Με μεγάλη χαρά πραγματοποιήθηκαν χθες (25 Ιουνίου 2024) στο Μουσείο Ακρόπολης, τα επίσημα εγκαίνια του «Μουσείου της Ανασκαφής». Στις νότιες παρυφές του χώρου της ανασκαφής του Μουσείου έχει δημιουργηθεί ένα πρωτοποριακό περιβάλλον που στεγάζει 1.150 αντικείμενα, από τα χιλιάδες που άφησαν πίσω τους οι άνθρωποι που έζησαν εδώ για περισσότερο από 4.500 χρόνια.

Το «Μουσείο της Ανασκαφής» είναι ανοιχτό για το κοινό από σήμερα 26 Ιουνίου 2024.

Από την Ομιλία Γενικού Διευθυντή Μουσείου Ακρόπολης, Καθηγητή Νικόλαου Χρ. Σταμπολίδη:

“Το Μουσείο της ανασκαφής” ή “το Μουσείο κάτω από το Μουσείο”

Μια γειτονιά αυτής της πόλης, της Αθήνας, είναι κι αυτή στην οποία βρισκόμαστε όλοι απόψε εδώ, να ψηλαφήσουμε, σαν τον “βασιλιά της Ασίνης”, την αφή των ανθρώπων πάνω στις πέτρες, σε ερείπια ζωής που μετρά σε βάθος τεσσερισήμισι χιλιάδες (4.500) χρόνια.

Στα επάλληλα στρώματα κατοίκησής της να διαβάσουμε -ο καθένας με το μέτρο και τον τρόπο του- αυτά που οι αρχαιολόγοι, ως άλλοι χειρουργοί, έφεραν στο φως από το σώμα της γης κι απ’ το βάθος του χρόνου.

Για να παραλλάξω αισιόδοξα του στίχους τους Μ. Αναγνωστάκη: να ζωντανέψω τους ίσκιους των σπιτιών και να περπατήσω πάνω σε δρόμους παλιούς, σε μια πόλη που δεν είναι νεκρή αλλά την ανασυνθέτει κανείς στη φαντασία του, μέσα από τα υλικά της κατάλοιπα, αντικείμενα και σπαράγματα έργων: αγάλματα, ανάγλυφα, αγγεία, τερακότες, νομίσματα, κοσμήματα και παιχνίδια: από πηλό, πέτρα και μάρμαρο, γυαλί κι ελεφαντόδοντο, χαλκό και ασήμι…

1150 (χίλια εκατόν πενήντα) αντικείμενα σε μια προθήκη μήκους 35 μέτρων που μοιάζει με φωτεινή ρωγμή του χρόνου, σαν σχισμή στον χώρο και σαν τελευταίο στρώμα πάνω στα αρχαιολογικά στρώματα της ανασκαφής, που βλέπετε γύρω σας.

Κατόπιν συνεχίζεται με μια προθήκη, η οποία φιλοξενεί μνήμες από την καταστροφή της Αθήνας από τον Σύλλα το 86 π.Χ.

Το πέρας του Μουσείου της ανασκαφής ορίζεται από μια περίκλειστη αίθουσα με αγάλματα και ανάγλυφα θεών και ανθρώπων:Αθηνές, Αρτέμιδες, Κυβέλες, Αφροδίτες και Ασκληπιούς, θεούς κοντά στους Αθηναίους και στις επικλήσεις τους για την προστασία της πόλης, για την ανάπτυξη των παιδιών τους, για τον έρωτα και τη γιατρειά του ανθρώπινου πόνου αλλά και πορτραίτα οικείων σε μάς φιλοσόφων, του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη… ακόμα και της αυτοκράτειρας Ευδοκίας.

Όλα αυτά, ανάμεσα σε άλλα πολλά, μοιρασμένα διδακτικά, ‘μιλούν’ εύγλωττα για τις δραστηριότητες των ανθρώπων: ανδρών, γυναικών και παιδιών, για την υγεία και την υγιεινή, την εργασία, το εμπόριο, τις συναλλαγές, την οικονομία, τις δοξασίες και τις πίστεις τους, τις πνευματικές τους αναζητήσεις.

