Τα-ρί-ρα λέγεται ο καινούριος δίσκος της Ελένης Τσαλιγοπούλου για τον οποίο μας μιλάει η αγαπημένη ερμηνεύτρια, αλλά και συνθέτρια, καθώς οι μουσικές του δίσκου φέρουν την υπογραφή της!
Συνέντευξη στη Μαρία Κωφίδου
CultureNow: Πρόσφατα κυκλοφόρησε ο δίσκος με τίτλο “Τα-ρί-ρα”, ο πρώτος που έχει την υπογραφή σας σε ό,τι αφορά τη μουσική σύνθεση όλων των κομματιών.
Ελένη Τσαλιγόπουλου: Είναι για εμένα ένα υπέροχο επίτευγα το να μπορέσω μετά απο χρόνια να κάνω αυτό το όνειρο πραγματικότητα. Πάντα ζήλευα τους συνθέτες και τους δημιουργούς που μπορούσαν να έχουν μία τέτοια πρωτόλεια σχέση με τη μουσική. Όλα αυτά τα χρόνια έχοντας μια πολύ καλή παρέα με την οποία ερμήνευσα ωραία τραγούδια, ήμουν πάντα κοντά στην αίσθηση το πως είναι να είσαι τραγουδοποιός. Ήρθε η στιγμή λοιπόν και ξεφοβήθηκα γιατί δε σας το κρύβω πως ήμουν φοβισμένη και τα κατάφερα. Σε αυτό συνέβαλε ο καλός συνεργάτης και φίλος Σπύρος Παπακωνσταντίνου και φυσικά οι Νίκος Πορτοκάλογλου, Παύλος Παυλίδης, Αλκίνοος Ιωαννίδης, Νίκος Ζούδιαρης, Βασιλικός, Φοίβος Δεληβοριάς, Θοδωρής Γκόνης και Νίκος Μωραίτης που έντυσαν με τους στίχους τους τις μουσικές μου.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
C. N.: Τι σημαίνει για εσάς αυτός ο δίσκος;
Ε. Τ.: Σκιαγράφηση κομμάτι – κομμάτι του δικού μου κόσμου, της δικής μου ψυχής.
C. N.: Πως προέκυψε ο τίτλος “Τα-ρί-ρα”;
Ε. Τ.: Είναι τα λόγια που έβαζα εγώ πριν μπουν τα λόγια ουσιαστικά. Αντί για να πω τρι λα λα έλεγα τα-ρί-ρα. Και σε όλα τα ντέμο των τραγουδιών ακουγότανε αυτή η λέξη. Οπότε δε θα μπορούσε να υπάρχει κάποιος άλλος τίτλος για αυτή τη δουλειά.
C. Ν.: Πριν λίγο καιρό βρεθήκατε με τους Δήμητρα Γαλάνη, Τάνια Τσανακλίδου, Νίκο Πορτοκάλογλου, Γιώργος Ανδρέου, Παύλο Παυλίδη, Αλκίνοο Ιωαννίδη, Κώστα Λειβαδά και τον Vassiliko, για δύο συναυλίες, σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Ε. Τ.: Ηταν για εμένα κάτι πολύ σημαντικό και συγκινητικό γιατί με αυτές τις δύο συναυλίες ουσιαστικά κλείνει ένας κύκλος και ανοίγει ένας νέος. Και θεωρώ ότι βρίσκομαι σε μια καλή ηλικιακά στιγμή ώστε να είμαι σε θέση να πω πως υπάρχει ουσιαστική ωριμότητα στο θέμα της μουσικής.
C. N.: Στη μέχρι τώρα πορεία σας έχετε δοκιμάσει και δοκιμαστεί με επιτυχία σε αρκετά διαφορετικά είδη μουσικής. Μεταμορφώνεστε και μεταμορφώνετε τραγούδια λαϊκά, παραδοσιακά, συνδυάζεται ήχους, τους δίνετε νέα πνοή.
