Η αυλαία του Φεστιβάλ Αθηνών κλείνει με την αγαπημένη του ελληνικού κοινού Συλβί Γκιλλέμ. Διεθνώς αναγνωρισμένη ως μία από τις σπουδαιότερες …
χορεύτριες στο κόσμο, η σούπερ – σταρ Συλβί Γκιλλέμ αψηφά τις συμβάσεις και στρέφεται τα τελευταία χρόνια στο σύγχρονο χορό. Αυτή τη φορά ανεβαίνει στη σκηνή του Ηρωδείου για δυο βραδιές (19 & 20 Ιουλίου) υπό τον τίτλο 6.000 μίλια μακριά, με έργα τριών από τους σημαντικότερους σύγχρονους χορογράφους, των Ματς Εκ, Ουίλλιαμ Φόρσαϊθ και Γίρζι Κίλιαν.
Τέσσερις καλλιτέχνες του χορού που δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις, μια που o καθένας τους σφραγίζει καθοριστικά το τοπίο του χορού στις μέρες μας. Κοινή αφετηρία για όλους το κλασικό μπαλέτο, κοινή και η ανάγκη να το μετακινήσουν σε σύγχρονα συμφραζόμενα.
Σχεδόν 20 χρόνια μετά το θρυλικό In the Middle, Somewhat Elevated, ο Ουίλλιαμ Φόρσαϊθ χορογραφεί ένα καινούριο ντουέτο για την Συλβί Γκιλλέμ με τίτλο Rearray, ενώ ο Ματς Εκ, μετά τη συνεργασία τους στα έργα Wet Woman και Smoke, δημιουργεί ειδικά για την Γκιλλέμ το νέο σόλο με τίτλο Bye. Η βραδιά συμπληρώνεται με το ντουέτο του Γίρζι Κίλιαν 27’52”, που ερμηνεύουν οι χορευτές Aurélie Cayla και Kenta Kojiri.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Sylvie Guillem από τον John Percival
Η απόλυτη φυσική δεξιότητα υπήρξε αφετηρία της σταδιοδρομίας της Συλβί Γκιλλέμ, την κατέκτησε ωστόσο η σκηνή και την ανέδειξε ως το λαμπρότερο αστέρι της γενιάς της. Γεννήθηκε στο Παρίσι και ξεκίνησε ως γυμνάστρια με Ολυμπιακές φιλοδοξίες, αλλά όταν στα έντεκα χρόνια της φοίτησε με τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας της στη σχολή μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού για να «εκλεπτυνθεί» η τεχνική τους, τα σχέδιά της άλλαξαν. […] Έγινε μέλος του Μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού στα δεκαέξι της χρόνια, ανέβηκε ταχύτατα στην ιεραρχία αποσπώντας διακρίσεις στους ετήσιους διαγωνισμούς.
Στον τρίτο χρόνο της φοίτησής της την καλλιτεχνική διεύθυνση του Μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού ανέλαβε ο Ρούντολφ Νουρέγιεφ, ο οποίος της έδωσε ένα μικρό ρόλο στην πρώτη του παραγωγή, τη Ραϊμόντα. Ακολούθησαν πολλοί άλλοι, όσο ο Νουρέγιεφ προχωρούσε στην πολιτική διεύρυνσης του ρεπερτορίου.
[…] Το Δεκέμβριο του 1984, σε ηλικία 19 ετών (πέντε μόνο ημέρες μετά την ανάδειξή της σε πρίμα μπαλαρίνα) ο Νουρέγιεφ την αναγόρευσε «étoile», χορεύτρια σταρ, και ανέβηκε στη σκηνή στο τέλος της παρθενικής της εμφάνισης στη Λίμνη των Κύκνων για να το αναγγείλει ο ίδιος δημόσια.
Τα χρόνια που ακολούθησαν πολλοί προσκεκλημένοι χορογράφοι την επέλεξαν για τις δημιουργίες τους. Το δρόμο άνοιξε ο Ουίλλιαμ Φόρσαϊθ με το France Danse και, λίγο αργότερα, της έδωσε τον βασικό ρόλο στο έργο In the middle, somewhat elevated. Πρωταγωνίστησε στη συνέχεια στις χορογραφίες του Μωρίς Μπεζάρ Mouvements Rythmes Etudes και Arépo, στο GV10 της Καρόλ Αρμιτάζ, ενώ ο Τζων Νοιμάϊγιερ της προσέφερε ένα λαμπρό σόλο στο Magnificat. Σημαντική εμπειρία γι’ αυτή στάθηκε το μινιμαλιστικό Μαρτύριο του Αγίου Σεβαστιανού του Ρόμπερτ Γουίλσον. […] Ο Μπεζάρ δημιούργησε, ειδικά για τη Γκιλλέμ, τρία ακόμη μπαλέτα (ανάμεσα στα οποία και η Αυτοκράτειρα Σίσσυ, με θέμα τις εκκεντρικότητες της αυτοκράτειρας Ελισάβετ) και της έδωσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στα διάσημα έργα του Μπολερό και Ιεροτελεστία της Άνοιξης. Ο Ματς Εκ δημιούργησε γι’ αυτήν δυο ταινίες χορού με ειδικά εφέ, το Wet Woman και το Smoke. Σε συνεργασία με την σκηνοθέτιδα Francoise Va Han γυρίστηκε ένα ντοκιμαντέρ με αποσπάσματα από ερμηνείες της και αυτοσχεδιασμούς, καθώς και ένα παράξενο σόλο, το Blue Yellow, παραγγελία στον ανεξάρτητο Βρετανό χορογράφο Jonathan Burrows.
