Όταν τα πάντα γύρω καταρρέουν, πρέπει οπωσδήποτε να επαναπροσδιοριστούν. Πολλές φορές να ξεκινήσουν από την αρχή, αφού πρώτα έχουν μετατραπεί στα «εξ ων συνετέθησαν»…
… Να βασίσουμε μια νέα αρχή, στην πρώτη μας ύλη. Όποια και αν είναι αυτή.
Συνέντευξη: Νώντας Δουζίνας
Όταν τα πάντα γύρω καταρρέουν, πρέπει οπωσδήποτε να επαναπροσδιοριστούν. Πολλές φορές να ξεκινήσουν από την αρχή, αφού πρώτα έχουν μετατραπεί στα «εξ ων συνετέθησαν». Να βασίσουμε μια νέα αρχή, στην πρώτη μας ύλη. Όποια και αν είναι αυτή.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Σε αυτή τη βάση και σε συνδυασμό με το θέμα του τεύχους μας, που είναι ο χορός, μια φιλική συζήτηση ή πιο επίσημα συνέντευξη με το Δημήτρη Παπαϊωάννου, ήταν ιδιαίτερα χρήσιμη. Πολλώ δε μάλλον, όταν η νέα του παράσταση, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, φέρει τον τίτλο «Πρώτη Ύλη».
Culturenow Mag: Από τα εικαστικά στο χορό. Πώς έγινε το βήμα από μια τέχνη στην άλλη; Είναι αυτό μια μετάβαση ή όχι;
Δημήτρης Παπαϊωάννου: Το βήμα έγινε εύκολα και αυτόματα. Εκ των υστέρων έμαθα ότι οι τέχνες αυτές είναι συνδεδεμένες,στην ιστορία του 20ού αιώνα τα εικαστικά τροφοδότησαν το χορό, με ιδέες πιο ρηξικέλευθες από αυτές που η ίδια η μουσική είχε δώσει. Aυτό που τώρα ονομάζουμε performance art και dancing είναι μπλεγμένα- ευτυχώς!Οπότε φαίνεται ότι η μετάβαση για μένα είναι εύκολη. Δεν το συζήτησα με τον εαυτό μου καθόλου, δεν ήμουν ούτε στην ηλικία ούτε είχα τη γνώση να αναρωτηθώ, απλώs συνέβη. Είχα το ψώνιο να ασχοληθώ με κάτι που έχει σχέση με τη σκηνή. Ο χορός φυσικά με κολάκευε, είναι ευχάριστο να βρεθείς σε κάποια μαθήματα και να σου πουν ότι μπορείς να χορεύεις. Όλους μας κολακεύει αυτό, είναι κάπως σαν τον αθλητισμό. Χώθηκα εκεί μέσα και γρήγορα ανακάλυψα ότι αυτό που φανταζόμουν και σχεδίαζα στα κόμικς μου, μπορούσα να το δημιουργήσω τρισδιάστατο, ζωντανό. Απορροφήθηκα σιγά σιγά. Δεν είναι άρα συνειδητή επιλογή, βρήκα τo κάρμα μου. Δεν είναι ακριβώς μετάβαση τέχνης, είναι ανεύρεση πραγματικής καλλιτεχνικής ταυτότητας. Κάπως έτσι πάει.
Cul. N. Mag.: Οι δουλειές σας έχουν πολύ έντονο το εικαστικό στοιχείο. Εσείς πως θα προσδιορίζατε τον εαυτό σας ως καλλιτέχνης;
Δ.Π.: Είναι μια δύσκολη ερώτηση και λυπάμαι που την απευθύνεις σε εμένα. Eγώ δε θα μπω στον κόπο να προσδιορίσω τον εαυτό μου σαν καλλιτέχνη. Μπαίνω στον κόπο να κάνω ότι είναι δυνατόν καλύτερο. Αυτό είναι δουλειά άλλων ανθρώπων, που σπουδάζουν ιστορία της τέχνης ή είναι θεωρητικοί. Ας με προσδιορίσουν αυτοί. Εγώ κάνω μια εργασία που έχω προφανώς ανάγκη να την κάνω και που έτυχε να έχει αποδοχή τέτοια που να μου δίνει τη δυνατότητα να δοκιμάζω και άλλα πράγματα. Bλέποντας και κάνοντας. Οπότε δεν ξέρω, δεν απαντώ.