Ε. Τ.: Αυτό μου συμβαίνει απο τη πρώτη στιγμή που ξεκίνησα να τραγουδάω. Μπορεί να υπάρχει η περσόνα κατά κόσμον της λαϊκής τραγουδίστριας και αυτό είμαι, αλλά παρόλα αυτά πάντα προσπαθούσα να βρω και άλλα πράγματα. Πιστεύω ότι το δικό μου ταλέντο κυρίως είναι ότι ακούω πολλή μουσική διότι έχω ανάγκη απο ήρωες μέχρι και τώρα. Επιπλέον έχω την παράδοση βιωμένη λόγω καταγωγής – Νάουσσα-. Και το λαϊκό τραγούδι σαφώς όπου το γνώρισα στα πρώτα χρόνια της πορείας μου στη Θεσσαλονίκη, το ρεμπέτικο, το σμυρνέικο, αυτά όλα ήταν τρόποι να ονομάσω το ελληνικό τραγούδι και το αγάπησα πάρα πολύ. Όμως το θέμα είναι πως πάμε μπροστά, πως μπορούμε να εξελίξουμε το ελληνικό τραγούδι. Δε μπορούμε να είμαστε χραστικοί όταν μας αφορά η τέχνη του τραγουδιού. Και επειδή όπως σας προανέφερα ακούω όλα αυτά τα χρόνια πολλή μουσική και λατρεύω πολλούς καλλιτέχνες προσπαθούσα πάντα να είναι τα μάτια μου ανοιχτά και κυρίως τα αυτιά μου. Υπάρχουν δείγματα απο την αρχή της πορείας μου, δηλ. το “Σώπα και άκουσε” το οποίο κυκλοφόρησε στα τέλη του \’80 είναι ένα τραγούδι πολύ ηλεκτρικό και αρκετά ποπ θα έλεγα. Ας μην ξεχνάμε το Νίκο Πορτοκάλογλου μαζί με το “Να με προσέχεις” και πολλά άλλα ανά τους καιρούς που έχουν πιο ηλεκτρικά στοιχεία ή ποπ όπως το “Πιάσε με” και το “Κάθε που βραδυάζει” που εκεί έγινε αν θέλετε η τομή, δηλ. πως μια λαική τραγουδίστρια μπορεί να επέμβει με έναν άλλο ήχο και όχι μόνο σε έναν ήχο που αποτελείται αποκλειστικά απο μπουζούκια και ακορντεόν.
C. N.: Πως βρίσκετε το λαϊκό τραγούδι σήμερα;
Ε. Τ.: Πιστεύω ότι το λαϊκό τραγούδι στην εποχή μας χρειάζεται σαφέστατα μία μετάφραση. Πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να εξελίξουμε όλη αυτή την ωραία προίκα που μας έχουν αφήσει και όχι μόνο απο το λαϊκό αλλά και απο το παραδοσιακό τραγούδι. Ας μην ξεχνάμε ότι είμαστε απο τα κράτη που έχουν συνταρακτικά μεγάλη μουσική ιστορία. Σε ό,τι αφορά εμένα προσωπικά δεν θα είχα πρόβλημα να τραγουδήσω λαϊκά σε κάποιο μαγαζί, αλλά δε μου αρέσει ο τρόπος που γίνεται σήμερα και όσο σκληρό και να ακούγεται δεν υπάρχουν και συνθέτες που να γράφουν λαϊκά τραγούδια πια.
