Ο ζωγράφος Γιώργος Αυγέρος, παρουσιάζει τη νέα του εικαστική δουλειά με τίτλο «Τρίτη διάσταση», στην γκαλερί Άλμα και εμείς δε χάσαμε την ευκαρία να τον «ανακρίνουμε».
Η έκθεση ζωγραφικής του Γιώργου Αυγέρου, φιλοξενείται στη γκαλερί Άλμα στα Τρίκαλα, από τις 23 Μαρτίου έως και τις 23 Απριλίου 2013. Με αυτή την αφορμή, το www.culturenow.gr επικοινώνησε με το ζωγράφο, ο οποίος έδωσε ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες απαντήσεις στις ερωτήσεις μας.
Συνέντευξη: Νώντας Δουζίνας
Culturenow.gr: Πραγματοποιούμε αυτή τη συνέντευξη, με αφορμή την έκθεσή σας στην γκαλερί Άλμα. Θα μας εξηγήσετε τους κεντρικούς άξονες αυτής της έκθεσης;
Γιώργος Αυγέρος: Ο κεντρικός άξονας αυτής της έκθεσης είναι αυτό ακριβώς που λέει ο τίτλος της « Τρίτη διάσταση». Μια σειρά έργων με έντονο το στοιχείο της ψευδαίσθησης του βάθους. Ένα πρόβλημα που έχει απασχολήσει πολλούς ζωγράφους από την κλασσική αρχαιότητα έως και σήμερα.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Cul.N.: Θεωρείστε ως ένας ζωγράφος που δημιουργεί ρεαλιστικούς πίνακες, που πάντως δεν έχουν σχέση με τις έννοιες ρεαλισμός και νατουραλισμός. Ποιος είναι ο «δικός σας ρεαλισμός»;
Γ.Α.: Σαφώς υπάρχει στα έργα μου και ο νατουραλισμός και ο ρεαλισμός. Μάλλον η υποκειμενική ματιά, σε συνδυασμό με την τεχνική που χρησιμοποιώ, δημιουργεί μια άλλη κατάσταση που δεν με ενδιαφέρει να την εξηγήσω περισσότερο και να της δώσω όνομα. Επειδή σαν χαρακτήρας είμαι αρκετά λογικός, θέλω να αφήνω και μερικά πράγματα να μου κλείνουν πονηρά το μάτι από την σκιά που βρίσκονται.
Cul.N.: Στο έργο σας κτίζετε την εικόνα πάνω σε διαφορετικά επίπεδα ζωγραφισμένων φύλλων διαφανούς φιλμ. Πώς προέκυψε αυτή η διαφορετική τεχνοτροπία και τι θέλετε να αποτυπώσετε μέσω αυτής;
Γ.Α.: Μετά την ζωγραφική, για αρκετά χρόνια ασχολήθηκα με την γλυπτική και τις κατασκευές. Αρκετά επίπονη διαδικασία. Κάνοντας ένα διάλειμμα για ξεκούραση αλλά και από ενδιαφέρον δούλευα μια σειρά έργων στον υπολογιστή που ήταν για τύπωμα. Σαν υλικό για το τύπωμα επέλεξα την διαφάνεια μια και η δουλειά είχε σχέση με την ακτινογραφία. Το επόμενο βήμα ήταν να σχεδιάσω εγώ πάνω στην κατάλληλη διαφάνεια με το κατάλληλο κάρβουνο. Δημιουργώντας τα πρώτα μεγάλα δέντρα μου δημιουργήθηκε από μόνη της η ανάγκη να χρησιμοποιήσω και ανάγλυφα στοιχεία. Στην αρχή χρησιμοποίησα μέταλλο αλλά μετά επέλεξα σαν ποιο κατάλληλο υλικό σε σχέση με την διαφάνεια το πλέξιγκλας. Πλέξιγκλας ανάγλυφο, ζωγραφισμένο με σκόνες χρώματα σε συνδυασμό με επίπεδη ζωγραφική με κάρβουνο πάνω στην διαφάνεια είχαν ένα γοητευτικό αποτέλεσμα και έναν μαγικό θα έλεγα τρόπο απόδοσης ενός εικαστικού έργου. Τα τελευταία έργα είναι μόνο ζωγραφικά, συνήθως σε δύο επίπεδα με ένα κενό μεταξύ τους από 3 χιλ. -3 εκ. ανάλογα το μέγεθος του έργου.
Cul.N.: Ποιες ήταν επιρροές σας, ώστε να φτάσετε να δημιουργήσετε τη δική σας καλλιτεχνική –και όχι μόνο- προσωπικότητα;
Γ.Α.: Θα ξεχωρίσω την πρώτη και ποιο σημαντική στα γυμνασιακά μου χρόνια που ήταν του ζωγράφου Αντώνη Πετρουλάκη. Αυτός μου εμφύσησε την αγάπη και τον σεβασμό που ένοιωθε για την ζωγραφική και για την τέχνη γενικά.
