Η γειτονιά με τους δέκα φανταστικούς κυρίους είναι το έργο που επιλέγει ο ίδιος ο Γκονσάλο Μ. Ταβάρες για να συνεχίσει τον διάλογό του με τους Έλληνες αναγνώστες και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.

Πρόκειται για «ένα είδος ιστορίας της λογοτεχνίας σε μυθοπλασία», μια ουτοπία η οποία εκτείνεται πέρα από τους δέκα μικρούς τόμους που συσσωματώνει τούτη η έκδοση, μια ουτοπία που, κατά τα φαινόμενα, δεν θα ολοκληρωθεί ποτέ. Ο πρώτος ένοικος της Γειτονιάς υπήρξε οκύριος Βαλερύ και ακολούθησαν οι κύριοι ΑνρίΧουαρόςΜπρεχτΚράουςΚαλβίνοΒάλζερΜπρετόν,Σβέντενμποργκ και Έλιοτ. Μέσα από τις δικές τους φανταστικές ιστορίες ο Πορτογάλος συγγραφέας δημιουργεί μια λογοτεχνική συνθήκη πολλαπλών διαστάσεων και μας προσκαλεί σε μια παιγνιώδη ανάγνωση. Πίσω από τις ιστορίες αντηχούν ερωτήματα, ανοιχτά και αναπάντητα. Πώς δομείται η σχέση με τον Άλλο; Ποια είναι η φύση της εξουσίας και των ονείρων; Ποια είναι τα όρια της γλώσσας, της ερμηνείας, της γνώσης; Πώς αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο; Τι σχέση έχει η επιστήμη με την τέχνη και την πίστη; Ποια είναι η σχέση μας με το σώμα μας, την κίνηση, τον χώρο; Τι (καταφύγιο) αναζητούμε στη λογοτεχνία;

 

«Τα λογοτεχνικά είδη λειτουργούν ως ένας χώρος ανατομής, και η ανατομή πτωμάτων ταξινομεί, ενδιαφέρεται να κάνει κρίσεις. Ενώ για μένα, η λογοτεχνία και η δημιουργία βρίσκονται σ’ έναν άλλο κόσμο, στον κόσμο όπου δεν ξέρει κανείς τι κάνει, όπου βρισκόμαστε απόλυτα ενώπιον της έκπληξης, του αινίγματος. Για μένα, να γράφω είναι να βρίσκομαι μπροστά σ’ ένα αίνιγμα και να μην ξέρω τι θα συμβεί. Δεν ξέρω τι θα γράψω. Αρχίζω να γράφω και ύστερα προκύπτει ένας τόνος, κι ο τόνος αυτός ξετυλίγεται. Κι ο τόνος αυτός, ο ρυθμός αυτός, δεν έχει σχέση με λογοτεχνικά είδη – πολλές φορές είναι ένας ρυθμός σχεδόν μουσικός, με την έννοια της ανάπτυξης μιας ενέργειας, μιας έντασης. Όταν τελειώνω το γράψιμο ενός βιβλίου, προσπαθώ να κοιτάξω αυτή τη λεκτική ενέργεια, προσπαθώ να καταλάβω τι ζώο είναι αυτό. Η ζωική ταξινόμηση των κειμένων για μένα έχει πολύ περισσότερο ενδιαφέρον. Δεν σκέφτομαι «αυτό το κείμενο είναι μυθιστόρημα», «αυτό το κείμενο είναι δοκίμιο». Ή «τι είναι τούτο;». Κοιτάζω το κείμενο σαν να ήταν οργανισμός, ένα ζώο, και σκέφτομαι «τι ζώο είναι τούτο;», «αυτό το ζώο σε ποιο από τα άλλα ζώα είναι πιο κοντά;», «είναι από την οικογένεια ποιων άλλων ζώων;», «ποιων ζώων είναι εχθρός;». Νομίζω ότι το έργο μου περί αυτού πρόκειται. Νομίζω πως είναι διάφορα ζώα, πολλές φορές εχθρικά το ένα προς το άλλο». 

ΓΚΟΝΣΑΛΟ Μ. ΤΑΒΑΡΕΣ

Πηγή: περιοδικό Rascunho

 

Ο Γκονσάλο Μ. Ταβάρες γεννήθηκε το 1970 στη Λουάντα της Αγκόλας και σήμερα διδάσκει Θεωρία της Επιστήμης στη Λισαβόνα. Ανήκει στους σημαντικότερους Ευρωπαίους συγγραφείς της γενιάς του. Το 2001 κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο, καθώς έγραφε για μια δεκαετία και πλέον χωρίς να εκδίδει. Τα έργα του είναι οργανωμένα σε ομάδες με τίτλους όπως Γειτονιά, Πόλεις, Το Βασίλειο, Έρευνες, Εποποιία, Εγκυκλοπαίδεια, Αρχεία κ.λπ. Αρκετά από αυτά υπήρξαν το ερέθισμα για ποικίλα καλλιτεχνικά και ακαδημαϊκά εγχειρήματα. Το 2005 τιμήθηκε στην Πορτογαλία με το Βραβείο Ζοζέ Σαραμάγκου για το μυθιστόρημά του Ιερουσαλήμ (Εκδόσεις Καστανιώτη, 2012, μτφρ. Αθηνά Ψυλλιά). Το έργο του Aprender a Rezar na Era da Técnica (Μαθαίνοντας να προσεύχεσαι την εποχή της τεχνικής) έλαβε το Βραβείο Καλύτερου Ξένου Βιβλίου στη Γαλλία το 2010. Ο συγγραφέας μεταφράζεται τούτη την εποχή σε τριάντα περίπου γλώσσες. Ο Ζοζέ Σαραμάγκου είπε γι’ αυτόν ότι θα είναι σίγουρα το επόμενο Νόμπελ Λογοτεχνίας για την Πορτογαλία.

 

Μετάφραση: Αθηνά Ψυλλιά, Παναγιώτα Μαυρίδου
Εικονογράφηση: Ρασέλ Καϊάνο