Είχα ένα πολύ τολμηρό δάσκαλο, τον Κουν, ο οποίος είδε σε εμένα… δεν ξέρω τι είδε… Ότι μπορούσα να μιλήσω στους άλλους, να πω την ιστορία..
Έτσι, παίζοντας ταυτόχρονα στο θέατρο, ξεκίνησα – από πολύ νωρίς το 1976 συγκεκριμένα – να διδάσκω αυτοσχεδιασμό και υποκριτική. Η σκηνοθεσία ήρθε αργότερα.
Το Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι, δυστυχώς, ελλιπές και προβληματικό. Ξεκινώντας από μια ανεπαρκή μέση εκπαίδευση αρχίζει να ξετυλίγεται ένα κουβάρι γεμάτο κόμπους για να καταλήξει στην εργασία. Οι θεατρικές σχολές δεν είναι σωστά δομημένες. Ο χρόνος φοίτησης σε αυτές είναι μικρός και το περιεχόμενο σπουδών ελλιπές. Είναι δύσκολο να εκπαιδεύσεις κάποιον, αν θέλεις πραγματικά να του θέσεις εκείνες τις βάσεις που θα του επιτρέψουν να κάνει με τη σειρά του το δικό του προσωπικό ταξίδι.
Αν διδάσκεις έχοντας σα γνώμονα να επιβάλεις αυτό που κατάλαβες εσύ, και μόνον αυτό, τότε νομίζω ότι έχεις αποτύχει. Θεωρώ επιτυχία το να επιτρέψεις στον εκπαιδευόμενο να αναπτύξει το δικό του βλέμμα και να δει τον ορίζοντα. Η εκπαίδευση είναι προσωπική. Κάθε μαθητής κουβαλά έναν ολόκληρο κόσμο μέσα του που πρέπει να προσπαθήσεις να κατανοήσεις προκειμένου να επικοινωνήσεις. Και η επικοινωνία από τη φύση της είναι μια δύσκολη υπόθεση. Χρειάζεται χρόνος και κοινή προσπάθεια για να ανοίξουν οι δρόμοι. Η μονόπλευρη παράδοση γνώσεων και πληροφοριών δεν ωφέλησε ποτέ κανέναν. Για αυτό και η εκπαίδευση είναι μια χρονοβόρα διαδικασία. Μέσα από την εμπειρία μου, κατάλαβα πως οφείλεις να μιλάς συνέχεια, να προσπαθείς πάντα να συναντήσεις τον άλλον με σκοπό κάποια στιγμή όλο αυτό να αποβεί και χρήσιμο. Να απαντήσεις κι εσύ κι ο διδασκόμενος στα μεγάλα ερωτήματα: Γιατί είμαι εδώ, πού πάω, από πού και γιατί; Ένα ταξίδι στον κόσμο των ερωτηματικών που ενίοτε πραγματώνεται και πάνω στη σκηνή με ρόλους.
Όμως όλα γίνονται πιο δύσκολα όταν στα 17 – 18 τους χρόνια τα παιδιά δεν έχουν τις βάσεις για ένα τέτοιο ταξίδι. Δεν έχουν διδαχθεί ποτέ ιστορία του πολιτισμού – και μάλλον η Ελλάδα είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που δεν φαίνεται να έχει προσαρμόσει το μάθημα αυτό στο εκπαιδευτικό της σύστημα. Ο μαθητής δείχνει πολλές φορές να αδυνατεί να ξεχωρίσει δύο μουσικά όργανα ή δυο μέγιστους ζωγράφους. Ποιός είναι ο Αισχύλος και ποιός ο Μολιέρος. Ποιός είναι ο Σαίξπηρ και ποιός ο Δημήτρης Κεχαϊδης ή η Λούλα Αναγνωστάκη. Δεν έχει καμιά ιδέα. Από πού να ξεκινήσεις; Για ένα ταξίδι στην ιστορία του πολιτισμού χρειάζονται χρόνια, οπότε προσπαθείς με διάφορες μεθόδους να τον στρέψεις προς εκείνο που πιθανόν να τον ενδιαφέρει περισσότερο. Προσπαθείς μάλλον να ξυπνήσεις το ενδιαφέρον του, να του ακονίσεις την έκφραση των συναισθημάτων, να του οξύνεις το βλέμμα, να μπορεί να δει. Όμως, ποιό βλέμμα, ποιά φωνή, ποιό συναίσθημα; Ζούμε σε πόλεις όπου τα δωμάτιά μας είναι 2Χ2, 3Χ3, 4Χ4. Όταν πάμε να φωνάξουμε δυνατά βραχνιάζει η φωνή μας, όταν κοιτάμε τον ορίζοντα βλέπουμε μόνο ένα σημείο γιατί το βλέμμα μας έχει εγκλωβιστεί στο 4Χ4.
Τα παιδιά στο σχολείο δεν διαβάζουν ούτε όσο πρέπει ούτε αυτό που πρέπει. Και όχι…δεν είναι τεμπέληδες. Καθόλου. Ποτέ δε φταίνε οι νεότεροι. Όταν ένα παιδί έρχεται στη σχολή και έχει άγνοια, σε καμιά περίπτωση δε φταίει αυτό. Κατά τα άλλα εμείς οι μεγαλύτεροι βρίσκουμε εύκολες ταμπέλες. «Είναι τεμπέλης, δεν ενδιαφέρεται, δεν, δεν, δεν…». Το λάθος οφείλεται σε εκείνους που διδάσκουν και όχι σε εκείνους που διδάσκονται. Οφείλεις σαν δάσκαλος να του κεντρίζεις συνεχώς το ενδιαφέρον για να παρακολουθεί, να είναι εδώ, να μαθαίνει. Και από εκεί και πέρα ας αποφασίσει. Να τον πείσεις, ότι μπορεί να είναι δημιουργικός. Ότι μπορεί να έχει προσωπικό βλέμμα. Ότι μπορεί να πει τη δική του απολύτως προσωπική ιστορία, που δε μπορεί να μοιάζει με των άλλων, ακόμη και αν είναι η ίδια. Κι αυτό είναι πάρα πολύ δύσκολο για ένα νέο άνθρωπο όταν μεγαλώνει σε ένα σύστημα που ομογενοποιεί τα πάντα. Δεν επιτρέπεται να είσαι διαφορετικός, δεν επιτρέπεται να έχεις προσωπικό βλέμμα, φταις, φταις, φταις.
Στη δουλειά μας κάθε ιστορία μπορεί να είναι αληθινή και νόμιμη, φτάνει να βρεις τον τρόπο να πείσεις και να παράγεις συγκίνηση στον άλλον, και σκέψεις. Ξοδεύω, κάθε φορά, χρόνο, για να σκεφτώ μήπως η ιστορία του άλλου είναι καλύτερα διατυπωμένη από αυτή που θα έλεγα εγώ. Προσπαθώ να επικοινωνήσω με τους νεότερους, χωρίς αυτό να αναιρεί την όποια αυστηρότητα, το ύφος και το ήθος που χρειάζεται η εκπαίδευση.
INFO: Ο Γιάννης Ρήγας γεννήθηκε το 1955. Είναι απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης. Μπορεί να ξεκίνησε την καριέρα του ως ηθοποιός όμως πλέον είναι σκηνοθέτης στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και όχι μόνο, αφού είναι ακόμη Διευθυντής Σπουδών της Δραματικής Σχολής του ΚΘΒΕ. Φέτος, σκηνοθέτησε μεταξύ άλλων την παράσταση «Μικρά Διονύσια», με αφορμή τη συμπλήρωση 50 ετών από την ίδρυση του ΚΘΒΕ.