουν να επιβεβαιώσουν ότι οι άνθρωποι απλά ανακαλύπτουν τις αποφάσεις που έλαβε ο εγκέφαλος τους στο μαύρο κουτί του ασυνειδήτου, και μέσα σε δευτερόλεπτα τις οικειοποιούνται και τις βαφτίζουν αποτέλεσμα συνειδητής επιλογής και ανάλυσης. Ευτυχώς, τέτοια ακραία συμπεράσματα του ορθού λόγου έχουν επιπτώσεις μόνο στο φιλοσοφικό πεδίο. Πέρα από μερικές νύχτες αϋπνίας που θα προκαλέσουν σε κάποιο νεοφώτιστο, η δυσφορία δεν μπορεί να διαχυθεί στον πραγματικό κόσμο, ακριβώς επειδή ο ορθός λόγος βασίζεται και σέβεται απόλυτα την αντιληπτή πραγματικότητα.
Ο πραγματικός κίνδυνος εμφανίζεται όταν ο δογματισμός παρεισφρέει στον ορθό λόγο και ενίοτε φοράει το μανδύα του. Η τυφλή εμπιστοσύνη στον τρόπο που συλλέχτηκαν τα δεδομένα, που αναλύθηκαν, και που ερμηνεύτηκαν μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφικές αποφάσεις. Η δε εμμονική πίεση για περισσότερες επιστημονικές δημοσιεύσεις επιδεινώνει την κατάσταση καθώς οδηγεί σε αβλεψίες και ανακολουθίες και δημιουργεί έναν επιστημονικό πληθωρισμό. Ιδανικά, οι τεχνοκράτες θα πρέπει να αναγνωρίζουν τα όρια των δυνατοτήτων τους και στην ανάγκη να παραχωρούν το πηδάλιο στην εμπειρία, ή ακόμα και στη διαίσθηση. Όμως όσο λιγότερο εξαρτόμαστε από τη διαίσθηση τόσο περισσότερες πιθανότητες έχουμε να προοδεύσουμε.
-Ο Αριστείδης Καρράς είναι ένας τεχνοκράτης κοινωνιολόγος. Τι σκέψεις κάνετε για την αντίστιξη μεταξύ ανθρωπιστικών και θετικών επιστημών;
Κάποιοι λένε αστειευόμενοι πως η διαφορά είναι ότι οι θετικές επιστήμες με τρεις κανόνες εξηγούν το 90% των παρατηρήσεων, ενώ οι ανθρωπιστικές επιστήμες με 90 κανόνες εξηγούν το 3% των παρατηρήσεων. Η ανθρώπινη ψυχή είναι ένα αντίξοο περιβάλλον. Οι ερευνητικές αποστολές που προσπαθούν να τη χαρτογραφήσουν φτάνουν στα όρια των δυνατοτήτων τους. Η επιστημονική μέθοδος γρήγορα αρχίζει να ασφυκτιά και εκεί ακριβώς ελλοχεύει ο πειρασμός του δογματισμού. Τα αντικείμενα των ανθρωπιστικών επιστημών είναι δύσκολο να κωδικοποιηθούν. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αξίζει να προσπαθήσουμε αλλά ο τίτλος «επιστήμη» θα πρέπει να χρησιμοποιείται με επιφύλαξη αν τα φαινόμενα που μελετώνται δεν υπόκεινται σε σαφή και αντικειμενική ποσοτικοποίηση ή ταξινόμηση ή εν πάση περιπτώσει σε κάποιου είδους επαναληψιμότητα. Η χαλαρή χρήση του όρου «επιστήμη» είναι συχνή κερκόπορτα παραπληροφόρησης, εσκεμμένης ή μη.
-Δεδομένου ότι μέρος του βιβλίου μπορεί να ερμηνευθεί ως σχόλιο επί του πανεπιστημιακού γίγνεσθαι, τι πιστεύετε για το πανεπιστήμιο ως φορέα γνώσης; Ποιος ο ρόλος του σε μια κοινωνία στην οποία υπάρχει απεριόριστη πρόσβαση στην πληροφορία με το πάτημα ενός κουμπιού;
Τα πανεπιστήμια έχουν βασικά δυο λειτουργίες: Η μια είναι η δημιουργία γνώσης και η άλλη η μετάδοση της υπάρχουσας γνώσης, πάνω στην οποία πατάμε για να δημιουργήσουμε τη νέα. Ως προς το πρώτο σκέλος η απεριόριστη πρόσβαση στην πληροφορία είναι θείο δώρο. Ως προς την εκμάθηση της υπάρχουσας γνώσης πολλά πράγματα έχουν αλλάξει. Τα κορυφαία πανεπιστήμια του κόσμου δημοσιεύουν δωρεάν τις διαλέξεις των καθηγητών τους, γιατί το συγκριτικό πλεονέκτημα των κορυφαίων δεν είναι πια ότι κατέχουν τη γνώση αλλά ότι δημιουργούν και δίνουν πρόσβαση σε ένα κοινωνικό δίκτυο ικανότατων ανθρώπων: φοιτητών, αποφοίτων, καθηγητών, εταιριών κ.