Η Odeon παρουσιάζει στους κινηματογράφους από την Πέμπτη 30 Ιουλίου 2015 την ταινία «Η Πριγκίπισσα το’Σκασε» (A Royal Night Out), σε σκηνοθεσία του Τζούλιαν Τζάρολντ με την Σάρα Γκέιντον.
Ξέρεις τι έκανε η σημερινή Βασίλισσα της Αγγλίας, το βράδυ που τελείωσε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος;
8 Μαΐου, 1945. Σε ολόκληρο τον κόσμο, όλοι γιορτάζουν ανακουφισμένοι την λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και το Λονδίνο πλημμυρίζει από εορτασμούς και χαρά.
Δύο έφηβα κορίτσια παίρνουν για πρώτη φορά την άδεια να βγουν μόνες έξω το βράδυ και να γίνουν κι εκείνες μέρος του πάρτι, το οποίο υπόσχεται να μείνει θρυλικό. Βιώνουν μια απίστευτη περιπέτεια, σαν ένα ξέφρενο πρώτο ραντεβού, και φυσικά επιστρέφουν σπίτι πολύ αργότερα από τη συμφωνημένη ώρα.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Το σπίτι τους όμως, είναι το παλάτι του Μπάκιγχαμ και τα κορίτσια είναι η πριγκίπισσα Μαργαρίτα και η μέλλουσα βασίλισσα της Αγγλίας, Ελισάβετ η Δεύτερη – και αυτή είναι η ιστορία της πιο αναπάντεχης βραδιάς της ζωής τους!
Ένα παραμύθι… από την ανάποδη
Η πολυαγαπημένη, βραβευμένη με Όσκαρ ταινία «Ο Λόγος του Βασιλιά» μας σύστησε την βασιλική οικογένεια του Γεωργίου VI (Κόλιν Φερθ) και την τεράστια προσπάθεια που αυτός κατέβαλε για να ξεπεράσει το τραύλισμά του πριν το διάγγελμά του προς τον λαό της Βρετανίας, με το οποίο τους ανήγγειλε την επίσημη έναρξη του πολέμου με τη Γερμανία.
Η απολαυστική κομεντί «A Royal Night Out» μας μεταφέρει έξι χρόνια αργότερα, την βραδιά που ο βασιλιάς (αυτή την φορά τον υποδύεται ο Ρούπερτ Έβερετ) απευθύνεται στο λαό –με λίγα ίχνη ακόμη του τραυλίσματός του φυσικά!- για να αναγγείλει και επίσημα τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου στον ενθουσιασμένο βρετανικό λαό.
Όπως έγινε γνωστό αρκετά χρόνια αργότερα, η τότε διάδοχος του βρετανικού θρόνου Ελισάβετ και η μικρότερη αδελφή της, Μάργκαρετ, γιόρτασαν την λήξη του πολέμου, μαζί με τα πλήθη έξω από το παλάτι του Μπάκιγχαμ και έπειτα σε όλο το Λονδίνο.
Οι δύο πριγκίπισσες, τότε 19 και 14 χρονών αντίστοιχα, ξεγλίστρησαν ινκόγκνιτο από το παλάτι και γιόρτασαν μαζί με το βρετανικό λαό, για πρώτη και τελευταία φορά στη ζωή τους. Ξέρουμε ότι η Ελισάβετ και η Μάργκαρετ κατέληξαν στο πολυτελές Ritz για χορό και επέστρεψαν κάποια στιγμή μετά τα μεσάνυχτα – η ταινία, όμως, φαντάζεται τι περιπέτειες θα μπορούσαν να είχαν οι δύο διάδοχοι του θρόνου τη μέρα που όλο το Λονδίνο ενώθηκε για να γιορτάσει…
«Η ιδέα δύο πριγκιπισσών έξω από το παλάτι και μάλιστα ινκόγκνιτο, ανάμεσα στον υπόλοιπο κόσμο, ήταν πολύ συναρπαστική», λέει ο σκηνοθέτης της ταινίας, Τζούλιαν Τζάρολντ. «Δεν ξέρουμε ακριβώς τι συνέβη, αλλά η ταινία μας είναι μια μικρή φανταστική ιστορία για το τι θα μπορούσε να έχει συμβεί».
