Πρόκειται για μια εγκατάσταση στο χώρο από ζωγραφισμένα τούβλα και κεραμίδια, η οποία περιβάλλεται από σειρά εκατό σχεδίων μεικτής τεχνικής.

Όπως γράφει ο ίδιος ο Γιάννης Ψυχοπαίδης: «με αφορμή πρόσφατο ταξίδι στην Μάγκνα Γκρέτσια και στους ερειπιώνες των σικελικών πολιτισμών της, περπατώντας αργότερα στα φιλόξενα ελληνικά ακρογιάλια της Πελοποννήσου, μακριά από την παράνοια των καταναγκασμών της μεγαλούπολης, ανακαλύπταμε και τους μικρούς θησαυρούς που απλόχερα χαρίζει η θάλασσα. Εκεί που βγάζει στις ακτές θαυμάσιες πέτρες, βότσαλα, σπασμένα ξύλα, κοχύλια, φθαρμένα πλαστικά, σκουριασμένα σίδερα, φαγωμένα μάρμαρα. Αλλά πιο πολύ παρασέρνει τα πιο ελαφριά απ’ όλα αυτά, αυτά που πιο εύκολα τα σπρώχνει έξω το κύμα και γεμίζουν τις αμμουδιές. Είναι τα σπασμένα τούβλα και τα κεραμίδια, οι μικρές αλλοιωμένες φόρμες, κεραμιδιά θραύσματα πού έχουν χάσει τα πρώτα τους σχήματα, χρόνια μέσα στο νερό. Σπαρμένα στην άμμο, με τις παράξενες όψεις, οι «κυψέλες» αυτές από σπασμένα τούβλα και τσακισμένα κομμάτια, με τον χρόνο να’ χει λειάνει την μορφή τους, ψάχνουν έναν φανταστικό, ελλειπτικό μικρόκοσμο μιας παράδοξης μικρογλυπτικής από όγκους, πλαστικούς ρυθμούς και καμπυλώσεις θερμών χρωματικών τόνων. Μέλη από παλιά οικοδομήματα ήτανε κάποτε και αυτά, κομμάτια και θρύψαλα από περήφανα κτίσματα, ανθρώπινες κατασκευές για ταπεινά ή μεγαλειώδη ενδιαιτήματα, μάρτυρες άλλων εποχών, ίχνη στους χρόνους που περνούν και αφήνουν πίσω τους ερείπια. Από ένα μακρινό ή πρόσφατο παρελθόν ξεβρασμένα στο σήμερα, τα σπασμένα αυτά κομμάτια μας ανακαλούν με την φαντασία την νοητή προϊστορία τους, μια αλλοτινή ζωή που κάποτε υπήρξε, ανθρώπινες υπάρξεις που χτίζανε και στέριωναν τα σπίτια τους, τις ελπίδες και τα όνειρά τους.

Αυτές οι θρυμματισμένες μνήμες, τα σπαράγματα μιας άλλης ζωής, ζητούν σήμερα να μεταμορφωθούν μέσα από την εικαστική γλώσσα σε μικρές συμβολικές «κοιλάδες των ναών», φανταστικά κτίσματα και κατοικίες, πρωτόγονοι νέοι οικισμοί, μαρτυρίες μιας νέας ελπίδας για την συνέχιση της ζωής.

Νέες, αλλόκοτες, τούβλινες κατασκευές που συνθέτουν χρωματικές πανδαισίες από «κυψέλες ζωής», πολύχρωμες οντότητες από ξαναζωντανεμένα μικρά, ξαναχτισμένα ερείπια, στο πείσμα των βάρβαρων καιρών, στο πείσμα των μονόχρωμων, μαύρων, σκοτεινών προμηνυμάτων».

Γιάννης Ψυχοπαίδης – Σύντομο Βιογραφικό Σημείωμα:

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1945. Σπούδασε χαρακτική με υποτροφία στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1963-1968). Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στη ζωγραφική (1970-1976) στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου με υποτροφία από την Γερμανική Υπηρεσία Ακαδημαϊκών Ανταλλαγών (DAAD). Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στη Γερμανία προσκεκλημένος του Καλλιτεχνικού Προγράμματος της πόλης του Δ. Βερολίνου. Το 1994 εξελέγη τακτικός καθηγητής στην Α.Σ.Κ.Τ. της Αθήνας. Κατά την δεκαετία του 1960 υπήρξε μέλος της Καλλιτεχνικής Ομάδας Α΄ στην Αθήνα και της εικαστικής ομάδας του περιοδικού ”Επιθεώρηση Τέχνης”. Ήταν επίσης ιδρυτικό μέλος της ομάδας των ”Νέων Ελλήνων Ρεαλιστών” (1971-1973) και του Κέντρου Εικαστικών Τεχνών (1974-1976). Από το 1966 παρουσιάζει τη δουλειά του σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις σε μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, στις ΗΠΑ και στην Ιαπωνία.