Το Μουσείο Μπενάκη παρουσιάζει την τελευταία σειρά έργων του Γιάννη Αδαμάκου, «9 Lumen» στην οποία περιλαμβάνονται έργα, που παρουσιάζονται για πρώτη φορά και αποτελούν τη φυσική συνέχεια της προηγούμενης σειράς έργων του με τον γενικό τίτλο The Space Between (2007). Με αφορμή τη συγκεκριμένη έκθεση, ο κ. Γιάννης Αδαμάκος απάντησε στις ερωτήσεις του Culturenow.gr για τις επιρροές του, τους τόπους, τα χρώματα, το ρόλο της σκιάς και του φωτός στα έργα του.

Συνέντευξη: Μαριάννα Παπάκη

Culturenow.gr: Αυτή την περίοδο παρουσιάζεται στο Μουσείο Μπενάκη η έκθεσή σας με τίτλο «9 Lumen». Πείτε μας λίγα λόγια για τα έργα αυτής της έκθεσης αλλά και τον τίτλο της.
Γιάννης Αδαμάκος:
Η έκθεση περιλαμβάνει πάνω από 100 έργα, μεγάλες διαστάσεις λάδι σε καμβά και μικρότερα σχέδια γραφίτη σε χαρτί. Έχει τίτλο «9 lumen», που στην ουσία είναι μια μονάδα μέτρησης του φωτός που αντιστοιχεί στην ένταση του ελάχιστου φωτός που εκπέμπει ένα κερί.

Cul.N.: Πότε αρχίσατε να δημιουργείτε τα συγκεκριμένα έργα και ποια ήταν η πηγή της έμπνευσής σας;
Γ.Α.:
Ουσιαστικά ξεκίνησα να δουλεύω αυτά τα έργα πριν από 4 χρόνια. Συνήθως η ζωγραφική μου με οδηγεί με τρόπο φυσικό στην επόμενη αναζήτησή μου και ένιωθα ότι μέχρι εκείνο το σημείο δεν είχα εξαντλήσει την προσπάθειά μου να ερευνήσω την σχέση του φωτός και της σκιάς στα έργα μου όσο θα ήθελα. Επιχείρησα να φωτίσω τον χώρο της ζωγραφικής μου με το φως ενός κεριού ώστε να οδηγηθώ στην επιβλητικότητα του σκοταδιού, εκεί που τα αντικείμενα χάνουν τα σαφή όριά τους, και αυτή η υποβολή του ημίφωτος και η αναζήτηση του ομιχλώδους είναι αυτό που με οδήγησε στην πρόκληση να δοκιμάσω να αναδείξω φως μέσα από τα έργα μου χωρίς να το ζωγραφίσω αυτό καθεαυτό.

Cul.N.: Σημαντικά στοιχεία του έργου σας αποτελούν έννοιες όπως ο χώρος, το φως, η σκιά, η φιγούρα. Αυτά όμως είναι κυρίως διαπιστώσεις των ειδικών ή του κοινού που βλέπει ένα έργο σας. Εσείς ως καλλιτέχνης πώς αντιλαμβάνεστε αυτές τις έννοιες στη ζωγραφική σας;
Γ.Α.: Με βάζω συχνά στην θέση του κοινού, όσο μπορώ. Εμένα η προσπάθειά μου είναι να αγγίξω, χρησιμοποιώντας τα μέσα που έχω στην διάθεσή μου και τα στοιχεία που αναφέρετε, τον συναισθηματικό κόσμο του θεατή, να τον εκπλήξω όπως με εκπλήσσει εμένα τον ίδιο μερικές φορές αυτό που προκύπτει στον καμβά, να προκαλέσω το απρόοπτο. Χρησιμοποιώ την σκιά για να αναδείξω το φως, τον χώρο για να εντάξω την φιγούρα, το κενό και το διάστημα για να πάρω απόσταση από αυτό που φαίνεται. Θέλω να κάνω τον θεατή συνένοχο στο παιχνίδι του φωτός στην ζωγραφική επιφάνεια και να δημιουργήσω έργα με τον δικό τους ρυθμό και την δική τους ενέργεια, που να δίνουν την ψευδαίσθηση του βάθους με τις διαβαθμίσεις του μαύρου και του γκρι.