Το ενδιαφέρον της Γκιλλέμ για τον σύγχρονο χορό την οδήγησε να πειραματιστεί, ανεβάζοντας δύο σόλο της γερμανίδας πρωτοπόρου του εκφραστικού χορού Μαίρη Βίγκμαν – Summer Dance και Witch’s Dance, τα οποία παρουσίασε σε πειραματικό πρόγραμμα στη Χάγη το 1998. […]
Το Δεκέμβριο του 2003, με δική της πρωτοβουλία ξεκίνησε μια συνεργασία με τους χορευτές Michael Nunn και William Trevitt, καθώς και με το χορογράφο Russell Maliphant στο Broken Fall, που έκανε πρεμιέρα στο Κόβεν Γκάρντεν σε παράσταση του Βασιλικού Μπαλέτου. Ακολούθησαν κι άλλες συνεργασίες με τους παραπάνω και ειδικά με τον Μάλιφαντ, ένα πλήρες πρόγραμμα με χορογραφίες δικές του μεταξύ των οποίων και ένα σόλο για τη Γκιλλέμ, που ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο.
Μετά από αυτό -ποιος γνωρίζει τι θα ακολουθήσει- είναι όμως μάλλον αδύνατο να πιστέψουμε ότι ο κόσμος του χορού θα στερηθεί την ισχυρή επίδραση που του ασκεί η μοναδική (και πολυβραβευμένη -Ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής, Αξιωματούχος του Εθνικού Τάγματος της Τιμής, Αξιωματούχος των Τεχνών και των Γραμμάτων στη Γαλλία και επίτιμη CBE στη Βρετανία) Συλβί Γκιλλέμ.
Ο Ουίλλιαμ Φόρσαϊθ θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους χορογράφους διεθνώς, καθώς επαναπροσδιόρισε την πρακτική του μπαλέτου αποσυνδέοντάς το από το κλασικό ρεπερτόριο και μετατρέποντάς το σε μια δυναμική καλλιτεχνική φόρμα του 21ου αιώνα. Το αδιάλειπτο ενδιαφέρον του για τις θεμελιώδεις αρχές της σύνθεσης τον οδήγησε εξάλλου σε ένα ευρύ φάσμα έργων που περιλαμβάνει, εκτός από παραστάσεις, εγκαταστάσεις, κινηματογραφικές ταινίες και διαδικτυακές δημιουργίες.
Μεγαλωμένος στη Νέα Υόρκη, και με σπουδές χορού στη Φλόριντα, παρουσίασε τα πρώτα του έργα με το μπαλέτο της Στουτγάρδης το 1976, ενώ στη συνέχεια χορογράφησε για μεγάλες ομάδες μπαλέτου στο Μόναχο, τη Χάγη, το Λονδίνο, το Βερολίνο, το Παρίσι, τη Νέα Υόρκη, το Σαν Φρανσίσκο κ.α. Το 1984, ανέλαβε τη διεύθυνση του Μπαλέτου της Φρανκφούρτης, για το οποίο χορογράφησε επί μια εικοσαετία. Το 2005, ίδρυσε την Ομάδα Φόρσαϊθ (The Forsythe Company) με σκοπό τη δημιουργία ενός νέου και ευέλικτου πλαισίου για τη συνέχιση και εξέλιξη του πολύπλευρου καλλιτεχνικού έργου που είχε ξεκινήσει ως διευθυντής του Μπαλέτου της Φρανκφούρτης.
Με μια ομάδα 17 χορευτών, ο Φόρσαϊθ συνεχίζει τις εντατικές συνεργασίες που ανέπτυξε τα προηγούμενα 25 χρόνια παράγοντας έργα με τη μορφή παραστάσεων, εγκαταστάσεων και κινηματογραφικών ταινιών, αλλά και έργα με τη χρήση πολυμέσων για παιδαγωγικούς σκοπούς. Η Ομάδα Φόρσαϊθ, με έδρα το Festspielhaus Hellerau στη Δρέσδη και το Bockenheimer Depot στη Φρανκφούρτη, έχει περιοδεύσει διεθνώς με νέα έργα του Φόρσαϊθ, όπως τα Three Atmospheric Studies (2005), You Made me a Monster (2005) και I Don’t Believe in Outer Space (2008).
