Το έργο
Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ (Bertolt Brecht), προκειμένου να γράψει την Άνοδο του Αρτούρο Ούι, βασίστηκε στις Φλωρεντινές ιστορίες του Νικολό Μιακιαβέλι. Το έργο πραγματεύεται την ιστορία μιας ομάδας κοινών εγκληματιών, οι οποίοι μεταμορφώνονται σταδιακά σε πολιτικό μόρφωμα αφενός, με την ανοχή του κεφαλαίου και αφετέρου, με την τυφλή υπακοή της μάζας. Ιδιαίτερης δραματουργικής αξίας είναι η επί σκηνής μεταμόρφωση του ομώνυμου ήρωα από κοινό κακοποιό σε πολιτικό ηγέτη.
Η Άνοδος του Αρτούρο Ούι ανήκει στα παραβολικά έργα του Γερμανού συγγραφέα, όπως υποδηλώνει και η υποσημείωση στον τίτλο. Γράφτηκε το 1941, κατά τη σύντομη διαμονή του Μπρεχτ στο Ελσίνκι, λίγους μήνες προτού μεταβεί στην Καλιφόρνια των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο Μπρεχτ είχε ήδη εγκαταλείψει την Γερμανία, μετά το κάψιμο των βιβλίων έξω από το Ράιχσταγκ, στις 28 Φεβρουαρίου του 1933. Στη συνέχεια, μετά από μια σύντομη στάση στην Ευρώπη, μετέβη στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπου έγραψε μερικά από τα πιο σημαντικά του έργα (π.χ. Η Μάνα κουράγιο, Ο κύκλος με την κιμωλία κα). Ήδη όμως τον ενδιέφεραν πολύ οι αμερικάνικες γκανγκστερικές ταινίες που αποτύπωναν την οργάνωση και λειτουργία αυτών των ομάδων, ενώ συνέλεγε επίσης αποκόμματα εφημερίδων που αναφέρονταν στις δολοφονίες μελών αυτών των γκανγκστερικών ομάδων.
Στην Γερμανία του μεσοπολέμου, όπου κυριαρχεί η ανέχεια και η φτώχεια, η άνοδος του Αδ. Χίτλερ με την αμέριστη συμπαράσταση και βοήθεια των πολιτικών και επιχειρηματικών μηχανισμών της κλυδωνισμένης χώρας μοιάζει σωτήρια για έναν λαό που δοκιμαζόταν από προβλήματα επιβίωσης. Η πρόταση του Εθνικοσοσιαλιστικού Εργατικού κόμματος της Γερμανίας (NSDAP) βρήκε ευήκοα ώτα τόσο στον αδηφάγο επιχειρηματικό κόσμο, όσο και στον δοκιμαζόμενο λαό, με αποτέλεσμα τον πιο αιματηρό πόλεμο του 20ού αιώνα.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Στο έργο απεικονίζεται αυτή ακριβώς η διαδρομή του Χίτλερ, από τη δημοκρατία της Βαϊμάρης μέχρι και την νίκη του NSDAP στις εκλογές που του χάρισε την Καγκελαρία. Ο Ντόγκσμπορου, ένας κομματάρχης απατεώνας που αρέσκεται στον προσωπικό του πλουτισμό, αποφασίζει να χρησιμοποιήσει ένα ανδρείκελο προκειμένου να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά του. Μόνον που τα πράγματα ξεφεύγουν του ελέγχου του και αποδεικνύεται ότι ο κακοποιός που μάζεψε από τον δρόμο είναι πιο έξυπνος κατορθώνοντας να ηγηθεί μιας ομάδας πολλών ακόμα κακοποιών, οι οποίοι υπό το μανδύα μιας φιλολαϊκής πολιτικής επικρατούν δολοφονώντας, κλέβοντας και λέγοντας ψέματα. Συντροφικά μαχαιρώματα, χρηματισμός πλούσιων και φτωχών και εκβιασμοί είναι μερικές μόνο από τις μεθόδους που μετέρχονται ο Ούι και η ομάδα του προκειμένου να κρατηθούν στην εξουσία. Ο φόβος, αλλά και το βόλεμα είναι αυτό που θα κάνει τους πλούσιους, αλλά και τους πολύ φτωχούς να κρατήσουν κλειστό το στόμα τους.