Cul. N. Mag.: Ο σύγχρονος χορός στην Ελλάδα έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια. Πού νομίζετε ότι οφείλεται αυτό;
Δ.Π.: Σιγά την άνθηση. Πριν 20 χρόνια κάτι άρχισε να φαίνεται. Αυτό ξεφούσκωσε. Tώρα τι έχουμε; 3-4 ανήσυχες ομάδες, μέσα σε σωρό μετριότητας μια σπουδαία χορογράφο, την Κατερίνα Παπαγεωργίου που κάνει κάτι τελείως διαφορετικό από όλους τους άλλους και τέλειωσε η λίστα μου. Ο χορός γενικά έχει έρθει πιο κοντά στον κόσμο. Όχι ο ελληνικός χορός. Μήπως μπλέκουμε τα πράγματα με το Ελληνικό Φεστιβάλ; Γιατί το Ελληνικό Φεστιβάλ μαζί με το Φεστιβάλ Καλαμάτας, έφεραν το σύγχρονο χορό κοντά στους Έλληνες. Οι ελληνικές ομάδες είναι ΟΚ, αλλά δεν έχουμε άνθηση. Έχουμε όμως ένα πλησίασμα του πνεύματος του σύγχρονου χορού στο ελληνικό κοινό και αυτό οφείλεται στο Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας και στο Φεστιβάλ Αθηνών και σε μερικές ομάδες που έκαναν το update. Στην εποχή μου ήταν λίγκρες, παπουτσάκια, κότσοι κλπ., μετά άρχισαν σιγά-σιγά να γίνονται τα πράγματα πιο ενδιαφέροντα.
Cul. N. Mag.: Μεταξύ άλλων έχετε διαπρέψει και στο εξωτερικό.
Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για έναν καλλιτέχνη να φανεί στο εξωτερικό;
Τι είναι διαφορετικό, αν συγκρίνουμε την Ελλάδα με το εξωτερικό.
Δ.Π.: Πρώτο λάθος! Δεν έχω διαπρέψει στο εξωτερικό καθόλου. Θα ήμουν πολύ χαρούμενος αν είχα διαπρέψει στο εξωτερικό. Είναι μια ευκαιρία την οποία δεν έδωσα στον εαυτό μου. Μόνο έτυχε να κάνω μια τελετή έναρξης Ολυμπιακών Αγώνων και έτσι έμαθαν οι περισσότεροι άνθρωποι ποιος είμαι και είχαμε κάνει και ένα σουξέ με την Ομάδα Εδάφους: τη Μήδεια, που κάποτε περιοδεύσαμε στον κόσμο και πήρε πολύ καλές κριτικές. Δεν ακολούθησε κάτι άλλο. Θέλω να πω ότι δεν είναι αυτό που λέμε, διέπρεψα στο εξωτερικό. Εκείνο που είναι διαφορετικό σε αρκετές χώρες το οποίο δεν το έχω ζήσει αλλά το ακούω, είναι ότι υπάρχει ένα είδος συστήματος που βοηθά τις καινούργιες φωνές που πάνε να διαμορφωθούν. Υπάρχει δηλαδή μια αγορά η οποία δεν έχει να κάνει ακριβώς με οικονομικές διαστάσεις, αλλά διαχειρίζεται τον πνευματικό πλούτο. Οπότε χώρες όπως το Βέλγιο ή η Γερμανία τώρα στο Βερολίνο, επενδύουν στο ότι θέλουν να είναι η φωλιά που θα βγάλει τα καινούργια πνεύματα. Πουλάνε δηλαδή μούρη με αυτό τον τρόπο, δίνοντας την ευκαιρία στον πολιτισμό να αναπτυχθεί, το οποίο είναι υπέροχο και χρήσιμο. Eπίσης είναι χώρες που διαμόρφωσαν κοινό, (που τώρα το Φεστιβάλ Αθηνών διαμορφώνει και στην Ελλάδα), με κριτική σκέψη και ενημέρωση.