Συγχρόνως, παλαιότερα έργα του συνεχίζουν να παρουσιάζονται ως ρεπερτόριο από αναγνωρισμένες ομάδες μπαλέτου, όπως τα Μπαλέτα Κίροφ, Νέας Υόρκης, Καναδά και Μεγάλης Βρετανίας, ενώ εγκαταστάσεις και ταινίες του έχουν παρουσιαστεί στη Νέα Υόρκη, το Λονδίνο, το Παρίσι, το Μόναχο, τη Βενετία (Μπιενάλε) και το Τόκιο. Έχει τιμηθεί επανειλημμένως με το Βραβείο Χορού και Performance «Bessie» της Νέας Υόρκης και με το Βραβείο «Laurence Olivier» του Λονδίνου, ενώ έχει λάβει τιμητικές διακρίσεις και στη Γαλλία και τη Γερμανία.
Σε συνεργασία με παιδαγωγούς και ειδικούς από το χώρο των πολυμέσων και της διαδραστικής τεχνολογίας, ο Φόρσαϊθ έχει αναπτύξει ερευνητικά προγράμματα που χρησιμοποιούνται ευρέως σήμερα σε πανεπιστημιακές σχολές χορού και αρχιτεκτονικής, αλλά και από ομάδες και καλλιτέχνες διεθνώς.
Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν το ηλεκτρονικό πρόγραμμα «Improvisation Technologies: A Tool for the Analytical Dance Eye», σε συνεργασία με το Zentrum für Kunst und Medientechnologie, και η ψηφιακή πλατφόρμα «Synchronous Objects for One Flat Thing, reproduced» σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Οχάιο. Συγχρόνως, ο Φόρσαϊθ διδάσκει σε πανεπιστημιακά και καλλιτεχνικά ιδρύματα και έχει τιμηθεί για το παιδαγωγικό και χορογραφικό του έργο από τις σχολές Laban του Λονδίνου και Juilliard της Νέας Υόρκης.
Γεννημένος στην Τσεχοσλοβακία το 1947, ο Γίρζι Κίλιαν ξεκίνησε χορό στην Πράγα και συνέχισε με υποτροφία στη Σχολή του Βασιλικού Μπαλέτου της Αγγλίας (Λονδίνο). Τα πρώτα του χορογραφικά έργα παρουσιάστηκαν από το Μπαλέτο της Στουτγάρδης υπό τον Τζων Κράνκο, ενώ το 1975 ανέλαβε καλλιτεχνικός διευθυντής του Nederlands Dans Theater (NDT), όπου παρέμεινε ως διευθυντής ως το 1999 και χορογράφησε πάνω από 100 έργα. Το όνομά του έχει συνδεθεί με τη δημιουργία του Nederlands Dans Theater ΙΙ για νέους χορευτές και του Nederlands Dans Theater ΙΙΙ για χορευτές ηλικίας άνω των 40 ετών, ενός τρισδιάστατου σχήματος μοναδικού στον χορευτικό κόσμο. Συνέχισε να χορογραφεί για το NDT ως το 2009, παρότι συνεργάστηκε και με άλλες ομάδες και φορείς, όπως για τα Μπαλέτα της Στουτγάρδης, της Όπερας του Παρισιού, του Τόκιο, αλλά και για τη σουηδική κρατική τηλεόραση. Ο Κίλιαν συνεργάστηκε επίσης με καλλιτέχνες διεθνούς κύρους, όπως τους συνθέτες Arne Nordheim (Ariadne, 1997) και Toru Takemitsu (Dreamtime, 1983), και τους σκηνογράφους-σχεδιαστές Watler Nobbe (Sinfonietta, 1978), John Macfarlane (Forgotten Land, 1980) και Michael Simon (Stepping Stones, 1971), μεταξύ άλλων.
Το καλοκαίρι του 2006, δημιούργησε την ταινία Car-Men σε συνεργασία με το σκηνοθέτη-κινηματογραφιστή Boris Paval Conen. Το 2010, υπήρξε Μέντορας στο πρόγραμμα Rolex Mentor and Protégé Arts Initiative. Έχει βραβευτεί επανειλημμένως, με το Nijinsky Award στο Μόντε Κάρλο (βραβείο καλύτερου χορογράφου, έργου και ομάδας), το Benoit de la Dance στη Μόσχα και το Βερολίνο, ενώ έλαβε Τιμητικό Διδακτορικό από τη Σχολή Juilliard της Νέας Υόρκης. Η Γαλλία του απένειμε τον τίτλο του Ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής, ενώ τιμητικοί τίτλοι τού έχουν απονεμηθεί επίσης από τον Πρωθυπουργό της Τσεχίας και τη Βασίλισσα Βεατρίκη της Ολλανδίας.
