Αν κάτι χαρακτηρίζει την μουσική των Encardia, είναι η αίσθηση νοσταλγίας και μουσικής περιπλάνησης. Περιπλάνησης σε τόπους ξεχωριστούς, όπως είναι η πλούσια και άγνωστη παράδοση της Κάτω Ιταλίας και των ελληνόφωνων χωριών της. Χάρη στην επίμονη έρευνά τους, έχουν γίνει ευρύτερα γνωστές, σπουδαίες παραδοσιακές δημιουργίες – ακατέργαστα διαμάντια, τα οποία έχουν συστήσει με τις συναυλίες τους σε Ελλάδα και Μεσόγειο.

Λίγο πριν τις μοναδικές εμφανίσεις στο Half Note αυτόν τον Μάιο, ο Βαγγέλης Παπαγεωργίου μιλά εκ μέρους του συγκροτήματος για την ιδιαίτερη μουσική ταυτότητά τους, που χτίστηκε μέσα από το σημαντικό πάντρεμα σύγχρονων και παραδοσιακών μελωδιών.


– Ο Μάιος του 2018 σας βρίσκει στο Half Note! Μιλήστε μας για το τι περιλαμβάνουν τα νέα μουσικά ταξίδια που ετοιμάζετε.

Η τόσο θερμή αυτή Άνοιξη, μας βρίσκει ξανά στο ιστορικό πια Half Note, σε δύο μοναδικές παραστάσεις τις Τετάρτες 2 και 9 Μαΐου, με καινούριες περιπλανήσεις, με ό,τι αγαπήσαμε και δημιουργήσαμε τα τελευταία χρόνια. Σε ένα ταξίδι με φωνές και μουσικές που ξεχύνονται από παντού, με χορούς μαγικούς και φίλους αγαπημένους.

– Μουσικούς συνοδοιπόρους θα έχετε τον Ηλία Λογοθέτη και Κώστα Θωμαΐδη. Πώς χτίστηκαν αυτές οι ενδιαφέρουσες επί σκηνής συναντήσεις;

Είναι σίγουρα δυο… παιδικοί μας φίλοι, από αυτούς που θέλεις πάντα να συναντάς και να μοιράζεσαι αυτά που αγαπάς πιο πολύ. Σε όλη μας την πορεία ήταν πάντα διαθέσιμοι να στηρίξουν ό,τι κάναμε. Τρελο-ιταλοεπτανήσιος τροβαδούρος ο ένας, με απρόσμενες πρόζες, τραγούδια και ποιήματα να ξεπετιόνται μέσα από τη θεατρική του στόφα, εγκάρδιος ερμηνευτής ο άλλος, βαθύς γνώστης όλης της ελληνικής και όχι μόνο μουσικής, με αγάπη για τη ζωή και με χιούμορ. Κι οι δυο τους μαζί μας, σε μια παράσταση με τίτλο «Per la Liberta», με τραγούδια, ποιήματα και μουσικά δρώμενα που γυροφέρνουν, σχολιάζουν και αναζητούν ακόμα κάποια ιδανικά, όπως το πιο ακριβοπληρωμένο, αυτό της ελευθερίας.

– Έχετε συνδεθεί ως συγκρότημα με τη μαγευτική μουσική της Κάτω Ιταλίας και την γκρεκάνικη διάλεκτο. Με ποιον τρόπο ξεκίνησε αυτή η αγάπη για τις συγκεκριμένες μελωδίες και τι σημαίνουν για εσάς οι ελληνόφωνοι πληθυσμοί της Magna Grecia;

Από τι ξεκινά μια αγάπη; Από ένα βλέμμα, ένα άγγιγμα, ένα όνειρο… Ο καθένας μας το έζησε με τον τρόπο του. Μια Ιταλική καντσονέτα τραγουδισμένη αυθεντικά κάπου στα μέσα του ’70, ένα «Polemonta» του Δ. Μαυρίκιου λίγο αργότερα κι ο θρυλικός δίσκος των Λιάβα -Διονυσόπουλου για την Ελληνόφωνη παράδοση αμέσως μετά, ήταν για μένα αρκετά. Μια γλώσσα που ήταν ζωντανή για πάνω από δυόμιση χιλιάδες χρόνια και που ξεχάστηκε μέσα στα τελευταία εβδομήντα, δεν μπορεί να σε αφήσει ασυγκίνητο. Σε βάζει σε σκέψεις τόσο για τη γλώσσα, όσο για την εποχή σου.

