Σκανδαλισμένη η Βιεννέζικη υψηλή κοινωνία των γραμμάτων και των τεχνών θα τον κατονομάσει υποτιμητικά «πορνογράφο», ενώ λίγο αργότερα θα φυλακιζόταν για σεξουαλική παρενόχληση, ένα γεγονός που κατέστρεψε για πάντα το όνομα του. Σήμερα, στο Μουσείο Λέοπολντ –ένα μουσείο που φιλοξενεί μεγάλο αριθμό έργων του Έγκον Σίλε-  οι σύγχρονοι φιλότεχνοι συρρέουν για να τον θαυμάσουν, θεωρώντας τον ως έναν από τους βασικότερους προπομπούς του Εξπρεσιονισμού.

Ο Έγκον Σίλε γεννήθηκε στις 12 Ιουνίου 1890 στο Τουλν αν ντερ Ντόναου, στην κάτω Αυστρία. Μέντορας του ήταν ο Γκουστάβ Κλιμτ, ο οποίος μόλις είδε τους πίνακες του δήλωσε: “Έγκον, μάλλον έχεις περισσότερο ταλέντο από όσο χρειάζεται”. Φιλοτεχνούσε κατά κύριο λόγο ερωτικά θέματα, γυναικεία γυμνά και πορτρέτα, τα οποία απέπνεαν μία ανήσυχη μελαγχολία, ενώ πολλές φορές θεωρήθηκαν πρόστυχα. Βασικό χαρακτηριστικό τους ήταν ένας αέρας ακατέργαστης σεξουαλικότητας. Ωστόσο, η απεικόνιση της σεξουαλικής συγκίνησης από τον Σίλε περιέχει συχνά νοσηρά και «ενοχλητικά» υπονοούμενα. Οι ιστορικοί υποστηρίζουν πως αυτό οφείλεται στη σύνδεση που είχε κάνει μεταξύ σεξουαλικότητας και θνησιμότητας, επειδή ο πατέρας του πέθανε από σύφιλη, όταν εκείνος ήταν 15 χρονών. Ως αποτέλεσμα αυτής της σύνδεσης τα χρώματα που χρησιμοποιεί παραπέμπουν στη σήψη και στον θάνατο, παρόλο που δείχνουν ζωντανές και ερωτικά φορτισμένες σκηνές.

 

Ο Έγκον Σίλε

Η ανήλικη Γουόλι

Η τραγικά σύντομη ζωή του περικλείεται από ιστορίες που μιλάνε για συνεχή σεξουαλικά όργια με ανήλικα κορίτσια και πόρνες. Στο στούντιό του στην περιοχή Neulengbach, δυτικά της Βιέννης, συγκεντρωνόταν παρέες παραβατικών παιδιών, προερχόμενες από φτωχογειτονιές. Εκείνα πόζαραν για χάρη του, ενώ πολύ συχνά διατηρούσαν σεξουαλικές σχέσεις μαζί του. Εκείνος από την άλλη τα συντηρούσε οικονομικά. Μέσα σε αυτό το διαβόητο στούντιο γνώρισε και την 15χρονη Γουόλι. Αμέσως ερωτεύτηκε αυτά τα μυστηριώδη γαλάζια μάτια. Η σχέση τους ήταν γεμάτη πάθος και καλλιτεχνική δημιουργία, με τη Γούλι να γίνεται γρήγορα η μούσα του ζωγράφου. Η αφοσίωση της στον Έγκον ήταν μνημειώδης. Πόζαρε ακούραστη για εκατοντάδες πίνακες του, δίνοντας πνοή σε μερικά από τα αριστουργήματα του, καθάριζε το σπίτι του και ασχολιόταν με τα οικονομικά του. Όταν κατηγορήθηκε για σεξουαλική ασέλγεια σε ανήλικη, εκείνη έμεινε στο πλευρό του. Ακόμα και στις στιγμές δημιουργικής πενίας, του γνώριζε νέες κοπέλες, που ήταν πρόθυμες να ποζάρουν και να τον εμπνεύσουν και πάλι. Μία από αυτές ήταν και η Ήντιθ Χάρμς, μία γυναίκα που έμελλε να αλλάξει τα πάντα.