λπ. Αν δελεάσεις μια κρίσιμη μάζα ικανών ανθρώπων να συγκεντρωθούν σε μια οργάνωση τότε αρχίζει να δημιουργείται ένας αυτό-τροφοδοτούμενος πόλος έλξης αριστείας και ένας κύκλος αφορίας. Αυτό έχει συμβεί στα καλύτερα πανεπιστήμια. Δυστυχώς, σε πολλά πανεπιστήμια του κόσμου η διδακτέα ύλη εκτός από άμεσα διαθέσιμη στο διαδίκτυο είναι συχνά και άχρηστη στην κοινωνία. Στα πολυτεχνεία, για παράδειγμα, εκατοντάδες ώρες αφιερώνονται στην επίλυση διαφορικών εξισώσεων με το χέρι, χωρίς υπολογιστή, κάτι που εδώ και δεκαετίες είναι αδιανόητο στην εφαρμοσμένη έρευνα και μηχανική. Έτσι η πανεπιστημιακή εμπειρία καταλήγει να είναι απλώς μια πνευματική γυμναστική, ανάλογης αξίας με την επίλυση sudoku. Φτάνουμε λοιπόν να έχουμε αποφοίτους χωρίς φυσική αντίληψη της γνώσης που έλαβαν, και αυτό είναι σαφέστατα μια χαμένη ευκαιρία. Η δια ζώσης αλληλεπίδραση με έναν καθηγητή μπορεί να επιταχύνει την ανάπτυξη φυσικής αντίληψης σε σχέση με την παρακολούθηση μιας διάλεξης (στο αμφιθέατρο ή το PC). Για να γίνει αυτό χρειαζόμαστε καθηγητές που να μπορούν να σερβίρουν τη γνώση με πολλούς τρόπους ώστε κάθε φοιτητής να βρει τα υλικά που εμπιστεύεται για να χτίσει την προσωπική του αντίληψη. Τέλος, η διαδικτυακή πρόσβαση στη γνώση δεν έρχεται συστημένη, αλλά διάσπαρτη μέσα στην τεράστια χωματερή του διαδικτύου. Άρα είναι απαραίτητο να αναπτύξουμε όλοι ικανότητες αναζήτησης και φιλτραρίσματος πληροφοριών. Αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να ξεκινάει από το σχολείο και να συνεχίζεται στο πανεπιστήμιο.
-Πόσο μεγάλη διαφορά μπορεί να κάνει ένα άτομο σε μια θέση εξουσίας;
Ευτυχώς η δημοκρατία φροντίζει ώστε η εξουσία να εναλλάσσεται και να ελέγχεται από κάποιον μέσο όρο. Αυτό περιορίζει τη σημασία του Ενός. Ωστόσο, σε ορισμένες κρίσιμες στιγμές, οι επιλογές ενός ηγέτη μπορεί να είναι καθοριστικές.
-Πιστεύετε ότι είναι εφικτό η στατιστική να αποδώσει την αλήθεια;
Δεν ξέρω πώς φαντάζεστε εσείς την αλήθεια. Οι φιλόσοφοι πάντως δεν έχουν συμφωνήσει μεταξύ τους. Ίσως θα ήταν σκόπιμο να χρησιμοποιήσουμε αντ’ αυτής την έννοια της επαλήθευσης: Υπάρχουν κυριολεκτικά χιλιάδες θεωρίες που θα μπορούσαν να εξηγήσουν τα γεγονότα που έχουν ήδη συμβεί. Ωστόσο οι περισσότερες θα ήταν «μετά Χριστόν προφητείες». Για να έχει μια θεωρία αξία πρέπει να μπορεί να επαληθευτεί, δηλαδή να παράγει επιτυχείς προβλέψεις. Η στατιστική είναι ένα βασικό εργαλείο που μας βοηθάει να πετύχουμε τέτοιες προβλέψεις. Κάθε άνθρωπος βασίζεται σε μια υποσυνείδητη στατιστική για να λάβει αποφάσεις. Η μαθηματική προτυποποίηση αυτής της διαδικασίας ήταν ένα τεράστιο κοινωνικό επίτευγμα. Βεβαίως πολλά πράγματα μπορούν να πάνε στραβά: Στη συλλογή των δεδομένων, στην επεξεργασία τους, και φυσικά στην ερμηνεία τους. Ένας πωλητής εμφιαλωμένου νερού στη Λιθούπολη μπορεί να επικαλεστεί αληθώς ότι το 95% όσων εμφάνισαν τριχόπτωση έπιναν νερό βρύσης. Κάποιος στατιστικά απαίδευτος μπορεί αυτό να το ερμηνεύσει ως απόδειξη ότι το νερό βρύσης προκαλεί τριχόπτωση και να πεισθεί να αγοράσει εμφιαλωμένο για να προστατέψει την φθίνουσα κόμη του. Αν η στατιστική δεν γίνει σωστά θα οδηγήσει σε προβλέψεις με βαθμό επιτυχίας αντίστοιχο της καφεμαντείας. Αλλά το γεγονός ότι συνεχίζουμε να χρησιμοποιούμε τη στατιστική και αντικαταστήσαμε τους χρησμούς με κλινικές δοκιμές, οφείλεται στο ότι πραγματικά μας βοηθάει να προβλέπουμε και να λύνουμε προβλήματα, αλλιώς θα την είχαμε εγκαταλείψει.
Διαβάστε επίσης:
Λιθούπολη: Το βιβλίο του Δημήτρη Μεσορράχη για έναν αντικοινωνικό κοινωνιολόγο