Μια βαλίτσα και η διαδρομή της στα πέτρινα χρόνια της δικτατορίας γίνεται η αφορμή για να ξετυλιχθούν έντεκα κεφάλαια, εικόνες από την εποχή της χούντας σε μια χώρα που σχοινοβατούσε στα όρια του παραλογισμού οδηγώντας στον όλεθρο τους αντιφρονούντες. Ωστόσο, αν και πρόκειται για έντεκα επεισόδια που συνθέτουν την αφήγηση και δημιουργούν μια αφηγηματική ολότητα, αυτό που κάνει το βιβλίο εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι ότι στην πορεία της ανάγνωσης νέοι χαρακτήρες εμφανίζονται κάθε φορά, χαρακτήρες οι οποίοι πυροδοτούν τις εξελίξεις κι έτσι ο αναγνώστης δεν ακολουθεί μόνο τις περιπέτειες ενός κεντρικού ήρωα αλλά αφήνεται να συνθέσει τον αφηγηματικό καμβά με νέα διαρκώς στοιχεία που στοχεύουν στην ανάδειξη μιας ολόκληρης εποχής.
Καταιγιστικός ο ρυθμός της αφήγησης σε μακροπερίοδο λόγο. Υιοθετώντας μια ιδιότυπη τεχνική ο συγγραφέας παρατηρεί όσα συμβαίνουν, εσωτερικεύει κάθε τι που προβληματίζει τους ήρωές του και κατόπιν καταθέτει έναν ασθματικό μονόλογο με τον οποίο φωτίζει κάθε κρυφή σκέψη των ηρώων του. Γίνεται η φωνή των ανθρώπων της εποχής που σπαράζουν κάτω από τη δυναστική επιβολή μιας ανεξέλεγκτης στρατιωτικής μηχανής.
Όλα εκκινούν όταν στον σιδηροδρομικό σταθμό του Μπράλου σταματά μια αμαξοστοιχία και ανακοινώνει στους επιβάτες πως αναβάλλεται η αναχώρηση εξαιτίας τεχνικών προβλημάτων. Οι επιβάτες φεύγουν και όταν πλέον έχουν απομακρυνθεί δίπλα σε έναν φανοστάτη θα βρεθεί μια βαλίτσα. Και η παράξενη ιστορία της βαλίτσας αυτής θα γίνει η αφορμή για να γραφτεί αυτή η τόσο ενδιαφέρουσα και καλογραμμένη περιπέτειά της.
Ποιος άφησε εκεί τη βαλίτσα; Από πού την έφερε; Την ξέχασε πράγματι ή την εγκατέλειψε και αν πράγματι κάποιος την παράτησε στην αποβάθρα για ποιο λόγο το έκανε; Γιατί κανείς δεν επιστρέφει για να την πάρει; Πόσο επικίνδυνο είναι το περιεχόμενο της; Τι να περιέχει και ποιος θα επωμιστεί το βάρος να την ανοίξει; Είναι μερικά από τα ερωτηματικά που αναφύονται από την πρώτη στιγμή της συνάντησης του αναγνώστη με αυτή τη σφιχτά κλεισμένη βαλίτσα, που θαρρεί κανείς ότι αν ανοίξει θα αποκαλύψει και τη δύναμη που έχει ο εφησυχασμός να καταλύει τις αντιστάσεις. Θα ανατρέψει την πλασματική ηρεμία του τόπου, εμφυσώντας την ανάγκη για επανεκκίνηση της ζωής.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Όλα παίρνουν τον δρόμο τους σιγά σιγά καθώς ξεδιπλώνεται το αφηγηματικό κουβάρι με τον σταθμάρχη να προσπαθεί να λύσει το μυστήριο ενός αντικειμένου που τόσο απροσδόκητα παρέμεινε εκεί. Πολύ σύντομα θα τον συντρέξουν ο παπάς και ο πρόεδρος του χωριού ενώ οι κάτοικοι θα κληθούν να λάβουν μέρος σε μια συνέλευση με σκοπό να λυθεί το μυστήριο της βαλίτσας