Gary Carrion-Murayari: Οι νέοι καλλιτέχνες δείχνουν επιδεξιότητα και αυτοπεποίθηση στην εξισορρόπηση

Η έκθεση “The Equilibrists / Οι Εξισορροπιστές” είναι μια συνεργασία του New Museum της Νέας Υόρκης, του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ και του Μουσείου Μπενάκη, με την ευκαιρία της 33ης επετείου από την ίδρυση του ΔΕΣΤΕ. Ένας από τους επιμελητές της ο Gary Carrion-Murayari (επιμελητής του New Museum) μίλησε στο Culture Now.

Η έκθεση “The Equilibrists / Οι Εξισορροπιστές” είναι μια συνεργασία του New Museum της Νέας Υόρκης, του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ και του Μουσείου Μπενάκη, με την ευκαιρία της 33ης επετείου από την ίδρυση του ΔΕΣΤΕ. Ένας από τους επιμελητές της ο Gary Carrion-Murayari (επιμελητής του New Museum) μίλησε στο Culture Now.  


Συνέντευξη: Στρατής Πανταζής


Culture Now: Γιατί ονομάσατε «Εξισορροπιστές» αυτή τη γενιά νέων καλλιτεχνών;

Gary Carrion-Murayari: Αποφασίσαμε να δώσουμε στην έκθεση τον τίτλο The Equilibrists (Οι Εξι-σορροπιστές) λόγω της θέσης αβεβαιότητας που βρίσκονται οι νέοι καλλιτέχνες στην Ελλάδα (και γενικότερα οι νέοι), αλλά επίσης για να τοποθετήσουμε αυτή τη γενιά σε μια θέση ελέγχου αντί κρίσης. Παρά τις δύσκολες συνθήκες του παρόντος, αυτοί οι καλλιτέχνες δείχνουν επιδεξιότητα και αυτοπεποίθηση στην εξισορρόπηση υλικών, εικόνων και ιδεών.

CN: Ποια κοινά στοιχεία βρίσκουμε στα έργα των καλλιτεχνών; Υπάρχουν κύριες διαφορές μεταξύ των έργων των Ελλήνων και των Κυπρίων;

GCM: Προσπάθήσαμε πολύ έντονα να τονίσουμε την ποικιλομορφία των μέσων έκφρασης που βρίσκουμε σε αυτή τη γενιά, οπότε διστάζω να πω ότι υπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ όλων των καλλιτεχνών της έκθεσης. Ωστόσο υπάρχουν πτυχές ενδιαφέροντος που συνθέτουν ομάδες καλλιτεχνών – συμπεριλαμβανομένων ένα έντονο ζήλο για την υλικότητα σε όλα τα μέσα, μία επιτελεστική προσέγγιση στη γλυπτική και τη ζωγραφική, και μία απόπειρα συμφιλίωσης των αναλογικών και ψηφιακών γλωσσών και στις κινούμενες εικόνες και στη γλυπτική μεταξύ άλλων.

Θα έλεγα ότι δεν υπάρχουν ισχυρές εγγενείς διαφορές μεταξύ των Ελλήνων και  Κυπρίων, καθώς όλοι οι καλλιτέχνες της έκθεσης έχουν ισχυρό υπόβαθρο καλλιτεχνικής παιδείας, συχνά παρακολουθούν τις ίδιες σχολές στην Αθήνα και στο εξωτερικό και έχουν μια εκλεπτυσμένη κατανόηση και σχέση με τη διεθνή σύγχρονη τέχνη. Οι διαφορές προκύπτουν περισσότερο από το πού επιλέγουν να ζήσουν και σε ποιες συγκεκριμένες καταστάσεις το έργο τους ανταποκρίνεται. Προφανώς, οι καλλιτέχνες στην Αθήνα είναι πιο πιθανό να ανταποκρίνονται στην κατάσταση της Αθήνας και οι καλλιτέχνες που ζουν στη Λευκωσία να είναι αρκετά ενήμεροι για την πραγματικότητα της ζωής στην Κύπρο – και όλοι τους επιλέγουν να ανταποκριθούν στις πόλεις τους με διαφορετικούς τρόπους.

