Έφτασε γεμάτος φιλοδοξίες από την ιταλική ύπαιθρο στη Ρώμη, και έφυγε κατατρεγμένος από αυτή καθώς κατηγορήθηκε για δολοφονία. Σόκαρε τους θεατές των έργων του, απεικονίζοντας τη σκληρή πραγματικότητα της ζωής και βάζοντας πόρνες να ποζάρουν για τη δημιουργία θρησκευτικών σκηνών. Ο Μικελάντζελο Μερίζι (29 Σεπτεμβρίου 1571 – 18 Ιουλίου 1610), γνωστός ως Καραβάτζιο ήταν ένας πραγματικός αχρείος. Ωστόσο, ο σκληροτράχηλος αυτός καλλιτέχνης, όχι μόνο θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους της ευρωπαϊκής τέχνης, αλλά με το μοναδικό του ταλέντο επηρέασε δεκάδες ζωγράφους του νέου ύφους του μπαρόκ, όπως οι Λεονέλλο Σπάντα και Αρτεμίζια Τζεντιλέσκι. Οι ακόλουθοι του ονομάστηκαν καραβατζιστές.
Ο “δεξιοτέχνης του σκότους”
Μαέστρος του κιαροσκούρο, μιας τεχνικής όπου οι μορφές του έργου δεν οριοθετούνται με κάποιο περίγραμμα αλλά διακρίνονται μέσα από την αντίθεση των φωτεινών και σκοτεινών επιφανειών, χάρισε μία πηγαία δραματικότητα και ένα μυστηριακό ύφος σε όλες τις συνθέσεις του. Σε συνδυασμό με το νατουραλιστικό στοιχείο που διαπνέει τα έργα του το αποτέλεσμα ήταν μοναδικό στο είδος του. Αν και οι πρώιμοι πίνακές του περιλάμβαναν κυρίως προσωπογραφίες, σταδιακά εξελίχθηκε σε έναν από τους σημαντικότερους ζωγράφους θρησκευτικών σκηνών.
Για την αναπαράσταση Αγίων χρησιμοποίησε ως μοντέλα του καθημερινούς ή και περιθωριακούς ανθρώπους, όπως επαίτες, αλήτες, ηλικιωμένους, ακόμη και ιερόδουλες, καταφέρνοντας να αναδείξει την ανθρώπινη φύση των Αποστόλων και των Μαρτύρων στα έργα του. Το ύφος της ζωγραφικής του μπορεί να ήταν ρεαλιστικό, ωστόσο τα έργα του είχαν και κάτι το απόκοσμο. Θαυμάζοντας τους πίνακες του αμέσως σου μεταδίδεται μία εξωπραγματική συναισθηματική ένταση που σε ταρακουνά. Ατίθασος και αυθόρμητος, ζωγράφιζε με μεγάλη ταχύτητα, χωρίς προπαρασκευαστικά σχέδια και χρησιμοποιώντας μοντέλα εκ του φυσικού, τα οποία απεικόνιζε απ’ ευθείας στον καμβά.
Βίαιος, Σκανδαλώδης και Αλκοολικός
Στη ζωή του ήταν άσωτος, ενώ στη ζωγραφική του σκανδαλώδης. Πολύ συχνά φιλοτεχνούσε γυμνά – ακόμα και με θρησκευτικό θέμα-, όπου ο ερωτισμός και η σεξουαλικότητα ήταν διάχυτη. Οι άγγελοι που ζωγράφιζε ήταν ερωτικά θελκτικοί. Τα τόσο ερεθιστικά ανδρικά γυμνά του φανερώνουν πως ο ίδιος ελκόταν σεξουαλικά και από άντρες, ενώ λέγεται πως διατηρούσε σχέσεις με τους μαθητές του. Σε μία εποχή όπου ο σοδομισμός τιμωρούταν με κρεμάλα, εκείνος τον έδειχνε ανοιχτά μέσω των πινάκων του.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Διαβόητος ήταν και για τους συχνούς καβγάδες του. Είχε επανειλημμένα συλληφθεί και φυλακιστεί. Ακόμα και πλούσιοι προστάτες που θαυμάζανε την τέχνη του, δυσκολεύονταν να το βγάλουν από τις φυλακές. Οξύθυμος και βίαιος, είχε δολοφονήσει έναν αντίπαλο του σε ένα παιχνίδι αντισφαίρισης, επειδή θεωρούσε πως τον έκλεβε. Λέγεται πως ένας ακόμη λόγος του μοιραίου καβγά ήταν και το γεγονός πως μοιράζονταν την ίδια γυναίκα, μία πόρνη. Δικάστηκε τουλάχιστον 11 φορές για διάφορα αδικήματα, από απλές απείθαρχες πράξεις όπως η συγγραφή πρόστυχων ποιημάτων και η ρίψη πιάτων προς σερβιτόρους, μέχρι και κακουργήματα όπως η βίαιη επίθεση με σπαθιά σε περαστικούς και η σεξουαλική παρενόχληση.
