«Καθένας από εμάς φέρει εντός του τα δικά του νησιά, καταφύγια ενάντια στη βλακεία, την ασχήμια και το αναπόφευκτο άλγος μιας μη επιθυμητής καθημερινότητας, γράφει ο Jacques Chancel, προσδίδοντας στην έννοια του νησιού την ονειρική και μεταφορική της διάσταση. Το νησί της Καλυψώς ως παρένθεση και πίστωση χρόνου, το νησί της Κίρκης ως τόπος μαγείας και απομάγευσης, το νησί των Λωτοφάγων ως τόπος της λήθης ή η Ιθάκη ως σωστικός προορισμός, με τον τρόπο που πρώτος το τραγούδησε ο Όμηρος, το νησί ως τόπος της «Ουτοπίας», με τον τρόπο που πρώτος τον όρισε κατά τον 16ο αιώνα ο Thomas More, ασκώντας κριτική στη σκληρότητα του αληθινού κόσμου, του κυριευμένου από την επιθυμία του χρήματος και της επικράτησης και περιγράφοντας έναν τόπο ιδανικό όπου βασιλεύουν η χωρίς όρια ομορφιά και η ισότητα, ταυτίζεται συχνά στο υποσυνείδητό μας με την εικόνα ενός μακρινού, περίκλειστου, ιδεαλιστικού γεωγραφικού στίγματος που χωρίζει, απομονώνει κι αφήνει πράγματα πίσω του.
«Ακουμπώντας στο φως κι ανασκάπτοντας τους χυμούς και το εσώτατο κουκούτσι της μητρικής του λέξης, ο Νεκτάριος Αποσπόρης αιχμαλωτίζει όλο το αληθινό χρυσό της ουτοπικής αυτής αγαλλίασης. Η λέξη νησί (insula στα λατινικά, île –στολισμένη με ετούτον τον μικρό αχιβαδένιο τόνο στα γαλλικά) διατυπώνει μέσα στη συντομία της έναν τόπο καθορισμένο, ζωσμένο προστατευτικά από το νερό, έναν παραδεισένιο μικρόκοσμο, έναν ιδανικό τόπο της ευτυχίας. Έναν τόπο λήθης και προσμονής, τόπο του ατελεύτητου και του άγνωστου, τόπο ακατάπαυστων παφλασμών και τόπο ψιθύρων, τόπο ονείρων και καθαρμού, τόπο συμβόλων και μυστικών συνευρέσεων.
Στο έργο του Αποσπόρη, ο εφευρημένος ιδεαλιστικός τόπος του Hugo, του Baudelaire και του Éluard, γίνεται το υπαρκτό χρυσαφένιο πεδίο της γενέθλιας αιγινήτικης γης, η χρυσαφένια αχλή του ήμερου ορίζοντα του Σαρωνικού κόλπου.
Δουλεύοντας με τον ενδελεχή τρόπο του βυζαντινού αγιογράφου και υποστηρίζοντας με δεινή σχεδιαστική δεξιότητα κάθε διαφορετικό θεματικό στοιχείο που καθηλώνει το βλέμμα του, ο νέος ζωγράφος δημιουργεί εμβληματικές συμβολικές επιφάνειες που εγκαλούν τον θεατή σε ενατένιση και σιωπή. Επιλέγοντας το χρυσό βάθος ως μια πολύτιμη κοινή χώρα εκλεκτικιστικής μνήμης και λιτής αφήγησης.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Εδώ, η υποδόρεια κορύφωση κάθε στιγμής μετατρέπεται σε σπάνιο ζωγραφικό και σχεδόν απτικό ανάθημα. Τα δένδρα, άλλοτε νεαρά και άλλοτε αιωνόβια, τρέπονται σε ενδοσκοπικές ενδελέχειες κατοικημένες από αρχαίους ελληνικούς μύθους και μικρές προσευχές του καθημερινού βλέμματος.
Το κεχριμπαρένιο σύμπαν του νέου ζωγράφου, σχεδόν μεταφυσικό, συντάσσεται με τη βοήθεια ενός προσωπικού ιδιωτικού αλφάβητου, κατάστικτου από πολύτιμα αναθήματα. Στη στιλπνή αυτή εικονοποιία εγγράφονται συστάδες ευωδιαστών πεύκων, ρόδινες κορυφές φυστικιάς και επικλινείς ραδινοί αθάνατοι, λιγνά πλοκάμια αμπελιών και αρχέγονοι όγκοι φραγκοσυκιών, σκοτεινά μεσονύκτια κυπαρίσσια και θροΐζοντα φυλλώματα του αρχαίου ελαιώνα γεμίζοντας βλέμμα και την ψυχή με την ευφορία της ανεξίτηλης ομορφιάς τους. Κι η εικόνα διατρέχεται ολόκληρη από τη μυθική μνήμη μιας αρχαίας χρυσής βροχής του Αιακού», σημειώνει η Ίρις Κρητικού για το έργο του ζωγράφου.