Έργα διαφορετικά από την αρχιτεκτονική τελειότητα των μνημείων του Ιερού Βράχου και την παράδοση της ψυχής στην αισθητική εποπτεία των εκθεμάτων του Μουσείου Ακρόπολης, το Μουσείο της ανασκαφής, «το Μουσείο κάτω από το Μουσείο» αναδεικνύει και αναφέρεται σε πράγματα καθημερινά, που βρίσκονται κοντά και αγγίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη, που συγκινούν!

Είναι τα καθημερινά αντικείμενα αυτών, ή κάποιων από τους ανθρώπους, κυρίως πολίτες της Αθήνας αλλά και μέτοικους και δούλους και ξένους, που πέρασαν από αυτήν εδώ τη γειτονιά, όπως και από άλλες γειτονιές της αρχαίας πόλης: του Κολλυτού, του Κεραμεικού, της αρχαίας Αγοράς, της γειτονιάς των ιερών του Ιλισσού και της Αγροτέρας Αρτέμιδος και όλες τις άλλες γειτονιές των δήμων της Αττικής· αυτών ή κάποιών από αυτούς, που δημιούργησαν τα μεγάλα έργα, τα μνημεία της ίδιας της Ακρόπολης και του Παρθενώνα και αυτών που στη συνέχεια τα διατήρησαν, όσον ο χρόνος και η ιστορία επέτρεψαν.

Το Μουσείο της ανασκαφής αποτελεί ένα ακόμα επιχείρημα γιατί τα αρχιτεκτονικά γλυπτά του Παρθενώνα πρέπει να επιστρέψουν και να επανενωθούν με τα αδέλφια τους στο Μουσείο Ακρόπολης: Για να μπορεί ο επισκέπτης να έχει τον μοναδικό τρόπο να τα δει και να τα προσεγγίσει με βιωματικό τρόπο.

Από την Ομιλία Διευθύντριας Συλλογών & Εκθέσεων Μουσείου Ακρόπολης, κυρίας Σταματίας Ελευθεράτου

Η σημερινή ημέρα είναι ξεχωριστή, ιδιαίτερα για όσους από εμάς συνδέσαμε το ταξίδι μας στον κόσμο της αρχαιολογίας με την ανασκαφή του οικοπέδου Μακρυγιάννη. Όπως συνήθιζε να λέει ο Δημήτρης Παντερμαλής – η απουσία του οποίου απόψε είναι παραπάνω από αισθητή – η ανασκαφή είναι κομμάτι του Μουσείου Ακρόπολης και η μόνιμη έκθεση των ευρημάτων της, η επισφράγιση του εκθεσιακό του προγράμματος.

Σήμερα, η έκθεση γίνεται πραγματικότητα. 1.150 αντικείμενα – από τα χιλιάδες που αποκάλυψε η ανασκαφή του οικοπέδου – συνδιαλέγονται με τα ερείπια της αρχαίας γειτονιάς, φωτίζουν πτυχές της ιστορίας του τόπου, υποβάλλουν συνειρμούς και συναισθήματα, κεντρίζουν τη σκέψη, τη μνήμη και τη φαντασία του επισκέπτη.

Στόχος μας εξαρχής ήταν μία έκθεση λιτή και καθαρή, εύκολα αναγνώσιμη από το ποικιλόμορφο κοινό του Μουσείου. Ο σχεδιασμός της αξιοποίησε άριστα τις ιδιαιτερότητες του χώρου και δημιούργησε ένα μη συμβατικό, αλλά συμβατό με το ύφος του Μουσείου, εκθεσιακό περιβάλλον. Χρώματα, υφές και υλικά συνεργάζονται για να αναδείξουν τα αντικείμενα που άφησαν πίσω τους οι άνθρωποι που έζησαν εδώ από την τέταρτη χιλιετία π.Χ. έως και τον 12ο αι. μ.Χ.

