Το εμβληματικό έργο του Άντον Τσέχωφ, «Ο Θείος Βάνιας», ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά, στο Θέατρο Προσκήνιο. Πρόκειται για ένα έργο στο οποίο ο Τσέχωφ με οξυδέρκεια, χιούμορ και συμπόνοια γράφει τέσσερις σκηνές/τέσσερις παρτίδες, στις οποίες συμπυκνώνει όλη την υπαρξιακή αγωνία και το ατελές της ανθρώπινης φύσης.
Αφορμή γι’ αυτό το ανέβασμα γίνεται ένα τραπέζι, ένας υπαρξιακός τόπος όπου τα πρόσωπα καταναγκασμένα να συνυπάρχουν ή σα ριγμένα από πάντα εκεί καλούνται να αναμετρηθούν με τη ματαίωση, τις ψευδαισθήσεις και να αποπειραθούν να συμφιλιωθούν με τη ζωή. Το τεράστιο αυτό τραπέζι ως αίθουσα πρωινού ή ως ένα παρατηρητήριο ζωής ή ως ένας τόπος που τα πρόσωπα ανεβαίνουν για να δοκιμάσουν τη διαφυγή τους από την καθημερινότητα ενώπιον των υπολοίπων “καλεσμένων”. Τα πρόσωπα του Τσέχωφ, καθηλωμένα, καθισμένα περιμετρικά τρώνε βουλιμικά, πίνουν τσάι, παλεύουν να ξανανιώσουν και φαντασιώνονται την ομορφιά της ζωής σε μια χορογραφία των μικροπραγμάτων. Ένας ύμνος στη συμφιλίωση με το αδιέξοδο, κι ένας χορός ανθρώπων που προσπαθεί να απαλλαγεί από την επίπονη αναζήτηση της ουτοπίας.
***
-Οι χαρακτήρες στο έργο «Ο Θείος Βάνιας» διακατέχονται από μια ασαφή αίσθηση απώλειας. Τί μπορεί να μοιραζόμαστε εμείς με εκείνους, τους τοποθετημένους σε μια ρωσική επαρχία, ήρωες;
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ακριβώς αυτή την αίσθηση της απώλειας, που για μένα δεν είναι ασαφής. Όλοι οι χαρακτήρες αναφέρονται κάποια στιγμή στο χρόνο που φεύγει, για μένα αυτή είναι ουσιαστικά η απώλεια που βιώνουν και τη βιώνουμε όλοι μας. Ο χρόνος περνάει, και οι στιγμές που χάσαμε και δεν θα ξανάρθουν, γεννούν μέσα μας την αίσθηση μιας ευκαιρίας που έχει χαθεί. Και είναι μια αίσθηση που νομίζω μας αφορά όλους.
-Το κείμενο του Τσέχωφ πιστεύετε πως παρουσιάζει το ανέφικτο της ευτυχίας ως πτυχή της ανθρώπινης φύσης, ή ως απόρροια μιας ανεπαρκούς καθημερινότητας;
Έχουμε εκπέσει από τον παράδεισο, φάγαμε το μήλο της γνώσης και ξέρουμε ότι δεν υπάρχει ευτυχία, ή πάντως όχι σαν μια μόνιμη διαρκής κατάσταση. Μας μένουν οι ευτυχισμένες στιγμές, όσο περισσότερες τόσο το καλύτερο, αλλά όσες κι αν είναι δεν θα είναι ποτέ αρκετές. Οι ήρωες του Τσέχωφ αναζητούν καταφύγιο στην ασφάλεια της καθημερινότητας, και εκεί υπάρχει και πάλι ένα μοτίβο, μια συμπεριφορά, εξόχως διαχρονική. Όταν ένα εξωτερικό γεγονός – η άφιξη στο κτήμα του Σερεμπριακόφ – έρχεται να διαταράξει το ρυθμό της καθημερινότητας, αναγκάζονται να αντιμετωπίσουν όλα αυτά που είχαν κρύψει κάτω απ’ το χαλί. Όλα αυτά που η διαχείρισή τους ενέχει κάποιο ρίσκο, αλλά ταυτόχρονα περιέχει και την υπόσχεση για κάποιες ευτυχισμένες στιγμές. Με λίγα λόγια, ναι η ευτυχία είναι ανέφικτη γιατί η ανθρώπινη φύση είναι ατελής, και η όποια «βαρετή» καθημερινότητα είναι μια απόπειρα να προστατευτούμε από αυτήν την τραγική συνειδητοποίηση.