– Πώς εξερευνήσατε και στη συνέχεια συμπεριλάβατε στο ρεπερτόριό σας αυτήν την  πλούσια μουσική ποικιλομορφία που κρύβεται στα συγκεκριμένα μέρη της Μεσογείου; Και πόσο αυτοί οι ήχοι επηρεάζουν κάθε φορά τις σημερινές σας δημιουργίες;

Οι encardia ζουν και υπάρχουν δεκατέσσερα χρόνια. Το πρώτο υλικό, πέρα από τους ελάχιστους πλην σημαντικούς δίσκους που είχαμε στη διάθεσή μας και μάλιστα σε μια εποχή που δεν υπήρχε YouTube και social media, το αποκτήσαμε με προσωπικές ηχογραφήσεις και καταγραφές σε ταξίδια στα ελληνόφωνα χωριά. Καταγράφαμε στίχους, ηχογραφούσαμε μουσικές και τραγούδια σε πλατείες, σε σπίτια, σε γλέντια της Calimera, της Sternatia, του Corigliano… Μαγική εποχή! Από κει και πέρα, ερχόταν η δική μας επεξεργασία και δημιουργία. Οι επιρροές ήταν σαφείς, η μουσική μας όμως ήταν πάντα μια σύνθεση. Το ζητούμενο δεν ήταν το πώς θα αναπαράξουμε αυτούσια κάτι, αλλά το τι αυτό το «κάτι» θα γεννήσει μέσα μας. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια που συμφωνήσαμε κάποτε, κινούμαστε ακόμα και σήμερα. Χωρίς ταμπού και δεύτερες σκέψεις κάνουμε ακόμα τη μουσική μας.

– Μόλις πριν λίγο καιρό κυκλοφορήσατε τον τελευταίο σας δίσκο, με τίτλο «Emigranti». Θα θέλατε να μας μιλήσετε παραπάνω για αυτόν και σε ποιες σφαίρες κινηθήκατε;

Η πρόσφατη δισκογραφική μας δουλειά με τον τίτλο “Emigranti” είναι εμπνευσμένη από τα ευαίσθητα – ιδιαίτερα στις μέρες μας – ζητήματα της προσφυγιάς, της μετανάστευσης και του πολέμου. Από το μόχθο και τους αγώνες ανθρώπων για τα αυτονόητα. Από όλα όσα ο άνθρωπος στέρησε στον άνθρωπο. Τα περισσότερα τραγούδια είναι δικά μας και τραγουδιούνται στα ελληνικά. Έτσι ακούστηκαν στην ομώνυμη μουσικοθεατρική παράστασή μας, στο Θέατρο Faust, σε κείμενα και σκηνοθεσία της Άννας Θεοδωρίδου, την Άνοιξη του 2016. Είναι ο δίσκος με την πιο έντονα δημιουργική σφραγίδα των Encardia, με νέους ήχους και ιδέες και είμαστε πολύ χαρούμενοι να τον μοιραζόμαστε.

– Διαθέτετε μια ιδιαίτερα επιτυχημένη πορεία σε σκηνές εντός και εκτός Ελλάδος. Πώς αγκαλιάζει ο κόσμος τους ήχους αυτούς; Γιατί νομίζετε πως υπάρχει η ανάγκη εκ νέου ανακάλυψης των πιο παραδοσιακών μουσικών από ένα μεγαλύτερο εύρος των ακροατών;

Νομίζω πως το κοινό των Encardia είναι ένα ιδιαίτερα «υποψιασμένο» κοινό που γνωρίζει τι θέλει, έχει κοινωνική ευαισθησία και κατανοεί τη μουσική σαν μία διαδικασία  δυναμικού δούναι και λαβείν μεταξύ μας. Στην παράδοση κρύβεται το μεγαλύτερο και το πιο αυθεντικό μέρος της αλήθειας του κάθε τόπου. Όλα όσα ο αδυσώπητος χρόνος αποφασίζει να μείνουν ζωντανά. Έτσι, όταν ψάχνεις τις παραδόσεις είναι σα να ψάχνεις αλήθειες που έχεις ανάγκη. Μια παραδοσιακή μουσική δεν είναι ποτέ τυχαία. Έχει περάσει τα σαράντα κύματα για να την ακούς εσύ σήμερα. Τη στιγμή που μιλά στην καρδιά σου, νοιώθεις ότι κι εσύ μαζί της κολυμπούσες…

– Τι ετοιμάζετε για την συνέχεια; Υπάρχουν ανακοινώσιμα πλάνα για το καλοκαίρι;

Έχουμε μπόλικη πορεία μπροστά μας κι αυτό το καλοκαίρι. Με συναυλίες σε διάφορες γωνιές της Ελλάδας, παρουσιάσεις που τελευταίου μας δίσκου, σεμινάρια για τους χορούς και τις μελωδίες του Ιταλικού Νότου κ.α.


Διαβάστε επίσης:

Οι Encardia με εκλεκτή παρέα στο Half Note