Η έκθεση αυτή διοργανώνεται σε συνεργασία με την γκαλερί CITRONNE και αποσκοπεί να αναδείξει την συνέχεια και την διαχρονικότητα της Τέχνης, προβάλλοντας μια «ερμηνευτική» άποψη, μια συμπληρωματική οπτική, όπως προτείνεται από μία σύγχρονη γλύπτρια.

Οι «Γλαῦκες», ιερά πτηνά της Αθηνάς και σύμβολα της σοφίας, στην εγκατάσταση της Αφροδίτης Λίτη στέκονται ή πετούν ανάμεσα στα κιονόκρανα και τις κεραμώσεις των αρχαίων ναών, σαν να βρίσκονται στο φυσικό τους περιβάλλον. Ατενίζουν σιωπηλές τα εκθέματα του Μουσείου, με αυστηρότητα και γνώση για το παρελθόν και το παρόν, έτοιμες να διηγηθούν τις «αμφιλεγόμενες» ιστορίες τις οποίες διέσωσε η μυθική παράδοση. Η Αφροδίτη Λίτη συνδέει, δηλαδή, τον μυθολογικό με τον μουσειακό χρόνο.

Η Αφροδίτη Λίτη εστιάζεται στο Βλέμμα, ως καθοριστικό χαρακτηριστικό του πτηνού της σοφίας, αλλά και ως μεταφορική αλληγορία του καλλιτεχνικού γίγνεσθαι. Η σύνθετη ματιά των πτηνών αυτών καταλήγει σε μια πανοραμική όραση η οποία αποκαλύπτει και εμβαθύνει την “αθέατη πλευρά των πραγμάτων”. Το Βλέμμα δεν επηρεάζεται από τα φαινόμενα, δεν παραπλανάται από την καθημερινότητα και, κυρίως, δεν περιορίζεται από το σκοτάδι. Με συνδετικό διαχρονικό στοιχείο την Φύση, οι “Γλαύκες” της Αφροδίτης Λίτη διαλέγονται με τα εκθέματα του Μουσείου στην αναζήτηση μιας υπερβατικής πραγματικότητας.

Η συμβολική της εγκατάστασης “Γλαύκες” απορρέει από δύο θεματικές: τον διάλογο μεταξύ των πτηνών και την συνομιλία τους με τα εκθέματα του Αρχαιολογικού Μουσείου. Τα στοιχεία, ένα γιγάντιο φύλλο και δέκα τέσσερις κουκουβάγιες, δεν λειτουργούν ως απλές μορφές του φυτικού και του ζωικού κόσμου. Απομονώνονται από το φυσικό τους περιβάλλον, αλλάζουν κλίμακα και, μετά από ενδελεχή επεξεργασία, επανασυσχετίζονται αναπάντεχα, συνδιαλέγονται και συμβολοποιούνται. Μικρές ή υπερμεγέθεις, ακίνητες ανάμεσα στα κιονόκρανα του ναού ή σε ετοιμότητα φυγής με τις φτερούγες ανοιχτές δίπλα στα ευρήματα-αγγεία της θάλασσας, οι “γλαύκες” διεισδύουν στον χώρο και ενοποιούν τον χρόνο.

Η διαδικασία του βλέμματος, ως πομπού και δέκτη, η δημιουργία και η καταγραφή της εικόνας στον νου του θεατή, κινείται σε δύο επίπεδα.

Κουκουβάγιες, 2015, 40x24x23 εκ., Μέταλλο, Ψηφίδες Murano

Το πρώτο επίπεδο ορίζουν οι συνειρμοί, μυθολογικοί και ‘φυσικοί΄, τους οποίους εγείρει η “γλαυξ”, η θεματική της κουκουβάγιας: ένα νυκτόβιο πτηνό, με αισθήσεις οξυμένες “ εν σκοτία”, με πτητικές κινήσεις αργές και αθόρυβες, με εμμονή και προσήλωση σε στόχους ορατούς και αόρατους για τον άνθρωπο. Η νύχτα, το σκότος, όχι μόνον δεν επηρεάζει ανασταλτικά, αλλά, αντιθέτως, απαλλάσσει το βλέμμα από τα περιττά στοιχεία της φωτεινής πραγματικότητας. Έτσι, το πτηνό αυτό κατακτά την υπέρβαση, την σοφία· αίρεται και αιωρείται στην σφαίρα του μετα-φυσικού. Το δεύτερο επίπεδο ορίζεται από τον κατακερματισμό της εικόνας, όπως προκύπτει από την τεχνική την οποία χρησιμοποιεί η καλλιτέχνης.

Η Αφροδίτη Λίτη καλύπτει την επιφάνεια του συμπαγούς χάλκινου κορμού της κουκουβάγιας με χρωματιστές ψηφίδες από φυσητό γυαλί Murano. Πάνω στις μεταλλικές νευρώσεις του φύλλου επικολλά κομμάτια καθρέπτη . Το φύλλο-κάτοπτρο, γιγάντιο σε διαστάσεις, φέρνει την φύση ως θεματικό πλαίσιο μέσα στον χώρο του μουσείου. Παραλλήλως, ως “ έσοπτρον εν αινίγματι”, αντικατοπτρίζει την εικόνα, αλλά και την αλλοιώνει. Το φως πέφτει, αντανακλάται και αντικατοπτρίζει το περιβάλλον, δημιουργώντας ΄ψυχεδελικές” παραισθήσεις. Η τελική εντύπωση είναι μια θραυσματική αντανάκλαση η οποία συντίθεται και αποσυντίθεται, μια εναλλαγή ειδώλων: τα μουσειακά εκθέματα και οι σύγχρονες γλυπτές γλαύκες.

Ο θεατής καλείται να την ερμηνεύσει και να την αποκωδικοποιήσει.

Επιμέλεια:

Τατιάνα Σπινάρη – Πολλάλη – Δρ της Ιστορίας της Τέχνης, Διευθύντρια της Γκαλερί Citronne
Μαρία Γιαννοπούλου – Δρ της Αρχαιολογίας, Εφορεία Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής, Πειραιώς και Νήσων


Φωτογραφία θέματος: Κουκουβάγιες, 2017, 70x17x20 εκ., Μέταλλο, Καθρέπτης, Ψηφίδες Murano