που με την εμφάνισή της έγινε η αφορμή να αναδειχθούν οι σχέσεις των ανθρώπων, το ήθος, η ηθική και η προσωπικότητά τους. Λες και η άγνωστη και εν πολλοίς μυστηριώδης βαλίτσα είναι ικανή να εκθέσει τα εσώψυχα των φιλήσυχων έως εκείνη τη στιγμή κατοίκων του τόπου. Να ανασύρει από τη συνείδησή τους τα κρυφά συναισθήματά τους. Να τους οδηγήσει σε αποκαλυπτικές συζητήσεις και αντιμαχίες διαμορφώνοντας ανάμεσα τους μια θεαματική υπαρκτική σχέση. Πίσω από το προσωπείο της συνεργασίας που τεχνηέντως κάποιοι φορούν ο αναγνώστης διακρίνει όλα όσα χωρίζουν τους ανθρώπους, την κακοήθη συμπεριφορά, τις έχθρες, την υποκρισία που σκεπάζει τη συμπεριφορά τους. Και δίπλα τους οι άνθρωποι που σωπαίνουν, που αποδέχονται ό,τι τους πουν βουτηγμένοι στην απάθεια και στον φόβο. Φόβο για μια αδιόρατη απειλή που καλούνται όλοι μαζί να αντιμετωπίσουν παίρνοντας μια σειρά μέτρων.
Νέα πρόσωπα εμφανίζονται και οι μνήμες επιστρέφουν. Ο φοιτητικός ξεσηκωμός, η αντίσταση των νέων κατεναντίον ενός παρανοϊκού και δολοφονικού καθεστώτος που κηδεμονεύει τη χώρα, η ανάκτηση της ελευθερίας σε έναν ανελεύθερο κόσμο που απειλεί και διασαλεύσει τα όρια της ανθρώπινης αξιοπρέπειας είναι ιστορίες που φωτίζουν χωροχρονικά την ανθρωπογεωγραφία της εποχής και ταυτόχρονα συγκινούν τον αναγνώστη. Παράλληλα στοχεύουν να αναδείξουν τη διάτορη σημασία που έχει η ελεύθερη συνείδηση, η ύπαρξη ιδανικών και στόχων στη ζωή, το ελεύθερο φρόνημα και η πεποίθηση πως ο κόσμος αξίζει να τον ζει κανείς όταν ορίζεται από την αυτοδιάθεση και την ελευθερία.
Ο Φιλελές υπογράφει μια ιστορία που συνδυάζει μια χειμαρρώδη γραφή, εκλεπτυσμένη αίσθηση του χιούμορ, ευαισθησία, τρυφερότητα. Χωρίς να φλυαρεί δηλώνει ευθαρσώς πως η σημασία της ιστορικής μνήμης είναι σαφέστατα θεμελιώδους σημασίας και πως οι νέοι μιας χώρας είναι το μέλλον της γιατί αυτοί σηματοδοτούν πάντα την εξελικτική πορεία μιας κοινωνίας, όπως σηματοδότησαν τότε την έναρξη της μεγάλης αντίστασης στη δικτατορία των συνταγματαρχών. Ανασυστήνει ολόκληρη την ατμόσφαιρα της εποχής, κοιτάζει πίσω και βλέπει αδελφοκτόνες συνθήκες που έμειναν ανεξίτητλες στη μνήμη των παλαιότερων και θέλει να τις αφήσει νωπές στη μνήμη των νεότερων. Σκιαγραφεί τον φόβο, την απελπισία, την ανάγκη για απελευθέρωση και αυτό το καταφέρνει δημιουργώντας αδρά σχηματοποιημένους ήρωες, εισδύοντας στα μύχια της συνείδησής τους, ανιχνεύοντας τις σκέψεις, τις ανάσες, τα αίτια και τα αιτιατά των πράξεών τους με έναν τρόπο που αγγίζει τον αναγνώστη και δημιουργεί στέρεα και βαθιά ανθρώπινα συναισθήματα.
Το βιβλίο κοσμείται από την εικονογράφηση του Νίκου Βρεττού και αποτελεί αναμφίβολα ένα αξιοδιάβαστο ανάγνωσμα για όλους.