 

CN: Πως η κοινωνικοπολιτική κατάσταση και στις δύο χώρες έχει επηρεάσει τις δουλειές τους;


GCM: Οι καλλιτέχνες της έκθεσης ανταποκρίνονται στην κοινωνικοπολιτική κάτάσταση σε διαφορετικό βαθμό. Οι καλλιτέχνες που επιλέγουν να θίξουν αυτή την κατάσταση μέσα στο έργο τους, το καταφέρνουν με εντυπωσιακή διαφοροποίηση – εστιάζοντας στη σχέση των επίκαιρων γεγονότων με την ιστορία, στους τρόπους με τους οποίους η κρίση επηρεάζει την υλικότητα της αρχιτεκτονικής και του δημόσιου χώρου, καθώς και στους τρόπους που αυτή η κατάσταση μπορεί να γίνει αισθητή σε περιοχές τόσο ευρείες όσο οι δημόσιες υποδομές, η ατομική ζωή και οι προτιμήσεις. Πολλοί καλλιτέχνες δεν απευθύνονται σε αυτή την κατάσταση ευθέως αλλά εκφράζουν αυτήν πραγματικότητα με τον τρόπο που προσεγγίζουν τα υλικά, συχνά με εφήμερο χαρακτήρα, και δημιουργώντας το έργο τους έξω από το εργαστήριο – στις προσπάθειες συνεργασίας και τις artist-run πρωτοβουλίες, οι οποίες έχουν δημιουργήσει ευκαιρίες για έκθεσεις και διάλογο χωρίς αγοραστική και θεσμική στήριξη.

CN: Από την εμπειρία σας, πιστεύετε ότι οι δουλειές τους μπορούν να σταθούν ισάξια δίπλα σε αυτές των καλλιτεχνών στις ΗΠΑ και σε άλλες χώρες με ισχυρή σύγχρονη καλλιτεχνική σκηνή;


GCM: Ναι. Δεν υπάρχει τίποτα τοπικό στο έργο των καλλιτεχνών που έχουμε επιλέξει για την έκθεση  και παρόλο που αποτελούν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα Ελλήνων και Κυπρίων καλλιτεχνών αυτής της γενιάς, δεν είναι απομονωμένοι από τον ευρύτερο κόσμο της σύγχρονης τέχνης και σίγουρα θα μπορούσαν να σταθούν δίπλα σε καλλιτέχνες από άλλα μεγαλύτερα κέντρα τέχνης.

CN: Γιατί πιστεύετε ότι το έργο των Ελλήνων και των Κυπρίων καλλιτεχνών δεν έχει δυνατή παρουσία στο διεθνή χώρο της τέχνης;


GCM: Νομίζω ότι κάποιοι από τους καλλιτέχνες της έκθεσης έχουν ένα βαθμό επιτυχίας διεθνώς, συχνά όμως δεν παρουσιάζουν πολύ τη δουλειά τους στην Ελλάδα λόγω έλλειψης ευκαιριών. Και θα ήθελα να πω ότι καλλιτέχνες λίγο μεγαλύτεροι σε ηλικία από αυτούς της έκθεσης από την Ελλάδα και την Κύπρο είναι γνωστοί στον χώρο της τέχνης. Αυτή η νέα γενιά, αν και εξακολουθεί να ωριμάζει και να ψάχνει να βρει τη θέση της, νομίζω ότι θα κάνει σίγουρα αισθητή  την παρουσία της σε διεθνές επίπεδο τα επόμενα χρόνια.

Πιστεύω επίσης ότι πολλοί άνθρωποι από το διεθνές κοινό περίμεναν ότι η κρίση θα σήμαινε κατά κάποιο τρόπο ότι λίγα θα μπορούσαν να συμβαίνουν στην εγχώρια καλλιτεχνική σκηνή της Αθήνας, όταν στην πραγματικότητα το αντίθετο έχει συμβεί. Ελπίζουμε ότι το προφίλ της σκηνής εδώ θα συνεχίσει να ανεβαίνει, όχι μόνο εξαιτίας αυτής της έκθεσης και της Documenta τον επόμενο χρόνο, αλλά λόγω των συνεχών ατομικών προσπαθειών στην Αθήνα κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων.

 

CN: Σχεδιάζει το Ίδρυμα ΔΕΣΤΕ να συμπεριλάβει τις δουλειές που εκτίθενται στο Μουσείο Μπενάκη στη συλλογή του και να προωθήσει τους καλλιτέχνες;   


GCM: Ορισμένοι από τους καλλιτέχνες της έκθεσης ήταν υποψήφιοι για το βραβείο ΔΕΣΤΕ στο παρελθόν και είμαι βέβαιος ότι άλλοι της έκθεσης θα ληφθούν υπόψη για ευκαιρίες στο μέλλον, αλλά δεν έχω σχέση με τα σχέδια του ΔΕΣΤΕ για τη συλλογή του.

