Στην Έκθεση «Από την Πόλη στον Άθω» παρουσιάζονται τα ιδιαίτερα έργα του παπά-Αναστάση από τη συλλογή του, δημιουργώντας ένα εικαστικό ταξίδι στον Αγιώνυμο Άθω, αλλά και στα μνημεία και στις γειτονιές της Κωνσταντινούπολης.
Ο ιερομόναχος Αναστάσιος κατάγεται από το Παντείχιον της Κωνσταντινούπολης. Εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου το 1977 και από το 1982 εγκαταβιώνει στο Ιερό Κελλί Τιμίου Προδρόμου «Διονυσίου εκ Φουρνά» στις Καρυές, κτίτωρ του οποίου είναι ο μέγας διδάσκαλος της αγιογραφικής τέχνης ιερομόναχος Διονύσιος ο εκ Φουρνά των Αγράφων (περ. 1670-1745). Συνεχίζοντας την παράδοση του ιστορικού Κελλιού περί την τέχνην, διακονεί με καλλιτεχνικές δραστηριότητες, ζωγραφίζει, γράφει και καλλιεργεί τον κήπο του Κελλιού. Εκθέσεις του έχουν παρουσιαστεί στην Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Βέροια, Βόλο, Αγιά, Αθήνα καθώς και στην Κωνσταντινούπολη, την Μόσχα, το Ελσίνκι και την Γρανάδα, ενώ το 2018 Αγιορειτική Εστία πραγματοποιήθηκε μεγάλη Είναι αυτοδίδαχτος δημιουργός ναΐφ. Όπως αναφέρει ο ίδιος: «ζωγραφίζω για να απαλύνω τη ροή του χρόνου». Οι ζωγραφιές του, αυγοτέμπερες και πλαστικά, με τα λαϊκά τους μορφολογικά στοιχεία, διακατέχονται από την εσωτερική του ανάγκη να μεταβάλλει σε εικόνες όλα τα βιώματα του.
Έχει εκδώσει τα λευκώματα – πονήματα: «Αθωνικά Δίπτυχα» (2000), «Από τον Σεπτέμβριο έως τον Αύγουστο» (2004), «Κωνσταντινούπολις, Παράκληση στην Παυσολύπη» (2011) ενώ προσφάτως κυκλοφόρησε το νέο του έργο υπό τον τίτλο «Όρθρος Βαθύς, το πώς η φθορά τη ζωή νικάται» (2016). Το 2007 προχώρησε στην επανέκδοση του περισπούδαστου έργου «Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης» (περ. 1728-1733) του ιερομονάχου Διονυσίου του εκ Φουρνά, το οποίο αποτελεί επί τρεις και πλέον αιώνες πολύτιμο εγχειρίδιο και μοναδικό έργο αναφοράς για όσους επιθυμούν να μυηθούν στην τέχνη της αγιογραφίας.
Τα έργα του και το ιδιαίτερο ζωγραφικό τους ύφος, είναι το όχημα για ένα όμορφο και μαγικό ταξίδι. Ταξίδι μέσα στην μνήμη και στη λήθη. Στηριζόμενος στο προσωπικό του αίσθημα και το πολυετές βίωμα του καλογερικού σχήματος, αντλεί τις εμπνεύσεις του από την καθημερινότητα των μοναχών του Αγίου Όρους, την ομορφιά του φυσικού περιβάλλοντος καθώς και από τους περικαλλείς ναούς και τα ιστορικά μνημεία της Πόλης – περισσότερο δε από τις αφανείς στιγμές της καθημερινότητας των κατοίκων της, του παρελθόντος και του παρόντος-, και τα μεταμορφώνει με χάρη και χρωματική ζωηρότητα σε πρωτότυπες αφηγηματικές συνθέσεις. Όλα αποδίδονται απλά μέσα από τα λαμπερά έντονα χρώματα, και για το λόγο αυτό η ζωγραφική του είναι ευρηματική και γήινη, και τούτο διότι, αυτό που τελικά καταφέρνει να καταγράψει ο παπά-Αναστάσης διαμέσου της παλέτας του, είναι οι βιωματικές εικόνες που στιγμάτισαν το νου και τη καρδιά του.