Γιος του διάσημου Σουηδού ηθοποιού Anders Ek και της Birgit Cullberg, χορογράφου και καλλιτεχνικής διευθύντριας των Μπαλέτων Cullberg, ο Ματς Εκ γεννήθηκε στο Μάλμε το 1945 και σπούδασε χορό και θέατρο. Από το 1966 έως το 1973 εργάστηκε ως διευθυντής σκηνής και ως βοηθός στο Βασιλικό Θέατρο της Σουηδίας και στο Θέατρο Μαριονέτας της Στοκχόλμης. Το 1973, χόρεψε με τα Μπαλέτα Cullberg και τα επόμενα δύο χρόνια στη Γερμανική Όπερα του Ρήνου στο Ντύσσελντορφ.
Έκανε το χορογραφικό του ντεμπούτο με το έργο The Officer’s Servant το 1976 με τα Μπαλέτα Cullberg, ενώ ακολούθησαν, για την ίδια ομάδα, τα έργα Soweto (1977) και The House of Bernarda (1978). Μετά την αποχώρησή του από τα Μπαλέτα Cullberg το 1993, συνέχισε τη διεθνή καριέρα του με τα έργα: She was Black (1995), Sleeping Beauty (1996) για το Μπαλέτο του Αμβούργου, Smoke (1995) με τη Sylvie Guillem για τη μικρή οθόνη, Place (2008), ντουέτο για την Άνα Λαγκούνα και τον Μιχαήλ Μπαρίσνικωφ, και το Black Radish (2008) για το Βασιλικό Μπαλέτο της Σουηδίας.
Έχει συνεργαστεί ως προσκεκλημένος χορογράφος με τις πιο σημαντικές ομάδες στον κόσμο, όπως οι: Βασιλική Όπερα της Σουηδίας, Όπερα της Νορβηγίας, Μπαλέτο της Στουτγάρδης, American Ballet Theatre, La Scala του Μιλάνου, Metropolitan Opera της Νέας Υόρκης, Μπαλέτο της Όπερας του Παρισιού.
Ο Εκ ξεχωρίζει για τις ευφάνταστες ερμηνείες κλασικών έργων, σε συνδυασμό μ’ ένα λυρισμό στην κίνηση που στόχο έχει να αποκαλύψει το συναίσθημα πίσω από τις λεπτομέρειες της αφήγησης. Επίσης, έχει σκηνοθετήσει θεατρικές παραγωγές, όπως τον Εβραίο της Μάλτας του Μάρλοου, τον Δον Ζουάν του Μολιέρου και την Ανδρομάχη του Ρακίνα. Το 2007, παρουσίασε σε δική του σκηνοθεσία τον Ορφέα του Γκλουκ στη Βασιλική Όπερα της Σουηδίας.
χορογραφίες Ματς Εκ, Ουίλλιαμ Φόρσαϊθ, Γίρζι Κύλιαν
Rearray
Χορογραφία William Forsythe, ερμηνεύουν Sylvie Guillem, Nicolas Le Riche (Paris Opera Ballet étoile), κοστούμια – φωτισμοί William Forsythe, εκτέλεση φωτισμών Rachel Shipp
(Διάρκεια: 20’)
27’52”
Χορογραφία Jiří Kylián, ερμηνεύουν Aurélie Cayla, Kenta Kojiri, μουσική Dirk Haubrich (πρωτότυπη μουσική βασισμένη σε μουσικά θέματα του Μάλερ) , σκηνικά Jiří Kylián, κοστούμια Joke Visser, φωτισμοί Kees Tjebbes
Παγκόσμια πρεμιέρα: 21 Φεβρουαρίου 2002, Lucent Danstheater, Den Haag NDTII
(Διάρκεια: 17΄)
Διάλειμμα
Ajö (Bye)
Χορογραφία Mats Ek, ερμηνεία Sylvie Guillem, μουσική Ludwig van Beethoven [πιάνο σονάτα έργο 111, Arietta, ηχογραφημένη εκτέλεση Ivo Pogorelich], σκηνικά – κοστούμια Katrin Brännström, φωτισμοί Erik Berglund
Συμπαραγωγή Dansens Hus Stockholm
(Διάρκεια: 22΄)
Παραγωγή
Sadler\’s Wells London / Sylvie Guillem
Συμπαραγωγοί
Φεστιβάλ Αθηνών, Holland Dance Festival, Les Nuits de Fourvière / Département du Rhôn, Esplanade – Theatres on the Bay