«Η βασίλισσα Ελισάβετ είναι φοβερά δημοφιλής», προσθέτει ο παραγωγός Ρόμπερτ Μπέρνστιν, «και έχει φτιάξει μια βαθιά σχέση με το λαό της. Στην ταινία, παίζουμε με μια ιδέα σχετικά με το πώς θα μπορούσε να έχει διαμορφωθεί αυτή η σχέση στην πιο εμβληματική νύχτα για τη Βρετανία, όταν είναι μία από αυτούς». Η νύχτα εκείνη, εξάλλου, είχε τεράστια ψυχολογική σημασία για τη νεαρή τότε διάδοχο. «Όλη η Βρετανία, και ειδικά η βασιλική οικογένεια, ήταν εγκλωβισμένη στα σπίτια της κατά τη διάρκεια του πολέμου», εξηγεί ο Τζάρολντ. «Το φαγητό μοιράζονταν με δελτία και οι πριγκίπισσες δεν μπορούσαν να βγουν έξω στον κόσμο. Ξαφνικά, μέσα σε μια νύχτα, υπήρξε μια έκρηξη χρωμάτων και φωτός – έτσι, το “Η Πριγκίπισσα το’Σκασε” είναι κάτι σαν ένα παραμύθι από την ανάποδη: οι πριγκίπισσες αφήνουν το παλάτι για τον μαγικό κόσμο του εορτασμού».
Πώς βρίσκεις δύο ηθοποιούς για να υποδυθούν δύο από τις πιο αναγνωρίσιμες φιγούρες του 20ού αιώνα, και μάλιστα σε μια περίοδο της ζωής τους που δεν ήταν τόσο γνωστές; Αυτή ήταν η βασική πρόκληση της επιλογής καστ από την πλευρά του Τζούλιαν Τζάρολντ, ο οποίος αναζητούσε ηθοποιούς με την ικανότητα να ισορροπήσουν ανάμεσα στα στοιχεία φαντασίας και την ιστορική πραγματικότητα. «Δεν προσπαθήσαμε να βρούμε πανομοιότυπους εξωτερικά ηθοποιούς αλλά κάποιους που να συλλάβουν την ουσία των ρόλων και να χειριστούν με σεβασμό τα άτομα τα οποία αφορούν οι ρόλοι αυτοί», σχολιάζει ο παραγωγός της ταινίας. «Χρειάστηκε να αναζητήσουμε νεαρούς ηθοποιούς, που όμως να μπορούν να μεταφερθούν στην δεκαετία του ’40 και να μην μοιάζουν υπερβολικά μοντέρνοι, έτσι ώστε να μπορέσουμε να αναπαράγουμε το χαρακτηριστικό στιλ της βασιλικής οικογένειας».
Τελικά τους ρόλους ανέλαβαν η Σάρα Γκέιντον, ανερχόμενη Καναδή σταρ που ξεχώρισε στο «Cosmopolis» και «Maps to the Stars» του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ και η Μπελ Πάουλι, που πρωταγωνίστησε στην μεγάλη επιτυχία του φετινού φεστιβάλ Sundance, «Diary of a Teenage Girl». Τις δύο αυτές ηθοποιούς πλαισιώνουν ο Τζακ Ρέινορ (πρωταγωνιστής του εξαιρετικού «What Richard Did», του «Transformers: Age of Extinction» και του επερχόμενου «Macbeth» με τον Μάικλ Φασμπέντερ), και ο Ρούπερτ Έβερετ και η Έμιλι Ουότσον στους ρόλους του βασιλικού ζευγαριού.
