Είναι πλέον διαδεδομένο πως η σύγχρονη λογοτεχνική εποχή δεν μας έχει δώσει και τα καλύτερα δείγματα αξιοπιστίας ως προς το αποτέλεσμα της …
Του Γιάννη Αντωνιάδη
γραφής για κάποιον που έχει επιβεβαιωμένη την επιτυχία ενός βιβλίου ευπώλητου και αναγνωρισμένου.
Και θα αναρωτηθείτε που το πάω με αυτήν μου την φράση. Μην τρομάζετε, εξηγούμαι κατευθείαν. Όσοι διαβάσατε το βιβλίο Μέρες Αλεξάνδρειας του Δημήτρη Στεφανάκη θα έχετε καταλάβει πως γράφονται ακόμα καλά βιβλία που μας ανταμείβουν και μας συγκινούν όχι με την δραματική και επιφανειακή έννοια, αλλά με την έννοια πως μας πληρώνουν πίσω το αντίτιμο που καταθέσαμε για να το αγοράσουμε, με λίγα λόγια διασκεδάζουμε την ανάγνωση και δεν μετανιώνουμε για την επένδυσή μας.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Αυτή η διευκρίνιση είναι άκρως αναγκαία όταν μετά από ένα βιβλίο όπως το Μέρες Αλεξάνδρειας, το οποίο απέσπασε δύο διεθνή βραβεία βιβλίου (Διεθνές βραβείο Καβάφη και Prix Mediterrannee Etranger το 2011) και μεταφράστηκε σε τρεις ξένες γλώσσες (γαλλικά, ισπανικά και αραβικά), ο συγγραφέας αυτός με την στόφα κλασσικής λογοτεχνίας επανέρχεται με ένα βιβλίο όχι μόνο ισάξιο του προηγούμενου αλλά ακόμα πιο ώριμου, πιο μεστού και πιο ατμοσφαιρικού γιατί ο όρος ιστορικού δεν μου ταιριάζει. Αυτό το βιβλίο που θα σας παρουσιάσω ευθύς αμέσως, το Φιλμ νουάρ, έρχεται απλά να επιβεβαιώσει πως τίποτα δεν γίνεται τυχαία.
Διαβάζοντας το ήδη από τις πρώτες σελίδες κατάλαβα πως έχω να κάνω με μία συνέχεια. Η διατήρηση ενός συγγραφέα σε υψηλά επίπεδα έκφρασης είναι και το δύσκολο. Πολύ περισσότερο όταν η γραφή που συναντάμε είναι ακόμα πιο ρευστή και θα τολμούσα να πω καθηλωτική για τον αναγνώστη και οι διάλογοι ακόμα πιο εύστροφοι και με μία δόση καλοδουλεμένου χιούμορ που δεν συναντήσαμε τόσο στο προηγούμενο. Η πλοκή του βιβλίου διαδραματίζεται πάνω κάτω στην ίδια περίοδο με τις Μέρες Αλεξάνδρειας μόνο που αυτήν την φορά εκτυλίσσεται σε άλλη πολιτισμική σφαίρα και μακριά από τον ελλαδικό χώρο, αφορά όμως σε ένα πρόσωπο πολύ αμφιλεγόμενο, σκοτεινό και γιατί όχι μυστηριώδες ως προς την δράση του. Αυτός στον οποίο αναφέρομαι δεν είναι άλλος από τον Βασίλειο Ζαχάρωφ. Έλληνας, Γάλλος, Ρώσος ή υπήκοος κάποιας άλλης χώρας; Μάλλον προς Έλληνα της ομογένειας θα έκλινα. Θα πούμε σίγουρα πως πρόκειται για έναν άνθρωπο με πολλαπλές ταυτότητες, εγκεφαλικό, με DNA που σίγουρα παραπέμπει σε Έλληνα της διασποράς. Αυτός ο άνθρωπος, ο έμπορος όπλων, ο ευφυής, ο διαφθορέας, ο διπλωμάτης, ο ικανός, χειραγωγούσε πρόσωπα και όριζε καταστάσεις στα τέλη του 19ου αιώνα και μέχρι και το ξέσπασμα του δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου.
Ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος με τον πολύκροτο βίο μίας μεγαλοφυΐας προς το καλό ή προς το κακό, η οποία έλυνε και έδενε όπως λένε λαϊκά στις κατακόμβες της παγκόσμιας ιστορίας και διπλωματίας συναναστρεφόμενος μεγάλες προσωπικότητες κύρους και εμβέλειας όπως ο Ζορζ Κλεμανσό (Γάλλος πρωθυπουργός), ο Λόυντ Τζόρτζ (Άγγλος πρωθυπουργός) και ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Στα σαλόνια των αρχηγών αυτών σύχναζε, με αυτούς έτρωγε και έπινε, την γνώμη του με το αζημίωτο παρείχε, συμφωνίες για εμπόριο όπλων πάνω και κάτω από το τραπέζι έκλεινε και σε κάθε περίπτωση το άτομό του ήταν παρόν σε συζητήσεις που έκρυβαν ρίσκο και απαιτούσαν εκ μέρους του ειδικές αποστολές για να πετύχει με θράσος, επιμονή αλλά και ταλέντο αναγνωρισμένο όλα αυτά για τα οποία έμεινε γνωστός στην ιστορία. Χρηματοδότησε σύμφωνα με ιστορικές πηγές μέχρι και την Μικρασιατική εκστρατεία με τέσσερα εκατομμύρια λίρες και κάθε φορά έπασχε με την Ελλάδα που χρεοκοπούσε, που πληγωνόταν από τα δεινά του πολέμου και από τις άκομψες και μικροκομματικές πολιτικές των εκάστοτε Ελλήνων ηγετών, οι οποίοι έλαμπαν δια της ανικανότητάς τους να την εκπροσωπήσουν και να δικαιώσουν την θέση της.
Ο Ζαχάρωφ, αν και σκληρός και δύστροπος άνθρωπος, έκρυβε μία ρομαντικότητα και μία ευαισθησία όχι τόσο για τις γυναίκες που πέρασαν από την ζωή του όσο για την Ελλάδα, την οποία πάντα σκεφτόταν και πονούσε έστω και αν ζούσε μακριά από τα πάτρια εδάφη. Ωστόσο αυτή του η αγάπη δεν αναιρεί το ύπουλο του χαρακτήρα του, το μεγαλείο της ανήθικης πολλές φορές συμπεριφοράς του που μπροστά στα συμφέροντα του όταν απειλούνταν μαστίγωνε κάθε είδος δικαίου για να ικανοποιήσει τον εγωισμό του και την λατρεία του για επιτυχία και εξουσία.
Αλλά και αυτό απαιτεί πολύ μεγάλο ταλέντο: το να χρησιμοποιήσεις την δύναμη που σου έδωσε η φύση για το καλό ή το κακό ή και τα δύο αλλά έχοντας πλήρη επίγνωση πάντοτε του τι κάνεις. Όπως είναι λογικό για μία τέτοια προσωπικότητα, είχε φανατικούς φίλους ή ίσως και περισσότερους άσπονδους εχθρούς και μέσα από την ανάγνωση του βιβλίου θα καταλάβουμε πως από τύχη γλίτωσε την δολοφονία του σε έναν δρόμο του Παρισιού όταν η σφαίρα πέρασε ξυστά και τραυμάτισε τον οδηγό του. Αλλά αυτό ήταν μέρος του παιχνιδιού και το ήξερε και το αποδεχόταν. Αυτός ο σκοτεινός ιππότης των περίεργων και «βρώμικων» υποθέσεων μετατρέπεται σε άσπρο καβαλάρη, ο οποίος ενσαρκώνεται μέσα από την αφήγηση του Στεφανάκη και ο τελευταίος με στοιχεία μυθοπλασίας αλλά και βασισμένος σε αρχεία μυστικών υπηρεσιών ξεδιπλώνει όλο το φάσμα των απρόβλεπτων γεγονότων εκείνης της μαύρης περιόδου για την ευρωπαϊκή ήπειρο.