Cul.N.: Η ζωή σας και η διαμονή σας μοιράζεται μεταξύ Αθήνας και Τήνου. Για ποιους λόγους επιλέξατε την Τήνο; Τι στοιχεία έχει αυτό το νησί που σας κέρδισαν;
Γ.Α.: Η Τήνος είναι ένας πολύ ιδιαίτερος τόπος, ένα ιδιόμορφο τοπίο που αποτελεί πηγή τόσο έμπνευσης όσο και γαλήνης για εμένα. Έχει πολλά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και θα έλεγα είναι ένας δύσκολος τόπος, γιατί το μοναδικό τοπίο της και ο καιρός της έχουν μια αγριάδα που κρύβουν την ομορφιά της σε πολλούς, και δεν είναι τυχαίο που είναι το νησί τόσων καλλιτεχνών και μαρμαρογλυπτών. Είναι πολύ όμορφη η Τήνος και αποζητώ την γαλήνη και την μοναξιά της, το φως της, τις γυμνές πλαγιές της και τον δυνατό αέρα της που σαρώνουν το νησί χειμώνα καλοκαίρι.

Cul.N.: Πώς επιδρούν οι τόποι στο έργο σας; “Μεταφράζονται” σε χρώματα;
Γ.Α.: Νομίζω πως όλα όσα ζω, όσα προσπαθώ να πετύχω σαν άνθρωπος και σαν ζωγράφος, όσα βλέπω και παρατηρώ γύρω μου, και οι τόποι και οι άνθρωποι, όλα περνούν με έναν τρόπο μέσα στην ζωγραφική μου, και βγαίνουν στον καμβά, είτε ως χρώματα, είτε ως απουσία χρωμάτων, είτε σε φόρμες και φιγούρες, είτε σε απλές εναλλαγές του φωτός και του σκοταδιού. Έχω κάνει μια ενότητα έργων πιο παλιά που είχα ονομάσει τοπία της Τήνου, και αυτά συγκεκριμένα τα έργα είχαν τα χρώματα του τηνιακού τοπίου, το πράσινο και το καφέ των πλαγιών της. Αλλά πιστεύω πως συνήθως, στα περισσότερά μου έργα αυτό γίνεται με πιο έμμεσο και πιο υπαινικτικό τρόπο.

Cul.N.: Συχνά οι κριτικοί τέχνης επικαλούνται τον εξπρεσιονισμό για να μιλήσουν για το έργο σας και τις επιρροές σας. Συμμερίζεστε αυτή την άποψη; Ποιες είναι οι επιρροές σας και οι καλλιτέχνες που θαυμάζετε;
Γ.Α.: Ναι, θεωρώ πως η ζωγραφική μου έχει εξπρεσιονιστικά στοιχεία. Διαλέγω τους δασκάλους μου και τους συνομιλητές μου ανάλογα με την φάση στην οποία είναι η δουλειά μου και τις ανάγκες μου.  Νιώθω κοντά στον Ρόθκο και τον Μόραλη, νιώθω ότι αυτό που θέλω να αποτυπώσω έχει μια συγγένεια με τις δικές τους αναζητήσεις.
Cul.N.: Για να επιστρέψουμε στην έκθεση που παρουσιάζεται στο Μουσείο Μπενάκη, ο ιστορικός τέχνης και επιμελητής της έκθεσης κ. Κωνσταντίνος Παπαχρίστου επισημαίνει: «…Πέρα όμως από κάθε -απαραίτητη ή όχι- ερμηνευτική προσέγγιση, το έργο του Αδαμάκου είναι η απόδειξη ότι η ομορφιά μπορεί να είναι κρυμμένη στα πιο απλά πράγματα». Ποια η άποψή σας για την ομορφιά της απλότητας;
Γ.Α.: Πιστεύω ότι συνήθως η ομορφιά είναι κρυμμένη στα πιο απλά πράγματα. Ίσως μερικές φορές να χάνουμε την ουσία των απλών πραγμάτων λόγω του πληθωρισμού της σημερινής εποχής, σε όλους τους τομείς, από την κατανάλωση μέχρι την καταιγιστική πληροφόρηση. Αυτό ως ένα σημείο είναι φυσικό, όμως σε τελική ανάλυση πάντα τα πιο απλά και βασικά πράγματα είναι αυτά που έχουν μεγαλύτερη αξία, όπως και αν τα ορίσει αυτά κανείς.
Cul.N.: Μετά την έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη, υπάρχει προγραμματισμός για επόμενη έκθεση ή είναι ακόμα νωρίς;
Γ.Α.:
Όχι, είναι ακόμα πολύ νωρίς!