Το καστ προετοιμάστηκε παρακολουθώντας συνεντεύξεις και δημόσιες εμφανίσεις της βασιλικής οικογένειας, αλλά και κλασικές ταινίες όπως το «Σύντομη Συνάντηση», το «Διακοπές στη Ρώμη» και άλλα, που βοήθησαν είτε στην κατανόηση της εποχής είτε στο ύφος της ταινίας. «Διάβασα ό, τι μπορούσα να βρω για εκείνη», λέει η Γκέιντον. «Ήταν σημαντικό να συλλάβω την τεράστια αίσθηση καθήκοντος και ευθύνης που έχει η βασίλισσα, αλλά ταυτόχρονα προσπάθησα να αναδείξω το κορίτσι πίσω από την πριγκίπισσα, όχι απλώς το είδωλο που ξέρουμε όλοι σήμερα».
Για την Μπελ Πάουλι, που ανέλαβε τον εξίσου απαιτητικό ρόλο της, γνωστής για την εκκεντρική και ανυπάκουη προσωπικότητά της, Μάργκαρετ, η προετοιμασία ήταν ακόμη δυσκολότερη, καθώς υπάρχουν λιγότερες πηγές και υλικό για την μικρότερη αδερφή της διαδόχου και μετέπειτα βασίλισσας. «Έπρεπε να την κρατήσω μακριά από την καρικατούρα, να είναι μεν αστεία και περιπετειώδης προσωπικότητα, αλλά να έχει και στιγμές αληθινές».
«Είναι μια ταινία για μια οικογένεια», λέει ο Ρούπερτ Έβερετ, ο οποίος υποδύεται τον βασιλιά Γεώργιο τον Β’, που ανέβηκε στον θρόνο μετά την παραίτηση του αδερφού του. «Είναι μια ταινία για την ανησυχία ενός πατέρα για την κόρη του και την ανησυχία για την δική του θητεία, επίσης. Όπως όλοι ξέρουμε και τόσο εξαιρετικά κατέδειξε ο «Λόγος του Βασιλιά», είχε το πρόβλημα στο λόγο του, που φανέρωνε πολλά για τον ίδιο».
Χάρη σε έναν πλούτο φωτογραφικού και κινηματογραφικού υλικού από την περίοδο εκείνη, αλλά και τη συγκεκριμένη νύχτα, η παραγωγή κατάφερε να αναπαραστήσει εξαιρετικά την εποχή, τόσο μέσα στο ίδιο το παλάτι όσο και έξω στους δρόμους του Λονδίνου. Έχοντας ως οδηγούς φωτογραφίες εφημερίδων, υλικό από τα επίκαιρα της εποχής, καθώς και πλήθος μαρτυριών, οι συντελεστές επεδίωξαν να συλλάβουν μια μοναδική, ηλεκτρισμένη στιγμή στην ιστορία της Βρετανίας: «Υπάρχουν τόσες εμβληματικές εικόνες χαραγμένες στη μνήμη όλων όσοι τα έζησαν ή τα είδαν έκτοτε σε φωτογραφίες και βιντεοσκοπημένο υλικό. Θεωρήσαμε κρίσιμο να αναπαραστήσουμε τις στιγμές αυτές έτσι ώστε οι θεατές να πάρουν μια πραγματική γεύση της βραδιάς και να νιώσουν τα ίδια συναισθήματα».
Σε αρκετές περιπτώσεις, πάντως, ακόμη και το υλικό αυτό δεν μπορούσε να κατευθύνει όλες τις αποφάσεις, κάτι που ανάγκασε τους υπεύθυνους των επιμέρους τμημάτων να αυτοσχεδιάσουν με τη βοήθεια των διαθέσιμων πληροφοριών και της φαντασίας τους για να προσδώσουν μια κάπως μαγική χροιά στην οθόνη.
Έτσι, καθώς οι περισσότερες οπτικές αναφορές ήταν ασπρόμαυρες, ο σχεδιασμός των κοστουμιών υπαγορεύθηκε από τους περιορισμούς της εμπόλεμης περιόδου, με ελάχιστες πινελιές που θυμίζουν πριγκιπικές εμφανίσεις και μεγαλύτερη έμφαση στην άνεση και τα μαλακά, παστέλ χρώματα. Αντίστοιχα, ο μεγάλος αριθμός των δεύτερων ρόλων ή ακόμη και των βοηθητικών ηθοποιών πάνω από όλα υπάκουσε στην λογική της εποχής και έτσι τα ρούχα μοιάζουν ταλαιπωρημένα, πολυφορεμένα και πρακτικά – ένα από τα κοινά που μοιράστηκαν όλα τα κοινωνικά στρώματα τη μέρα της απελευθέρωσης ήταν το γεγονός ότι κανείς δεν είχε καινούρια ρούχα.