Ο Θάνατος κι η κόρη

Θάνατος και Κόρη (1915-16) – Έγκον Σίλε

Ο ανατρεπτικός Έγκον, ο υπέρμαχος της σεξουαλικής απελευθέρωσης, δεν ακολούθησε την ίδια κοσμοθεωρία και στον γάμο του. Αντίθετα τον αντιμετώπισε με έναν πρωτόγνωρο -σε σχέση με την υπόλοιπη ζωή του- μικροαστικό συντηρητισμό. Τον Απρίλιο του 1915 επέλεξε να παντρευτεί την Ήντιθ Χάρμς, καθώς ήταν κοινωνικά περισσότερο αποδεκτή από την ιερόδουλη Γουόλι. Είχε γράψει χαρακτηριστικά σε έναν φίλο του το εξής σημείωμα: «Σκοπεύω να κάνω έναν γάμο συμφέροντος. Όχι με τη Γουόλι». Ο Σίλε, όμως, τα ήθελα όλα δικά του. Παρά την απόφαση του, δεν ήταν διατεθειμένος να αποχωριστεί την αγαπημένη του μούσα. Έτσι, της προτείνει να καθιερώσουν ετήσιες καλοκαιρινές διακοπές, οι δύο τους, χωρίς τη νόμιμη σύζυγο. Η δυναμική Γουόλι δεν δέχτηκε αυτή τη συμβιβαστική λύση. Παράτησε μεμιάς τον ζωγράφο και οι δύο τους δεν ειδώθηκαν ποτέ ξανά.  Ειδώθηκαν, όμως, νοερά και για τελευταία φορά στον πίνακα «Ο Θάνατος κι η κόρη».

Ο χωρισμός τους τον στεναχωρεί βαθιά. Για να “θρηνήσει” τον χωρισμό τους δημιουργεί τον πίνακα «Ο Θάνατος κι η κόρη». Ο πίνακας είναι ένα από τα γνωστότερα έργα του, που στοιχειώνει όποιον τον αντικρίζει. O ίδιος αποτελεί μια αποκρουστική προσωπογραφία του θανάτου, ενώ η σύντροφός του χάνεται μέσα στον εναγκαλισμό του εντελώς αβοήθητη, κουρελιασμένη και αποστεωμένη. Από πίσω τους εδρεύει ένα δυστοπικό σουρεαλιστικό τοπίο, που σε κάνει να ανησυχείς για ένα αδιευκρίνιστο κίνδυνο. Το έργο μνημονεύει το τέλος της σχέσης τους. Ο χωρισμός τους εκφράζεται στην τέχνη του Σίλε ως ένας θάνατος, ο θάνατος μία πραγματικής αγάπης. Ο μεγάλος ζωγράφος πενθεί, ενώ ταυτόχρονα μεγαλουργεί.

Ένα σύντομο τέλος

Ούτε η Ήντιθ, ούτε ο Έγκον, ούτε η Γουόλι είχαν πολύ ακόμα χρόνο στη διάθεση τους. Η μοίρα είχε ορίσει η κλωστή της ζωής του να κοπεί σύντομα. Ήταν όλοι τους τόσο νέοι. Ο Έγκον παντρεύεται την Ήντιθ και κατατάσσεται στον στρατό τέσσερις μήνες μετά τον γάμο τους. Μέσα στη δίνη του πολέμου η Γουόλι αποφασίζει να γίνει νοσοκόμα του Ερυθρού Σταυρού, μία ηρωική πράξη που την ανεβάζει στην κοινωνική κλίμακα. Ίσως και μία πράξη – απάντηση στην απόρριψη του Σίλε εξαιτίας της χαμηλής κοινωνικής της θέσης. Ενώ εργάζεται στην Κροατία νοσεί από οστρακιά και πεθαίνει το 1917, σε ηλικία μόλις 23 ετών. Ο αγαπημένος της Σίλε ακολουθεί, ένα χρόνο αργότερα. Το 1918, πεθαίνει σε ηλικία 28 χρονών από επιδημία ισπανικής γρίπης. Τρεις μέρες πριν είχε χάσει την έγκυο σύζυγο του από την ίδια αιτία.

Γονατιστό κορίτσι, στηριγμένο στους αγκώνες, 1917, Βιέννη, Μουσείο Λέοπολντ

Ο πρώιμος θάνατος του μας στέρησε τη δυνατότητα να δούμε πως θα είχε εξελιχθεί η τέχνη του. Τα παραμορφωμένα κορμιά, το δεξιοτεχνικό του σκιτσάρισμα και η εκφραστική ποιότητα της δουλειάς του, χάρισαν στον Έγκον Σίλε μία θέση στο πάνθεον των σημαντικότερων ζωγράφων όλων των εποχών. Ήταν ούτως ή άλλως ένας από τους λίγους καλλιτέχνες που κατάφερε να εκφράσει μέσα από έντονα αισθησιακές εικόνες τη ψυχολογική αγωνία της ανθρώπινης ύπαρξης.

Το έργο βρίσκεται στα Ανάκτορα Μπελβεντέρε, στη Βιέννη.