Στον επιβλητικό χώρο του Αρχαίου Θεάτρου Δωδώνης, η ΚΟΘ ερμηνεύει τις πλέον διάσημες σουίτες των Μίκη Θεοδωράκη και Γιάννη Κωνσταντινίδη, μαζί με μία βαθιά συναισθηματική δημιουργία ενός εκπροσώπου της νέας γενιάς Ελλήνων συνθετών, του Κωνσταντίνου Γρηγορίου.
Η πλούσια εργογραφία του γεννημένου στη Σμύρνη Γιάννη Κωνσταντινίδη έχει χαρακτήρα γνήσια ελληνικό και είναι εμποτισμένη με το αυθεντικό δημοτικό τραγούδι. Η συμβολή του στον εμπλουτισμό της ελληνικής μουσικής υπήρξε ανεκτίμητη, με έργα που αναδεικνύουν το ρυθμικό και μελωδικό πλούτο της μουσικής μας παράδοσης. Σε πολλά του έργα βρίσκουμε αναφορές στους ρυθμούς και τις μελωδίες των Δωδεκανήσων, όμως ξεχωρίζουν οι δύο δωδεκανησιακές του σουίτες για ορχήστρα. Η πρώτη Δωδεκανησιακή Σουίτα γράφτηκε το 1948 και είναι αφιερωμένη στον Ελβετό μουσικολόγο Samuel Baud-Bovy, αφού τα θέματά της είναι παρμένα από τους δυο τόμους της συλλογής του «Τραγούδια των Δωδεκανήσων», μία εκπληκτική μελέτη των χορών και των τραγουδιών των συγκεκριμένων ακριτικών νησιών, που έγινε μεταξύ 1930-31. Η μουσική του Κωνσταντινίδη έδωσε νέα πνοή στα υπέροχα αυτά νησιώτικα τραγούδια και τα έκανε παγκοσμίως γνωστά και αγαπητά.
Ο σύγχρονος Έλληνας συνθέτης, με καταγωγή από την Κράψη Ιωαννίνων, Κωνσταντίνος Γρηγορίου, έγραψε το έργο ‘Farewell’ (2017), ως φόρο τιμής στην Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης, που κυνηγήθηκε και βασανίστηκε βάναυσα από τις κατοχικές δυνάμεις. Βασισμένο πάνω στο θέμα του σεφαραδίτικου τραγουδιού Adio Querida, το έργο ξετυλίγεται με αργές κινήσεις με το τσέλο να θρηνεί για τον ανθρώπινο πόνο και να εκφράζει την αγωνία για επιβίωση, μέσα από ένα συγκλονιστικό διάλογο με την ορχήστρα. Οι συνεχείς εναλλαγές διαθέσεων οδηγούν σε μία ηχητική αποδόμηση που σκορπά γαλήνη και ψυχική ανάταση, προσφέροντας απολύτρωση από το σωματικό πόνο και τις κακουχίες. Ερμηνεύει ο καταξιωμένος τσελίστας από το δυναμικό της Κ.Ο.Θ., Χρήστος Γρίμπας, ο οποίος είχε ερμηνεύσει το ‘Farewell’ και στην πρεμιέρα του, τον Μάιο του 2017, στη Βουδαπέστη.
Ο κορυφαίος μας συνθέτης Μίκης Θεοδωράκης έχει χαρακτηρίσει το ‘Ζορμπά’ ως το έργο που τον αντιπροσωπεύει περισσότερο από όλα όσα έχει γράψει. Η αθάνατη μουσική του έργου ακούστηκε αρχικά το 1964, στην κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Νίκου Καζαντζάκη “Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά”, από τον Μιχάλη Κακογιάννη. Το περίφημο συρτάκι στο φινάλε της ταινίας έγινε συνώνυμο της Ελλάδας σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Το 1976 παρουσιάστηκε στην Εθνική Λυρική Σκηνή μία πρώτη εκδοχή του μπαλέτου “Ζορμπάς” από το χορογράφο Lorca Massine, ενώ δέκα χρόνια αργότερα ο Θεοδωράκης ολοκλήρωσε τη σουίτα μπαλέτου ‘Ζορμπάς’ για το Φεστιβάλ της Βερόνας, επιλέγοντας διάφορα αποσπάσματα έργων του, που κατά τη γνώμη του ταίριαζαν στον Ζορμπά του Καζαντζάκη. Αυτό το υλικό δεν το συνέλεξε αποκλειστικά από τη μουσική της ταινίας, αλλά και από τραγούδια, σονατίνες και πρώιμα συμφωνικά του έργα, όπως την ‘Ελληνική Αποκριά’ και το ‘Συρτός Χανιώτικος’. Το πραγματικά εντυπωσιακό τελικό αποτέλεσμα τον καθιέρωσε παγκοσμίως ως συμφωνικό συνθέτη. Την πρεμιέρα του, τον Αύγουστο του 1988, διηύθυνε ο ίδιος ο Θεοδωράκης μπροστά σε 100.000 ενθουσιασμένους θεατές, ενώ μέχρι σήμερα το έργο έχει παρουσιαστεί πάνω από χίλιες φορές, σε περισσότερες από 30 χώρες στον κόσμο, με τεράστια πάντα επιτυχία.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Διεύθυνση ορχήστρας: Γεώργιος Βράνος
Μέτζο σοπράνο: Αγγελική Καθαρίου
Βιολοντσέλο: Χρήστος Γρίμπας
Συμμετέχουν:
Σαξόφωνο: Θεόφιλος Σωτηριάδης
Μπουζούκι: Δημήτρης Μονεμβασίτης, Γιώργος Πασμάς
Πρόγραμμα:
Γιάννης Κωνσταντινίδης (1903-1984): Δωδεκανησιακή σουίτα αρ.1
Κωνσταντίνος Γρηγορίου: ‘Farewell’ για τσέλο και ορχήστρα
Μίκης Θεοδωράκης (1925): Ζορμπάς, σουίτα – μπαλέτο (μεταγραφή: Δημήτρης Μίχας)
Τηρούνται αυστηρά όλα τα μέτρα ασφαλούς διεξαγωγής ζωντανών θεαμάτων της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας της Δημόσιας Υγείας έναντι του κορωνοϊού COVID-19. Υποχρεωτική η χρήση μάσκας.