Αυτός δεν είναι και ένας από τους σπουδαιότερους ρόλους ενός συγγραφέα που του έδωσε η φύση την δύναμη της γραφής? Μέσα από ένα μυθιστόρημα να μας κάνει να διαβάσουμε την ιστορία μίας εποχής που αλλιώς θα μας ήταν πολύ βαρετό;
Οι ίντριγκες και οι δολοπλοκίες του ανδρός αυτού ξαναζωντανεύουν εν έτει 1939 μέσα από τον Μιγκέλ Θαραμπόν, έναν Ισπανό αναρχικό, ο οποίος τύχαινε να είναι στενός φίλος του Βασίλειου και γνώριζε άγνωστες πτυχές των σκοτεινών δραστηριοτήτων του καθώς και λεπτομέρειες της ιδιαίτερα πλούσιας ερωτικής και συναισθηματικής του ζωής. Αυτές τις πληροφορίες θέλει να αντλήσει και να καταγράψει ο φιλόδοξος Φιλίπ Τεμπό, νεαρος Γάλλος δημοσιογράφος, ο παππούς του οποίου γνώριζε επίσης τι εστί Βασίλειος Ζαχάρωφ και με αφορμή ένα άρθρο που καλείται να γράψει για την εφημερίδα στην οποία εργάζεται ζητάει από τον Μιγκέλ Θαραμπόν να τον καθοδηγήσει στα μονοπάτια της ιστορίας και της πολιτικής.
Είναι λογικό σε μία έντονη προσωπικότητα σαν και αυτήν να «αναζητήσουμε την γυναίκα»: το βιβλίο εξιχνιάζει τον μεγάλο έρωτα του Βασίλη Ζαχάρωφ με την Μαρία ντελ Πιλάρ, μία Ισπανίδα δούκισσα που τον στοιχειώνει, πράγμα πρωτόγνωρο για τον δύσκολο στα ερωτικά θέματα Βασίλειο. Με αυτήν την γυναίκα-πλανεύτρα θα βιώσει μία άλλη πραγματικότητα, θα ζήσει μία σχέση πάθους, μίσους και έντονων συναισθημάτων και όλη αυτή η αύρα που σας περιγράφω είναι έκδηλη στους διαλόγους που ανταλλάσσουν οι δύο εραστές.
Είναι πραγματικά ένα μυθιστόρημα που έχει όλα τα στοιχεία ανατροπής, κατασκοπείας, ιστορίας και ερωτισμού που συνδυάζουν μία πολυμορφία, μεταφέρουν τον αναγνώστη σε κάτι διαφορετικό, ασυνήθιστο και νοσταλγικό σε μία εποχή που είχε πολλά να μας διδάξει και που δυστυχώς ή ευτυχώς κάποια γεγονότα ιστορικά επαναλαμβάνονται ακόμα και σήμερα.
Αν θεωρήσω πως εξάντλησα τα του Ζαχάρωφ – αν είναι δυνατόν – θέλω να γυρίσω στον συγγραφέα. Ο Δημήτρης Στεφανάκης με τα δύο αυτά βιβλία συγκεκριμενοποιεί πλέον την γραφή του, αποκτά στέρεη βάση στο λογοτεχνικό στερέωμα και απόδειξη αυτού είναι πως το βιβλίο μεταφράζεται ήδη στα γαλλικά γιατί είναι άξιο τέτοια βιβλία να ταξιδεύουν στο εξωτερικό και μαζί να ταξιδεύει η Ελλάδα της δημιουργίας και της ποιοτικής λογοτεχνίας. Το μόνο που έχω να σας μεταφέρω ως ευχή είναι να ρουφήξετε το Φιλμ νουάρ όσο περισσότερο μπορείτε, να μπείτε στο κινηματογραφικό του γίγνεσθαι και να νιώσετε τον παλμό της πλοκής. Με λίγα λόγια βουτήξτε στην ιστορία, απολαύστε την χωρίς ανάσα και διδαχθείτε: η έντονη προσωπικότητα μπορεί να εκδηλώνεται θετικά ή αρνητικά. Ο νόμος της ελευθερίας λειτουργεί!