Cul.N.: Η κύρια πηγή έμπνευσής σας είναι το φυσικό περιβάλλον. Γιατί προτιμήσατε το περιβάλλον σε σύγκριση π.χ. με τις προσωπογραφίες;
Γ.Α.: Η φύση με συγκινεί ιδιαίτερα – γι αυτό άλλωστε επέλεξα να μείνω στα Χανιά- αλλά η αναφορά της σε αυτή την δουλειά μου είναι μάλλον συμπτωματική. Άλλωστε όλες οι προηγούμενες δουλειές μου ήταν ανθρωποκεντρικές και σαν σκέψη υπάρχει πάντα στο μυαλό μου. Αλλά ακόμα και εδώ σε μερικά έργα η παρουσία του ανθρώπου υπάρχει διακριτικά.
Cul.N.: Ο καθένας από εμάς προσλαμβάνει την πραγματική φύση, ή ο τρόπος πρόσληψης παραστάσεων του καθενός είναι υποκειμενικός;
Γ.Α.: Θα έλεγα ότι συμβαίνει το αντίθετο. Αν καθίσεις ήσυχος κοντά στην φύση και την αφουγκραστείς, αυτή έχει την δύναμη και τον τρόπο να σε προσλάβει και να σε απορροφήσει.
Cul.N.: Προσπαθείτε να αναπαραστήσετε τη φύση, όπως την αντιλαμβάνεστε μέσω των δεδομένων των αισθήσεών σας (όραση, ακοή, όσφρηση) ή όπως την αντιλαμβάνεστε με βάση τα συναισθήματα που σας δημιουργεί;
Γ.Α.: Όλα είναι σε συνεργασία, αισθήσεις συναισθήματα και λογική.
Cul.N.: Πόσο δύσκολη είναι η άσκηση τέχνης στην ελληνική επαρχία; Ποια είναι τα μειονεκτήματα και πλεονεκτήματα αυτής της περίπτωσης;
Γ.Α.: Η άσκηση της τέχνης δεν έχει καμιά διαφορά είτε στην επαρχία είσαι, είτε στην Αθήνα. Αυτό που διαφέρει είναι η οικονομική επιβίωση από την τέχνη, που για αυτό φροντίζεις να έχεις επαφές με το κέντρο και όχι μόνο. Άλλωστε στην Αθήνα εκθέτω πρώτα συνήθως. Επίσης η διαφορά είναι στην καθημερινότητα που είναι ποιο απλή και έχεις λιγότερο άγχος και περισσότερο χρόνο αν έχεις την αυτοπειθαρχία για να τον αξιοποιήσεις κατάλληλα, γιατί οι πειρασμοί εδώ ίσως είναι περισσότεροι και εύκολα μπορείς να ξεστρατίσεις και να βουλιάξεις. Απόδειξη, στα Χανιά ζουν πάνω από 50 εικαστικοί καλλιτέχνες – εκτός από τους αυτοδίδακτους – οι ενεργοί μετρούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού. Αυτό που είναι πιο σημαντικό ίσως είναι η απουσία επαφής με σημαντικά εικαστικά γεγονότα, ζυμώσεις κοινωνικοπολιτικές ή σημαντικούς ανθρώπους. Όχι ότι απουσιάζουν και τελείως από τα Χανιά τουλάχιστον. Πάντως και στην Αθήνα δεν νομίζω ότι συμβαίνει κάτι ιδιαίτερο. Στην σημερινή εποχή όπου η πληροφόρηση μέσω διαδικτύου είναι τόσο μεγάλη όσο και οι μετακινήσεις πολύ εύκολες τα ταξίδια στην Αθήνα και στο εξωτερικό καλύπτουν εν μέρει αυτό το κενό.
Cul.N.: Υπάρχουν κάποια συναισθήματα που θα θέλατε να δημιουργήσετε στους επισκέπτες της έκθεσης, όταν αυτοί αντικρίσουν τα έργα σας;
Γ.Α.: Συγκεκριμένα συναισθήματα όχι. Μου αρκεί να νοιώσουν. Άλλωστε με την τεχνική αυτή χρησιμοποιώ την ψευδαίσθηση της τρίτης διάστασης για να δημιουργήσω μια οπτική παγίδα. Μια παγίδα που θα τους τραβήξει μέσα στο έργο για να κάνουν τη δική τους περιπλάνηση, σαν αυτή που έκανε η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων όταν κατά τύχη έπεσε στην τρύπα όπως γράφω και στην αρχή του καταλόγου της έκθεσης.
Cul.N.: Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
Γ.Α.: Έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση σήμερα στην Ελλάδα δεν νομίζω ότι έχει κανείς την δυνατότητα να κάνει μακροπρόθεσμα σχέδια για το μέλλον. Μόνο ευχές. Ευχές να έχομε υγεία, να συνεχίσομε το εικαστικό μας έργο, να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας με αξιοπρέπεια και βέβαια να μην είμαστε οι παρίες της Ευρώπης.