Ο πλούτος και η ποικιλία των εκθεμάτων υπενθυμίζουν ότι η γειτονιά υπήρξε ένας ζωντανός οργανισμός με κοινωνικές, οικονομικές, πολιτιστικές και πνευματικές λειτουργίες. Για περισσότερο από 4.500 χρόνια Αθηναίοι και ξένοι, ελεύθεροι πολίτες, μέτοικοι και δούλοι, αξιωματούχοι, έμποροι και βιοτέχνες, γεωργοί και γαιοκτήμονες, άνθρωποι διαφορετικών εθνικών προελεύσεων και θρησκευτικών αντιλήψεων, γεννιόνταν, ζούσαν και δημιουργούσαν εδώ.

Τη ζωή αυτή, με τις ποικίλες εκδηλώσεις της, προσπαθήσαμε να αφουγκραστούμε στην έκθεση. Στα 34 μέτρα της ολόφωτης προθήκης-σχισμής ξεδιπλώνονται διαδοχικά, σαν πλάνα κινηματογραφικής ταινίας, όψεις της καθημερινότητας των κατοίκων της γειτονιάς. Η οργάνωση του νοικοκυριού, οι δραστηριότητες ανδρών, γυναικών και παιδιών, η εργασία, το εμπόριο και οι συναλλαγές είναι μερικές μόνο από αυτές.

Στη μεγάλη ολοτοίχια βιτρίνα, η κατακερματισμένη οικοσκευή που ανασύρθηκε από τη δεξαμενή ενός σπιτιού, σηματοδοτεί την καταστροφή της Αθήνας από τα στρατεύματα του Σύλλα το 86 π.Χ., και ταυτόχρονα δίνει μία πανοραμική εικόνα του μη φθαρτού εξοπλισμού μίας κατοικίας της εποχής.

Στην περίκλειστη αίθουσα που σχηματίζεται στο βάθος, οι ενότητες συνδέονται περισσότερο με την πνευματική ζωή των κατοίκων, την πίστη και τις δοξασίες τους, τις φιλοσοφικές και θρησκευτικές αναζητήσεις τους. Σε μία ασυνήθιστη πτυχωτή κατασκευή που παραπέμπει στο ανάγλυφο της ανασκαφής, προβάλλεται η φύση θεοτήτων του ελληνικού πανθέου, η μεγάλη δημοτικότητα που γνώρισαν ορισμένες από αυτές, οι λατρευτικές, αποτροπαϊκές και μαγικές πρακτικές των κατοίκων, η στροφή στις παρήγορες ανατολικές μυστηριακές λατρείες, και τέλος το αργό πέρασμα στον χριστιανισμό.

Οι μορφές των δύο μεγάλων φιλοσόφων Πλάτωνα και Αριστοτέλη, καθώς και το πορτρέτο της αυτοκράτειρας Ευδοκίας, υπογραμμίζουν την πνευματική και αισθητική καλλιέργεια, την οικονομική επιφάνεια και την πολιτική επιρροή των ενοίκων των πολυτελών ρωμαϊκών σπιτιών και των εντυπωσιακών επαύλεων της ύστερης αρχαιότητας. Οι κρυστάλλινοι τοίχοι της αίθουσας, με τη διαφάνεια και τις αντανακλάσεις τους, συνθέτουν ένα σκηνικό όπου εκθέματα και σπαράγματα κτηρίων αλληλεπιδρούν μεταξύ τους.

Η δημιουργία μίας έκθεσης με μόνιμο χαρακτήρα σε συνθήκες ημιυπαίθριου χώρου, όπου η θερμοκρασία και η υγρασία φτάνουν κάποτε σε ακραίες τιμές, ήταν ένα στοίχημα που έπρεπε να κερδηθεί. Και κερδήθηκε. Πολύπλοκες μηχανολογικές και υδραυλικές εγκαταστάσεις εξασφαλίζουν θερμική σταθερότητα και εγγυώνται τη διατήρηση και των πιο ευαίσθητων εκθεμάτων, πιστοποιημένα υλικά προσφέρουν πλήρη στεγανότητα και εκμηδενίζουν την εκπομπή επιβλαβών ρύπων και προηγμένα συστήματα ασφαλείας προστατεύουν έναντι κακόβουλων ενεργειών.