Η παράσταση
Ο Άρης Μπινιάρης έστησε μια αριστουργηματική παράσταση. Εκκινώντας από το γεγονός ότι σκηνοθέτησε μπρεχτικά, από τα κοστούμια και τα σκηνικά, μέχρι την υποκριτική, την κινησιολογία και, φυσικά, τη σκηνοθεσία. Η παράσταση αποδεικνύει συστηματική και εις βάθος έρευνα του σκηνοθέτη, όχι μόνον αναφορικά με το έργο, αλλά και σε σχέση με την εποχή που γράφτηκε, η οποία φέρει πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά με τρομακτικές αναλογίες στο σήμερα, τόσο σε παγκόσμια, όσο και σε τοπική κλίμακα.
Μέσω της μεθόδου της αποστασιοποίησης, την οποία εισήγαγε το μπρεχτικό θέατρο, ο σκηνοθέτης απέδωσε τα μεγαλύτερα και χειρότερα εγκλήματα που διαπράττονται, διαχρονικά, από τον άνθρωπο χωρίς να βασιστεί στο συναίσθημα του θεατή, αλλά στην κοινή λογική του. Το μεγαλύτερο επίτευγμα δέ του μπρεχτικού θεάτρου, δηλαδή να προβληματίζει το κοινό, ενώ παράλληλα αυτό διασκεδάζει χωρίς όμως να ταυτίζεται συναισθηματικά με την παράσταση, το πέτυχε στο ακέραιο ο Ά. Μπινιάρης.
Οι ηθοποιοί
Έξοχη η επιλογή του Γιώργου Χρυσοστόμου στο ρόλο του πρωτόγονου κακοποιού Ούι, ο οποίος σταδιακά μεταμορφώθηκε στον μεγαλύτερο σφαγέα του 20ού αιώνα. Υποδειγματικός τόσο ως κακοποιός, όσο και αργότερα ως Ούι-Χίτλερ. Πολύ καλός επίσης ο Κώστας Κορωναίος, ιδιαίτερα ως Ηθοποιός, ο οποίος μέσα από ένα ιδιότυπο «θέατρο-μέσα-στο-θέατρο» έδειξε την, τρομακτική, ενίοτε δύναμη του θεάτρου που μεταμορφώνει τον Ούι σε πολιτικό γίγαντα. Ξεχώρισε επίσης η Αλεξία Σαπρανίδου, η οποία κατόρθωσε, σε πολλά σημεία της παράστασης, να κυριαρχήσει σκηνικά με τη στιβαρή της παρουσία. Ο Γιάννης Αναστασάκης ήταν συχνά απολαυστικός, ωστόσο η κακή άρθρωση αποτελεί σημαντική τροχοπέδη στην σκηνική του παρουσία. Τέλος, όλοι οι ηθοποιοί υπήρξαν εξαιρετικοί (Μιχάλης Βαλάσογλου, Θανάσης Ισιδώρου, Άρης Κασαπίδης, Τάσος Κόρκος, Δαυίδ Μαλτέζε, Ερρίκος Μηλιάρης, Φοίβος Συμεωνίδης, Μαρία Παρασύρη).