-Τι έχετε να μας πείτε για το σκηνοθετικό ανέβασμα του Δημήτρη Καραντζά;
Ο Δημήτρης έφτιαξε ένα σύστημα κινήσεων και συμπεριφορών που βρίσκεται σε διάλυση, επειδή ένα εξωτερικό γεγονός έρχεται να ταράξει την ασφαλή ρουτίνα των ηρώων. Οπότε οι χαρακτήρες που εμψυχώνουν αυτό το σύστημα προχωρούν θέλοντας και μη σε ένα επόμενο στάδιο της ζωής τους, αναγκάζονται να θέσουν στον εαυτό τους τα μεγάλα ερωτήματα. Πως έφτασα εδώ; Και τι θα γινόταν αν διάλεγα έναν άλλο δρόμο;
-Εσείς υποδύεστε τον Άστρωφ, τον γιατρό της περιοχής. Ιδιαίτερο, και εξαιρετικά επίκαιρο, είναι το ενδιαφέρον και η ανησυχία του για τη φύση και το περιβάλλον. Θέλετε να μας μιλήσετε περισσότερο για αυτό;
Ο τρόπος που μιλάει ο Άστρωφ για τη φύση είναι βαθιά συγκινητικός, και το έργο έχει γραφτεί 120 χρόνια πριν. Σήμερα που τα θέματα αυτά έχουν πάρει πια άλλες διαστάσεις, τα λόγια του μεγεθύνονται, φωτίζονται διαφορετικά. Ο Άστρωφ είναι ένας Δον Κιχώτης που κυνηγάει ανεμόμυλους, αλλά σήμερα βλέπουμε όλο και πιο ξεκάθαρα ότι αυτά τα προβλήματα, η ασυδοσία απέναντι στη φύση, η αλαζονική αντιμετώπιση του κόσμου γύρω μας, είναι εχθροί χειροπιαστοί, δεν είναι ούτε υπερβολές ούτε εξεζητημένες ευαισθησίες. Η Έλενα σε ένα σημείο του έργου λέει: «Το ’πε τώρα δά ο Άστρωφ: Όλοι σας καταστρέφετε απερίσκεπτα τα δάση και σε λίγο τίποτα δε θα μείνει πάνω στη γη. Έτσι ακριβώς, απερίσκεπτα, καταστρέφετε τον άνθρωπο, και χάρη σε σας πολύ γρήγορα δε θα μείνει πάνω στη γη ούτε πίστη ούτε αγνότητα ούτε πνεύμα αυτοθυσίας.» Νιώθω ότι αυτό ζούμε τώρα , μια εποχή χωρίς πίστη, αγνότητα και πνεύμα αυτοθυσίας. Και με όλο και λιγότερα δάση. Ίσως βέβαια σε 100, 200 χρόνια όλα αυτά να αλλάξουν, μπορεί έρθει μια άλλη καλύτερη εποχή. Θα δείξει.
-Μπορείτε να φανταστείτε την πορεία του χαρακτήρα σας μετά την τελευταία σκηνή; Πώς αναμένετε να αξιολογήσει τη δική του πορεία ζωής άμα φτάσει την ηλικία του Θείου Βάνια;
Τον φαντάζομαι να γυροφέρνει πάλι στο κτήμα των Σερεμπριακόφ, να πίνει όλα αυτά τα χρόνια και τώρα να προσπαθεί να το κόψει, να έχει παντρευτεί, να έχει ένα μικρό παιδί, να νιώθει κουρασμένος συνέχεια, να φυτεύει δέντρα, αλλά όχι με τόση θέρμη, να σκέφτεται τα χρόνια που έχασε, και τα ταξίδια που δεν έκανε στην Αφρική. Νομίζω πως δεν θα ξεφύγει από την Τσεχωφική τροχιά της ματαίωσης, της ρουτίνας, της λαχτάρας για κάτι που δεν έρχεται.
-Μοιράζεστε τη σκηνή με εξαιρετικούς ηθοποιούς. Ξεχωρίζετε κάποια στιγμή από τις πρόβες ή τις πρώτες παραστάσεις σας με κάποιον από αυτούς;
Είναι αλήθεια ότι είναι όλοι τους εξαιρετικοί… Οι στιγμές πολλές, και στις πρόβες και στις παραστάσεις, αλλά φοβάμαι ότι δεν ξέρω τον τρόπο να τις μοιραστώ, νιώθω ότι θα έχαναν κάτι από την πολυτιμότητά τους. Είναι ένα πολύ προσωπικό σύμπαν αυτό που χτίζεται στη διαδικασία δημιουργίας μιας παράστασης, η πρόβα είναι ένα κλειστό σύστημα, γεμάτο ενέργεια, με διέξοδο τελικά την δράση επί σκηνής, την παράσταση. Οφείλω πάντως να πω ότι με έχει εντυπωσιάσει ο ζήλος όλων σε αυτό το εγχείρημα και η απλόχερη εμπιστοσύνη τους στο πρόσωπο του Δημήτρη.
-Θέλετε να μοιραστείτε μαζί μας κάποιο μελλοντικό σας επαγγελματικό σχέδιο;
Με το τέλος των παραστάσεων θα ξεκινήσω πρόβες και πάλι με τον Δημήτρη , και χαίρομαι πολύ για αυτό, για μια καινούργια παραγωγή που έχει τίτλο «Το Σπίτι» σε κείμενα του Δημήτρη Καρατζά και της Γκέλυς Καλαμπάκα και θα παρουσιαστεί στην Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών τον Μάιο. Μαζί θα είναι και η Αλεξία Καλτσίκη.
Διαβάστε επίσης:
Ο Θείος Βάνιας, του Άντον Τσέχωφ σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά στο Θέατρο Προσκήνιο