Η ταινία έκανε γυρίσματα για έξι εβδομάδες, στην πόλη του Χαλ και άλλες περιοχές του Λέστερσιρ, καθώς το Λονδίνο αποδείχθηκε πολύ ακριβό για να φιλοξενήσει ένα μεγάλο τμήμα των γυρισμάτων και η παραγωγή αναγκάστηκε να αναζητήσει διάφορες τοποθεσίες και αρχοντικά σπίτια για να υποδυθούν τον ρόλο της πρωτεύουσας και του παλατιού αντίστοιχα.
Η παραγωγή μεταφέρθηκε έπειτα στο Λονδίνο για γυρίσματα γύρω από το παλάτι του Μπάκιγχαμ και την πλατεία Τραφάλγκαρ, το κέντρο των μεγάλων εορτασμών. Το παλάτι έδωσε την έγκριση για σύντομα γυρίσματα στον προαύλιο χώρο του Μπάκιγχαμ, για τις σκηνές στις οποίες η βασιλική οικογένεια, συγκεντρωμένη στο μπαλκόνι του παλατιού, χαιρέτησε τον συγκεντρωμένο κόσμο, ενώ η πλατεία Τραφάλγκαρ έκλεισε για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της παραγωγής, που αναβίωσε το ξέφρενο πάρτι.
«Ήταν μια πραγματικά ξεχωριστή στιγμή», αναπολεί η Γκέιντον. «Δεν μπορούσα να το πιστέψω ότι ζούσα κάτι τέτοιο. Ο παππούς και η γιαγιά μου βρέθηκαν στην Τραφάλγκαρ τη μέρα της απελευθέρωσης και γιόρτασαν όλο το βράδυ, και για μένα το να βρεθώ τόσα χρόνια μετά σε μια αναπαράσταση της στιγμής αυτής ήταν φοβερά δυνατό και ξεχωριστό, όπως ήταν σίγουρα και για την Ελισάβετ». «Ήταν μαγικά», συμφωνεί η Πάουλι. «Είχαμε 300 βοηθητικούς ηθοποιούς, άνδρες με στρατιωτικές στολές, όλοι με κοστούμια εποχής. Κάποια στιγμή βουτήξαμε και στο σιντριβάνι! Ήταν πραγματικά μια υπέροχη, απίστευτη νύχτα».
Και σαν να μην έφτανε αυτό, η νύχτα του γυρίσματος, μάλιστα, συνέπεσε με την επέτειο της βραδιάς, στις 8 Μαΐου. «Κοιτούσαμε το παλάτι και αναρωτιόμασταν αν η βασίλισσα μάς κοιτούσε από το παράθυρό της», λέει γελώντας ο Τζάρολντ. «Φυσικά, όπως και όσον αφορά τι έγινε πραγματικά το βράδυ του 1945, δεν θα το μάθουμε ποτέ!».
Σκηνοθεσία Τζούλιαν Τζάρολντ
Σενάριο Τρέβορ Ντε Σίλβα
Κέβιν Χουντ
Παραγωγή Ρόμπερτ Μπερνστάιν
Ντάγκλας Ρέι
Ζενεβιέβ Λεμάλ
Νικ Ο’Χάγκαν
Ηθοποιοί Σάρα Γκέιντον
Μπελ Πάουλι
Τζακ Ρέινορ
Ρούπερτ Έβερετ
Έμιλι Ουότσον
Μοντάζ Λουκ Ντάνκλεϊ
Φωτογραφία Κριστόφ Μποκάρν
Σκηνικά Λόρενς Ντόρμαν
Μουσική Πολ Ίνγκλισμπι
Διάρκεια 97’
Διανομή Odeon