CN: Μετά από αυτή την έκθεση, πιστεύετε ότι οι καλλιτέχνες θα έχουν περισσότερες ευκαιρίες να αποκτήσουν ένα διεθνές κύρος;

GCM: Ασφαλώς, ελπίζω ότι η έκθεση θα τραβήξει την προσοχή προς αυτούς τους καλλιτέχνες τόσο σε εγχώριο όσο και σε διεθνές επίπεδο. Πιστεύω όμως ότι έχουμε συλλάβει τους καλλιτέχνες σε μια ανοδική πορεία της ανάπτυξής τους και ότι η εξέλιξη και η ορμή τους, τους οδηγεί προς την δημιουργία ενός πιο σημαντικού προφίλ.

CN: Σχεδιάζει το New Museum να στηρίξει αυτούς τους καλλιτέχνες με το να συμπεριλάβει τη δουλειά τους στο εκθεσιακό πρόγραμμά του;

GCM: Πρόσφατα παρουσιάσαμε έναν από τους καλλιτέχνες της έκθεσης στο New Museum, την Εύα Παπαμαργαρίτη, και σαφώς σχεδιάζουμε να συνεχίσουμε να παρακολουθούμε τη δουλειά όλων αυτών των καλλιτεχνών στους μήνες και τα χρόνια που θα ακολουθήσουν.

 

CN: Αυτή η έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη θα μπορούσε να τραβήξει την ίδια προσοχή και στη Νέα Υόρκη; Υπάρχει κάποιο σχέδιο να την φιλοξενήσετε και στο New Museum;


GCM: Αυτή η έκθεση δεν θεωρήθηκε ποτέ ως περιοδεύουσα – προέκυψε από τη πρόσκληση του ΔΕΣΤΕ να δείξει το βάθος της δουλειάς αυτής της νέας γενιάς καλλιτεχνών στο ελληνικό και το διεθνές κοινό που επισκέπτεται τη χώρα. Ωστόσο νομίζω ότι η ωριμότητα και η ευρηματικότητα αυτής της γενιάς θα τραβήξει την προσοχή σε διαφορετικές συνθήκες.

CN: Παρόλο που η Ελλάδα βρίσκεται σε δυσμενή οικονομική, πολιτική και κοινωνική θέση, υπάρχει όμως μία έντονη κινητικότητα στις τέχνες. Κατά κάποιο τρόπο η ανάπτυξη στο χώρο της τέχνης της Αθήνας θυμίζει αυτήν του Λονδίνου της δεκαετία του ’80 και του Βερολίνου του ’90. Πιστεύετε ότι υπάρχει πιθανότητα να έχουμε στο μέλλον μία διεθνή στέρεη και σημαντική σε επιρροή ελληνική σύγχρονη καλλιτεχνική σκηνή;


GCM: Πιστεύω ότι οι καλλιτέχνες και επιμελητές που δουλεύουν σήμερα στην Ελλάδα έχουν ήδη δημιουργήσει μία έντονα δραστήρια σκηνή στη χώρα. Όλο και περισσότεροι διεθνείς επισκέπτες παρακολουθούν πιο κοντά τη σκηνή και καλώς εχόντων των πραγμάτων αυτό θα συνεχίσει να φέρνει κόσμο στην Αθήνα για να ανακαλύψει πόσο συναρπαστικό και ενθουσιώδες είναι αυτό που συμβαίνει εκεί. Η πρόκληση θα είναι βεβαίως αυτές οι εγχώριες προσπάθειες να αντέξουν στο χρόνο αλλά πιστεύω ότι υπάχουν πολλοί λόγοι αισιοδοξίας για το πού η ελληνική σκηνή της τέχνης πορεύεται.

Φωτογραφία Gary Carrion– Murayari © Graham Newhall



Η έκθεση “The Equilibrists / Οι Εξισορροπιστές”, μια συνεργασία του New Museum της Νέας Υόρκης, του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ και του Μουσείου Μπενάκη, θα διαρκέσει μέχρι τις 9 Οκτωβρίου 2016. Περισσότερες πληροφορίες εδώ

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