Το ερμηνευτικό και εποπτικό υλικό είναι λιτό ως προς τη μορφή, αλλά πλούσιο ως προς το περιεχόμενο. Εισαγωγικά κείμενα και λεζάντες παρέχουν πληροφορίες, σχέδια και αναπαραστάσεις αποδίδουν λεπτομέρειες, επεξηγούν ή συμπληρώνουν στοιχεία, ενώ φιγούρες σαν σκιές στη ράχη προθηκών εικονογραφούν δραστηριότητες, συνδέουν τα εκθέματα με αυτές και εισάγουν το ανθρώπινο στοιχείο.

Τα αναλυτικά λήμματα των 1.150 αντικειμένων προετοιμάζονται τεχνικά ώστε να αναρτηθούν, μέχρι τον Σεπτέμβριο, στην ιστοσελίδα του Μουσείου, εμπλουτίζοντας την υπάρχουσα ψηφιακή συλλογή. Πρωτοπόρο στον τομέα αυτό, το Μουσείο Ακρόπολης είναι το μόνο στην Ελλάδα που έχει καταστήσει το σύνολο των εκθεμάτων του ανοιχτό και προσβάσιμο στην παγκόσμια κοινότητα.

Την ίδια περίοδο θα τεθεί σε λειτουργία η εφαρμογή image recognition, όπου ο επισκέπτης θα μπορεί μέσω του κινητού του να έχει πρόσβαση σε αναλυτικές πληροφορίες για κάθε έκθεμα της ανασκαφής, σε 28 γλώσσες. Προς το παρόν, το Τμήμα Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων θα προσφέρει προγραμματισμένες περιηγήσεις από το Σάββατο 06 Ιουλίου και κάθε Σάββατο.
Πίσω από κάθε έργο κρύβεται ο άνθρωπος και σε αυτή την έκθεση συνέβαλλαν πολλοί. Ο χρόνος δεν μου επιτρέπει να αναφερθώ σε όλους, όμως δεν μπορώ να μη σταθώ στους στενούς συνεργάτες μου, που με τη γνώση, την πείρα και τον επαγγελματισμό τους καθόρισαν το αποτέλεσμα.

Είναι οι αρχαιολόγοι του Τμήματος Συλλογών Ειρήνη Καρρά και Ιωάννα Μπουγάτσου, που σήκωσαν το μεγαλύτερο βάρος, ο Ραφαέλ Ζακόμπ και βέβαια η Αγγελική Κουβέλη, Προϊσταμένη του Τμήματος. Είναι ακόμη ο ζωγράφος Αλέξανδρος Νίκας, στον οποίο οφείλονται όλα τα σχέδια, και οι αρχαιολόγοι συνεργάτες του Τμήματος Μαρία Βασιλοπούλου, Δήμητρα Λυκούδη, Λυδία Τρακατέλλη, που ανέλαβε και τις μεταφράσεις, και Φλωρεντία Φραγκοπούλου.

Με τον Προϊστάμενο του Τμήματος Συντήρησης Κώστα Βασιλειάδη συνεργαστήκαμε στενά σε όλα τα στάδια προετοιμασίας της έκθεσης. Σε αυτόν, αλλά και στους συντηρητές Αμαλία Γάκη, Ιάκωβο Γιατροπούλη, Ελένη Γκοβάτσου, Γεωργία Μαντζίκα και Βασιλική Τζεμπετζή οφείλεται η άρτια παρουσίαση των εκθεμάτων, χωρίς να παραγνωρίζω τη συμβολή της Μαρίας Γαβρινιώτη, Λευτέρη Καρτέρη, Δημήτρη Κιλκή, Κώστα Κόνιαρη, Δημήτρη Μαγκαφά, Βασιλικής Ραχιώτη, Ιωάννας Φαρμάκη, Ευαγγελίας Φράγκου και Γιώργου Χατζελένη.

Η έκθεση σχεδιάστηκε το 2017 από την αρχιτέκτονα Ελένη Σπάρτση και εξειδικεύτηκε ή τροποποιήθηκε σε σημεία κατά την ιδιαίτερα γόνιμη συνεργασία που είχαμε με τον Μανώλη Λιγνό, που κατασκεύασε τις προθήκες, και την αρχιτέκτονα Δέσποινα Τσάφου.

Photo Credit: STUDIO PANOULIS