Ένας τέτοιος χαρακτήρας δεν θα μπορούσε να έχει ως δεύτερο σπίτι του τίποτε άλλο πέρα από περιθωριακές ταβέρνες, όπου σύχναζε όλος ο υπόκοσμος. Διάσημος για τις τεράστιες ποσότητες αλκοόλ που κατανάλωνε, αλλά και την λατρεία του προς τον τζόγο, ο μεγάλος Καραβάτζιο ήταν συχνός θαμώνας. Εκεί ήρθε σε επαφή με κακοποιούς, κλέφτες, λωποδύτες, αλλά και αλκοολικούς. Η συχνή συναναστροφή του με ανθρώπους εθισμένους στο αλκοόλ – φημολογείται πως ήταν και ο ίδιος αλκοολικός- του έδωσε την γνώση να φιλοτεχνήσει τον πίνακα «Βάκχος» με τα χαρακτηριστικά ενός πραγματικού αλκοολικού.
Ο νεαρός Βάκχος
Πριν μιλήσουμε για την ιστορία του πίνακα, μπορούμε να σταθούμε για λίγο στο τίτλο του. Ο Βάκχος είναι σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία, ο θεός Διόνυσος, ο θεός δηλαδή του κρασιού και του γλεντιού. Σημαίνει επίσης και πότης, ακόλαστος, άσωτος, περιπαιχτικός, μη εγκρατής. Αφορμώμενοι, λοιπόν από το τίτλο του έργου αντιλαμβανόμαστε πως ο Καραβάτζιο θέλησε να φτιάξει ένα νεαρό και ακόλαστο αγόρι σε κατάσταση μέθης, και όντως τα κατάφερε εκπληκτικά.
Η λεπτομερής αποτύπωση ενός Έλληνα θεού με τα αυθεντικά χαρακτηριστικά ενός μεθύστακα συγκλονίζει. Οι καθημερινές επισκέψεις του σε βρωμερά καταγώγια γεμάτα μπεκρήδες του χάρισαν μοναδικές πληροφορίες για τον πίνακα του. Πληροφορίες που μόνο ένας φοιτητής ιατρικής θα ήταν σε θέση να γνωρίζει.
Σύμφωνα με μία επιστημονική δημοσίευση, ο Καραβάτζιο έχει δώσει εικόνα μέσα από τον πίνακα του «Βάκχος» στα νευρολογικά και ψυχιατρικά συμπτώματα του αλκοολισμού. Η ροδόχρους ακμή, τα κόκκινα χέρια και τα πρησμένα βλέφαρα είναι χαρακτηριστικά της εμφάνισης ενός αλκοολικού. Την τρομακτικά ρεαλιστική εικόνα, έρχονται να συμπληρώσουν τα βρώμικα νύχια, που υποδηλώνουν απουσία προσωπικής υγιεινής και το τρέμουλο στα χέρια, που έχει ως αποτέλεσμα το ανακατεμένο κρασί του πίνακα στο δισκοπότηρο.
Το τέλος ενός μεγαλοφυούς τυχοδιώκτη
Μετά την αποκάλυψη της δολοφονίας καταδικάστηκε είτε σε θάνατο, είτε σε εξορία. Έφυγε μεταμφιεσμένος από τη Ρώμη και τριγύρισε σε διάφορες πόλεις της Ιταλίας. Από όλες αναγκάστηκε να φύγει, καθώς, λόγω του αδίστακτου χαρακτήρα του, αντιμετώπισε ποινές φυλάκισης και εκδιώχθηκε.
Το στερνό του κελί έμελλε να είναι στην Μάλτα, στο φρούριο Σαντ Άντζελο, από όπου και κατάφερε να δραπετεύσει με κίνδυνο τη ζωή του. Προσπάθησε να επιστρέψει στη Ρώμη, καθώς περίμενε κάποιος από τους ισχυρούς προστάτες να εξασφαλίσει την νόμιμη επιστροφή του. Δεν πρόφτασε. Πέθανε μόνος, διωκόμενος και παράνομος, σε μία παραλία βόρεια από τη Ρώμη κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες.
Σήμερα θεωρείται ένας από τους πρώτους μοντέρνους ζωγράφους, ενώ σημαντική είναι και η συνολική επίδρασή του στην ευρωπαϊκή ζωγραφική. Παρά την επίδραση που είχε το έργο του στην εποχή του, αλλά και τις ισχυρές αντιδράσεις που προκάλεσε, περιέπεσε σε λήθη τους αιώνες που ακολούθησαν το θάνατό του, για να επανέλθει στο προσκήνιο κυρίως στη διάρκεια του 20ού αιώνα, καταλαμβάνοντας και διατηρώντας έως σήμερα περίοπτη θέση στην ιστορία της τέχνης.
Ο πίνακας «Βάκχος» αυτή τη στιγμή βρίσκεται στη γκαλερί Ουφίτσι.