C. N.: Απο όλες τις δουλειές που έχετε κάνει μέχρι σήμερα ξεχωρίζετε κάποια συγκεκριμένη, υπάρχει κάποια που να είναι η πιο αγαπημένη σας;
Ε. Τ.: Ξεχωρίζω τις πρωτιές, γιατί εκεί φαίνεται πως επινοεί ένας καλλιτέχνης κάτι. Συγκεκριμένα ξεχωρίζω την πρωτιά που έγινε με το “Σώπα και Άκουσε” του Γιώργου Ζήκα και το “Κορίτσι και Γυναίκα” του Γιώργου Ανδρέου, απο τα πρώτα της δεκαετίας του \’90 στο έντεχνο, με μια ωραία αίσθηση έθνικ, ένα πολύ ωραίο κοίταγμα προς τα εκεί αλλά απόλυτα ελληνικό. Μετά το “Αλλάζει κάθε που βραδιάζει” που αγαπήθηκε πάρα πολύ και είχε πολύ φρέσκο ήχο και σαφώς τον τελευταίο μου δίσκο που είμαι και πιο συναισθηματικά δεμένη γιατί είναι και δική μου δημιουργία και παραγωγή, δικό μου παιδί.
C. N.: Με βάση την εμπειρία σας στη δισκογραφία, ποια είναι η γνώμη σας για τη σημερινή κατάσταση που επικρατεί αυτή τη δύσκολη εποχή στη μουσική βιομηχανία; Μπορούν οι καλλιτέχνες να επιβιώσουν εν μέσω κρίσης;
Ε. Τ.: Η γνώμη μου είναι ότι αναλωθήκαμε και μας γυρίζει μπουμερανγκ, ότι το λάθος έχει γίνει και τώρα το πληρώνουμε. Η Ελλάδα είναι ένα μικρό κράτος με μικρή αγορά, και οι καλλιτέχνες δεν μπορούν να επιβιώσουν αν δεν είναι κάθε χρόνο στο δρόμο. Επίσης οι Έλληνες αρέσκονται στο θέμα της διασκέδασης, δηλ. μπουζούκια, μπουζούκια και πάλι μπουζούκια. Οτιδήποτε αφορά ένα μέσο έκφρασης νυχτερινό εκεί γίνεται πάντα χαμός γιατί αυτό είναι και το πιο εύκολο. Για αυτό ένας καλλιτέχνης σήμερα πρέπει να γνωρίζει πολύ καλά για ποιο λόγο βρίσκεται στο χώρο. Και αυτό θα ήθελα να πω και σε όλους τους νέους, δηλ. ότι αν θέλουν να ασχοληθούν με το τραγούδι πρέπει να ξέρουν ότι θα πληρώσουν πολύ ακριβά το τίμημα και ιδιαίτερα αυτή την εποχή που καμιά εταιρεία δε δίνει τα λεφτά της για ένα ταλέντο και που δεν υπάρχει δισκογραφία στην ουσία. Δε μπορούμε να κάνουμε πράγματα όπως τα κάναμε μέχρι τώρα, δηλ. μαγαζιά, μέτρια προγράμματα, μέτριοι τραγουδιστές, μέτριοι δίσκοι στο όνομα της οικονομίας και του εύκολου κέρδους.
C. N.: Και το μέλλον της Τέχνης;
Ε. Τ.: Πιστεύω ότι χωρίς ειλικρίνεια δεν μπορεί να υπάρχει Τέχνη. Όλη αυτή η κατάσταση μας βάζει να αναμετρηθούμε με τα δικά μας όρια και με τη δική μας αλήθεια που την είχαμε ξεχάσει. Και αν την θυμηθούμε κάτι καλό μπορεί να συμβεί σίγουρα. Αυτό που εύχομαι είναι να μπορέσουμε να αποδεχτούμε την κατάσταση για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε.
C. N.: Τα επόμενα σας σχέδια;
Ε. Τ.: Τα σχέδια μου είναι επικοινωνία, lives, δίσκοι, δηλ. όλα αυτά που κάνω μέχρι τώρα. Να με βοηθήσει ο Θεός να έχω το μυαλό μου και τη καρδιά μου καθαρό για να μπορέσω να συνεχίσω και αυτό που θα ήθελα περισσότερο είναι και πάλι η επόμενη δισκογραφική δουλειά να είναι με δικά μου τραγούδια.