Cul. N. Mag.: Μιλήστε μας για την τωρινή σας παράσταση (Πρώτη Ύλη για το Φεστιβάλ Αθηνών). Μετά από καιρό συμμετέχετε και εσείς στην παράσταση (μετά από 10 χρόνια). Πώς πήρατε αυτή την απόφαση;
Δ.Π.: Είμαι και εγώ μέσα σε αυτή την δύσκολη εποχή, όπου ένα από τα ζητήματα είναι, ποιο είναι το περισσότερο που μπορεί να κάνει κανείς, με τα λιγότερα. Ένα από τα βασικά πράγματα που έχει κανείς –αν το έχει -είναι ο εαυτός του. Δηλαδή αν ξεκινήσει κανείς από το μηδέν για να φτιάξει κάτι. Εγώ έβαλα μέσα τον εαυτό μου, πήγα στην αποθήκη μου και πήρα 3 πράγματα και είπα: «Ωραία, μπορείς να κάνεις τώρα κάτι με αυτά; Χωρίς να προσλάβεις κανέναν, χωρίς να κατασκευάσεις τίποτα;». Από εκεί ξεκίνησε και η δική μου συμμετοχή σε αυτό. Δηλαδή πίσω στη βάση, όπως αναγκαζόμαστε όλοι, πίσω στα βασικά, πίσω στα πράγματα που μπορούν να δημιουργηθούν τζάμπα, με ελάχιστα υλικά. Το θέμα λοιπόν είναι με πόσα λιγότερα μπορεί να παραχθεί η μάξιμουμ μαγεία και ποίηση. Ένα από τα λιγότερα που έχει κανείς είναι ο εαυτός του. Ζήτησα και στοn Tadue Liesenfeld που έχουμε συνεργαστεί στα τρία τελευταία μου έργα, αν έχει τη διάθεση να παίξουμε. Μου είπε ναι, αρχίσαμε, χωρίς προσλήψεις, τίποτα, σε μια αποθήκη που έχω και από αυτό που κάναμε άρχισε να γεννιέται κάτι και μετά το είπα στο Γιώργο Λούκο. Κάτι γίνεται, σε ενδιαφέρει; Μου είπε ΟΚ, του είπα πως ξέρω πως δεν υπάρχουν λεφτά, δεν πειράζει… Και έτσι έγινε σιγά σιγά η ΠΡΩΤΗ ΥΛΗ. Δηλαδή είναι μια άσκηση, για το πόσο ζουμί μπορεί να βγάλει κανείς μόνο από το ταλέντο, αν είναι δυνατόν. Θα κριθούμε πάνω σε αυτό.
InfoΟ Δημήτρης Παπαϊωάννου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1964. Μαθήτευσε στη ζωγραφική πλάι στον Γιάννη Τσαρούχη και σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Έγινε αρχικά γνωστός από τα κόμικς και την ζωγραφική του. Μυήθηκε στον σύγχρονο χορό και σχεδίασε σκηνικά, κοστούμια, φωτισμούς και μακιγιάζ. Ιδρυτικό μέλος της Ομάδας Εδάφους (1986-2002), συνέλαβε, και χορογράφησε 17 παραγωγές της, παίρνοντας μέρος σαν ερμηνευτής σε 12 απ’ αυτές. Έχει σκηνοθετήσει όπερες και μουσικά θεάματα. Το 2004 σχεδίασε και σκηνοθέτησε την Τελετή Έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας. Το 2006 παρουσίασε το «2» , εγκαινιάζοντας το θέατρο Παλλάς, το 2008 την «ΜΗΔΕΙΑ2» – αναβίωση της ΜΗΔΕΙΑΣ που δημιούργησε για την Ομάδα Εδάφους το 1993 – και το 2009 το «ΠΟΥΘΕΝΑ»,εγκαινιάζοντας την Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Το 2010 βρέθηκε στην Νέα Υόρκη με υποτροφία του Ιδρύματος Fulbright και επιστρέφοντας σκηνοθέτησε την ζωντανή παρουσίαση των τραγουδιών της Λένας Πλάτωνος, σε ποίηση του Καβάφη με τίτλο Κ.Κ. Τo 2011 δημιούργησε την θεατρική εγκατάσταση «ΜΕΣΑ».