Από τις Εκδόσεις Παπαζήση κυκλοφορεί το βιβλίο Η φιλοσοφία του πνεύματος. Το αντικειμενικό πνεύμα, Το απόλυτο πνεύμα του G. W. Fr. Hegel σε μετάφραση του Δημήτρη Τζωρτζόπουλου.


Το παρόν έργο αποτελεί το τρίτο τμήμα της εγελιανής  Εγκυκλοπαίδειας των Φιλοσοφικών Επιστημών. Σε αντίθεση με την κοινή Εγκυκλοπαίδεια γνώσεων, όπου συναθροίζονται μεμονωμένες πληροφορίες και οι επί μέρους επιστήμες παρατίθενται εξίσου μεμονωμένα, στην εγελιανή Εγκυκλοπαίδειαπαρουσιάζεται η συστηματική οργάνωση της σκέψης με βάση την κίνηση του Λόγου. Ο Λόγος αυτός συνδυάζει γλώσσα και σκέψη και εισέρχεται στην καθημερινή μας ζωή ως διαλογική-διανοηματική σχέση με τον εαυτό μας και με την αντικειμενική πραγματικότητα που μας περιβάλλει.
Η πραγμάτωση αυτής της σχέσης τελεσφορεί με τη μορφή του αντικειμενικού και του απόλυτου πνεύματος. Στην περίπτωση του αντικειμενικού πνεύματος, ο άνθρωπος, ως άτομο και κυρίως ως κόσμος, παρουσιάζεται να καθιδρύει την κοινωνία των πολιτών και το κράτος με τη μορφή της πολιτείας. Όλο αυτό το έργο του αντικειμενικού πνεύματος προσδιορίζει τον άνθρωπο ως πνευματικό δημιουργό: ως ενεργητική βούληση και ως κεφάλαιο του πνεύματος με ένα και μόνο υψηλό στόχο: την αυτοπραγμάτωση του. Αναζητεί την ευδαιμονία της αυτοπραγμάτωσης τούτης σε ένα οργανικό όλο, ανέγγιχτο από φθορά και διαφθορά.
Ο Χέγκελ συλλαμβάνει αυτό το όλο ως απόλυτο πνεύμα. Κύρια χαρακτηριστικά του τελευταίου είναι η απόλυτη αυτό-κατεύθυνση του Εαυτού με γνώμονα την αρκούντως ελεύθερη πράξη αυτογνωσίας. Τούτο σημαίνει πως το απόλυτο πνεύμα δεν ασχολείται με οτιδήποτε εκτός εαυτού, αλλά με το ίδιο το συνειδητό του Είναι, με την ευφροσύνη του ίδιου του εαυτού του. Τα πνευματικά στάδια που διέρχεται ο άνθρωπος για να φτάσει σε τούτη την απόλυτη ευφροσύνη είναι η τέχνη, η θρησκεία και το αποκορύφωμα η φιλοσοφία.


Georg Wilhelm Friedrich Hegel (1770-1831). Στην ελληνική βιβλιογραφία αναφέρεται και ως Έγελος. Γεννήθηκε στη Στουτγκάρδη και σπούδασε στο Τύμπινγκεν Φιλοσοφία και Θεολογία (1788-93). Το 1802 έγινε λέκτορας στο Πανεπιστήμιο της Γένα, όπου συνέγραψε το πρώτο σημαντικό έργο του “Φαινομενολογία του πνεύματος” (1807). Ως συντάκτης εφημερίδας στο Bamberg και ως διευθυντής Γυμνασίου στη Νυρεμβέργη έγραψε το δεύτερο σημαντικό βιβλίο του “Η επιστήμη της λογικής” (1812-16). Το 1816 έγινε ο Χέγκελ καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης και το 1818 του Βερολίνου. Το 1830 έγινε πρύτανης αυτού του Πανεπιστημίου. Στο Βερολίνο ανέπτυξε ο Χέγκελ τη μεγαλύτερη φιλοσοφική δράση του, κυρίω μέσω των πανεπιστημιακών παραδόσεων, χαρακτηριζόμενος συχνά ως “πρωσικός κρατικός φιλόσοφος”. Με το (εγελιανό) φιλοσοφικό του σύστημα, το οποίο ονομάστηκε “απόλυτος ιδεαλισμός” και ολοκληρώνει την ιδεαλιστική φιλοσοφία, συνεχίζει ο Χέγκελ τον προβληματισμό τού Καντ, δέχεται ότι το πνεύμα ταυτίζεται με το απόλυτο και διαιρείται σε τρία μέρη, τη λογική, τη φιλοσοφία της φύσης και τη φιλοσοφία του πνεύματος. Τα τρία αυτά μέρη του συστήματος αντιπροσωπεύουν τις τρεις διαλεκτικές βαθμίδες της θέσης, της άρνησης και τις σύνθεσης.