Οι Συντελεστές
Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ είχε επηρεαστεί σημαντικά από τις, επικών διαστάσεων, εγκαταστάσεις που συνήθιζε να στήνει ο δάσκαλος και μέντοράς του, Έρβιν Πισκάτορ. Ανάλογη ήταν συνεπώς και η αντίληψη του Μπρεχτ για τα σκηνικά, τα οποία έπρεπε να λειτουργούν αποξενωτικά προς το κοινό, μην επιτρέποντάς του την όποια συναισθηματική ταύτιση. Με ανάλογο τρόπο λειτούργησε και το εξαιρετικό σκηνικό της παράστασης (Σκηνικά-Κοστούμια: Πάρις Μέξης) επιτυγχάνοντας να αποδώσει την αίσθηση του χώρου δράσης, ενώ ουσιαστικά παρέμεινε άχρονο και απομακρυσμένο από οποιονδήποτε σκηνικό ρεαλισμό. Υπέροχα επίσης τα κοστούμια, τα οποία λειτούργησαν στην ίδια λογική, ενώ παράλληλα δημιούργησαν ανδρείκελα κρυμμένα πίσω από μάσκες αντί για αληθινά πρόσωπα. Σημαντικός ο ρόλος επίσης της περούκας που χρησιμοποιήθηκε σε πολλούς από τους ήρωες (Χρόνης Τζήμος). Η αποτύπωση της ατμόσφαιρας βασίστηκε σημαντικά επίσης στους τόσο έντονους φωτισμούς (Στέλλα Κάλτσου), οι οποίοι υπογράμμιζαν την εξπρεσιονιστική λογική του σκηνοθέτη. Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η έρευνα προφανώς οδήγησε τον σκηνοθέτη να αναπλάσει σκηνικά την πρώιμη συγγραφική φάση του Μπέρτολτ Μπρεχτ (Bertolt Brecht) (Μπάαλ, Η ζούγκλα των πόλεων), ο οποίος πάτησε στον εξπρεσιονισμό προκειμένου να αποδώσει την κοινωνική αγριότητα και το σκοτάδι της παρακμάζουσας Γερμανίας.
Ο Μπρεχτ, μέσα από το Μικρό όργανο για το θέατρο, έδωσε πολύ μεγάλη σημασία στο ρόλο της κίνησης, ανατρέχοντας και στο χορό της αρχαίας τραγωδίας, ως αναπόσπαστο κομμάτι της επιθυμητής αποστασιοποίησης. Τη σημασία αυτή απέδωσε ο σκηνοθέτης στην παράσταση, με μια νευρώδη και διαρκώς σε κίνηση παρουσία των ηρώων του, ιδιαίτερα των μελών της συμμορίας του Ούι, υπογραμμίζοντας έτσι τη ζωώδη καταγωγή τους (Κίνηση-Χορογραφία: Χαρά Κότσαλη).
Τέλος, πολύ καλή η μετάφραση του Κ. Παλαιολόγου, η οποία πέτυχε να επικοινωνήσει με δραματουργική συνέπεια, αλλά και σύγχρονο τρόπο τα νοήματα του έργου.
Εν κατακλείδι
Ο Άρης Μπινιάρης λειτούργησε σε πολλαπλά δραματουργικά, νοηματικά και παραστασιακά επίπεδα, παραδίδοντας στο κοινό μια παράσταση ανατριχιαστικά παραβολική, αλλά όχι δογματικά διδακτική και με εξαιρετική αισθητική. Ο σκηνοθέτης, για ακόμα μια φορά, επιβεβαίωσε την σκηνική του ευφυία, ενώ απέδειξε ότι μπορεί να σκηνοθετήσει πολύ καλά και μπρεχτικά έργα. Διευρύνοντας διαρκώς την δραματουργική του ακτίνα, ο Άρης Μπινιάρης δημιούργησε μια παράσταση-εμπειρία αποδεικνύοντας ότι στη θεατρική Αθήνα υπάρχουν και παραστάσεις που είναι μοναδικές.
Photo Credit: Patroklos Skafidas
Διαβάστε επίσης:
Η άνοδος του Αρτούρο Ούι, του Μπέρτολτ Μπρεχτ σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη στο Θέατρο ARK