Στο κείμενο που την συνοδεύει, ο Γιάννης Λασηθιωτάκης σημειώνει:
Σε αυτήν την έκθεση γίνεται μια προσπάθεια ανασυγκρότησης ενός χωρικού γεγονότος στο οποίο ο θεατής καλείται να βιώσει τον ανθρώπινο πόνο, ακολουθώντας τη λογική και τη σημειολογία μιας σταύρωσης. Έργα στις ίδιες διαστάσεις, αναρτημένα σε σχέσεις διαλόγου, αφηγούνται χωρίς περιγραφικότητα καταστάσεις εύθραυστης ισορροπίας. Μαύρες γραμμές ανιχνεύουν όρια, σχίζουν αποφασιστικά το τελάρο από άκρη σε άκρη, αγγίζουν ένα κόκκινο αιμάτινο παραλληλόγραμμο, ψηλαφώντας το τραύμα της ανθρώπινης φθαρτότητας. Ο καμβάς υπάρχει εκεί πάντα, πάλλευκος και άμωμος, για να δεχθεί τις επεμβάσεις, ως υπενθύμιση, ως ιερά σινδόνη.
Σε μια μεγάλη τοιχογραφία επάλληλα σχήματα διαφορετικών χρωμάτων δημιουργούν μια χωροχρονική σήραγγα. Υποβάλλουν την αίσθηση ενός ιδεατού άυλου χώρου. Καλούν τον θεατή να δρασκελίσει το κατώφλι μιας υπερβατικής άγνωστης περιοχής, μεγαλειώδους και διχαστικής -όπου ο πόνος είναι παρών, αλλά απελευθερώνει και λυτρώνει.
Τα σχήματα σε παραλλαγές είναι κομμάτια, θραύσματα, αποσπάσματα ενός έργου σε συνεχή διαμόρφωση. Τίποτα δεν είναι ακέραιο, τελεσίδικο, ολοκληρωμένο.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Στοιχεία επαναλαμβάνονται επίμονα σαν κώδικας, σαν πολύχρωμα ηχητικά σήματα μιας άφωνης ακολουθίας.
Οι Πύλες
Τι είναι λοιπόν οι Πύλες του Παραδείσου; Είναι το οικείο, το γνωστό, το ασφαλές που μας καθησυχάζει, ή το άγνωστο που μας φοβίζει και μας προκαλεί; Είναι το αίμα, η απώλεια, η εμπειρία του πένθους, η καταστροφή, ο πόνος και στον αντίποδα το όνειρο, η μνήμη, το ιδανικό, το μεγάλο υπαρξιακό ερώτημα του τέλους. Το Πέρασμα στην άλλη όχθη, στο επέκεινα.
Οι Πύλες είναι τόποι παράξενοι και μυστηριώδεις, ιδεατοί και ιδανικοί, άυλοι και απτοί. Αφήνονται στην ενατένιση ή στο άγγιγμα του θεατή, ακροβατώντας στο μεταίχμιο μνήμης και λήθης, πραγματικότητας και φαντασίας.
Στέκουν ανάμεσα στο «εδώ» και το «εκεί», χωρίζουν και ταυτόχρονα ενώνουν ετερότητες, ορίζουν μεταβατικούς τόπους. Είναι δυνητικά τοπία διαβάσεων και αποκαλύψεων. Καθοδηγούν το βλέμμα του θεατή σε ένα άδηλο και ακαθόριστο προοπτικό βάθος, σε ένα μέλλον ακόμη άγνωστο και ανεξιχνίαστο.
Τα Περάσματα, αυτές οι γραμμικές επάλληλες Πύλες του ελάχιστου υλικού αποτυπώματος, είναι νοητά κατώφλια που το έργο μας καλεί να διαβούμε.
Αν οδηγούν στον Παράδεισο εναπόκειται στον επισκέπτη της έκθεσης να το αποφασίσει.
–Γιάννης Λασηθιωτάκης, Νοέμβριος 2021