Στα ζωγραφικά έργα και τις κατασκευές των δύο τελευταίων χρόνων, ο θεατής συναντά τις θεματικές εμμονές του σημαντικού δημιουργού: καράβια, κάστρα, ναοί, φλάμπουρα, καβαλάρηδες, σκύλοι, δράκοι και δρακόφιδα προβάλλουν γύρω από τη μορφή του ζωγράφου ή απηχούν όψεις του ψυχισμού του.
Η αποδοχή της μοναξιάς και η πρόσληψή της ως άλλη, μυστική δύναμη επικοινωνίας, είναι από τα κύρια χαρακτηριστικά της τέχνης του Μαντζαβίνου. Τούτη τη φορά ο ζωγράφος «διασκεδάζει» τη μοναξιά μέσα από το παιχνίδι. Στα έντονα χρώματα της φτερωτής που κινείται με τη φορά του ανέμου και συμβολίζει τη χαρά της ζωής, ο Μαντζαβίνος αντιπαρατάσσει το μαύρο του ασκητή. «Ο ζωγράφος έχει όλα τα χαρακτηριστικά του ασκητή. Είναι σαν αυτός να θέλει να πειθαρχήσει στις σειρήνες. Βιώνει αυτήν την αντίφαση και είναι φορές που θα πρέπει ν’ απαρνιέται την ίδια τη ζωή» λέει ο δημιουργός.
Μέσα από την αγάπη του για τα λαϊκά υφαντά, δείχνει για πρώτη φορά στην Γκαλερί Σκουφά ζωγραφική σε μια σειρά από μετωπικούς, κρεμασμένους από την οροφή καμβάδες, δίνοντάς τους πλέον θέση στο χώρο και όχι απλώς στην επιφάνεια του τοίχου. Όλη η διαδικασία της ζωγραφικής πράξης στο έργο του Μαντζαβίνου μοιάζει με άσκηση, που προϋποθέτει την εσωστρέφεια, την ερήμωση. Για να το δείξει αυτό ο ζωγράφος, κάνει αντιβολή με το κλασικό παιχνίδι της νιότης του, το φιδάκι.
Ο επιμελητής της έκθεσης Γιώργος Μυλωνάς αναφέρει ότι σκοπός του «παιχνιδιού» στο φιδάκι του Μαντζαβίνου, είναι να φτάσεις ψηλά, ν’ ανυψωθείς δηλαδή, σε ένα κτίσμα που μοιάζει με ναό: η εκκλησία είναι το «εγώ» του ζωγράφου και η εικαστική του πραγμάτωση έχει τα χαρακτηριστικά τελετουργικού, μιας μύησης.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ο Τάσος Μαντζαβίνος
Γεννήθηκε το 1958 στην Αθήνα. Το 1984 αποφοίτησε από την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Την ίδια χρονιά παρουσίασε την πρώτη ατομική έκθεση έργων του και ακολούθησαν περισσότερες από δέκα. Έχει λάβει μέρος και σε ομαδικές εκθέσεις και διεθνείς διοργανώσεις, όπως οι: 2η και 3η Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών της Ευρωπαϊκής Μεσογείου (Θεσσαλονίκη 1986, Βαρκελώνη 1987 αντίστοιχα), 16η Μπιενάλε Αλεξάνδρειας (1987), Συλλογή Βλάση Φρυσίρα (Θεσσαλονίκη 1994) κ.ά. Έχει εικονογραφήσει βιβλία, ενώ από το 1986 διδάσκει ελεύθερο σχέδιο στη σχολή Βακαλό.
Το ζωγραφικό έργο που παρουσίασε στα τέλη της δεκαετίας 1980 και στις αρχές της δεκαετίας 1990 υπήρξε εξαιρετικά πυκνό: με διαβαθμίσεις χρώματος και έντονη συνθετική διερεύνηση απέδιδε το βάθος των θεμάτων, πραγματώνοντας μια σαφώς υπαρξιακή αναζήτηση. Από τα μέσα της δεκαετίας 1990 εγκαταλείπει τη χρωματική ασκητικότητα και εισάγει επιπλέον πιο σαφή εικονογραφία. Η παραστατική πια ζωγραφική του, που εμφανίζει υψηλό βαθμό τεχνοτροπικής ελευθερίας -χρωματικές εντάσεις, αντιφυσιοκρατικός σχεδιασμός κ.ά.- εκδηλώνει τις ίδιες ανησυχίες, αλλά και την αφηγηματική τάση του. Ο Μαντζαβίνος ανασύρει μνήμες μέσα από ένα ευρύ προσωπικό και συλλογικό φάσμα και τις αναπλάθει με φαντασία, δημιουργώντας έναν προσωπικό μυθικό κόσμο, έναν κόσμο ονείρου, μυθιστοριών, φόβων και εκπλήξεων.