Η έκθεση σύμφωνα με το δελτίο τύπου πήρε τ’ όνομά της από τη μυθολογική θεά της θεραπείας, Αλθαία, η οποία συμβολίζει τη μεταμορφωτική δύναμη της τέχνης, την αλληλεγγύη και τη στήριξη της κοινότητας. Οι δημιουργοί της πιστεύουν πως η τέχνη και η συλλογικότητα, αλλά και η επανεφεύρεση της τέχνης της λαογραφίας και η χειροτεχνία, είναι τα κύρια συστατικά στη δημιουργία συνεκτικών κοινωνικών ιστών και μπορούν να δώσουν την απαραίτητη ώθηση προς μια πιο χαρούμενη και υγιή κοινωνία.
Στην έκθεση “Althea Ceramics” βλέπουμε ότι η κεραμική τοποθετείται ψηλά στη δημιουργική ενασχόληση της σύγχρονης εικαστικής σκηνής όπως συμβαίνει παγκοσμίως, καθώς ο σύγχρονος άνθρωπος βιώνει έντονη την ανάγκη εντρύφησης με το υλικό σε μία προσπάθεια να έρθει σε επαφή με τις ρίζες του και την αλήθεια των φυσικών λειτουργιών της ζωής, μέσα σε μία εποχή που χαρακτηρίζεται από απρόσωπη αστική διαβίωση, ψηφιακή αποϋλοποίηση και πολιτισμική απομάγευση. Το διακοσμητικό και το χρηστικό συνδημιουργούν το καλλιτεχνικό αντικείμενο, μέσα από τη ζωντανή φύση και τη ιαματική μάλαξη του πηλού αλλά και τη βαθιά εννοιολογική του αξία, και αποπέμπουν τον ελιτισμό και τη μοναχικότητα του έργου τέχνης, κοινωνώντας την καλλιτεχνική δημιουργία σε όλους τους ανοιχτούς αποδέκτες.
Έχει πολύ ενδιαφέρον να δούμε τι λένε οι ίδιοι καλλιτέχνες για το έργο τους:
Η Pilar Mayorga Barrientos κατάγεται από την Κολομβία, γεννήθηκε στο Περού, μεγάλωσε στη Βραζιλία και την Ισπανία, σπούδασε κεραμική στις Ηνωμένες Πολιτείες, έζησε για χρόνια στο Άμστερνταμ και τα τελευταία 12 χρόνια ζει και εργάζεται στην Αμοργό. Όπως λέει: «Ο πηλός αποτελεί ακόμα για μένα ένα εκπληκτικό υλικό. Είναι η γη μας με νερό, φωτιά και αέρα – τα τέσσερα στοιχεία της φύσης. Δουλεύω με εναλλακτικές τεχνικές ψησίματος, το κλασικό «αμερικάνικο Raku» με γυαλώματα, την τεχνική “foil saggar” αποτυπώνοντας στον πηλό φύλλα και λουλούδια με καπνό και άλλες τεχνικές όπως το “horse hair Raku”. Μου αρέσει να πειραματίζομαι με τα απρόβλεπτα αποτελέσματα της φωτιάς και του καπνού, που είναι πάντα μια έκπληξη, ξέρεις περίπου τι θα συμβεί αλλά όχι ακριβώς – όπως άλλωστε συμβαίνει και στη ζωή». Τα έργα της μοιάζουν σαν να έχουν σμιλευτεί από το χρόνο, φέροντας στο δέρμα τους τη σαγηνευτική δύναμη των ταλισμανικών αντικειμένων της Ανατολής ενώ κάποια από αυτά, όπως μία συστάδα μικρών φεγγαριών, ηχούν καθώς ο θεατής τα δονεί μέσα στην παλάμη του. Ταυτόχρονα δημιουργεί γυναικεία ειδώλια που εξυμνούν την πολυδιάστατη φύση της γυναίκας, θηλυκές μορφές που θυμίζουν τη θεότητα του βουνού των Άνδεων, λουλουδιασμένες και παραγωγικές, σε στάσεις υμνητικές προς τη φύση και τον σπάνιο πλούτο της. Την ίδια στιγμή αλογάκια racu αποχωρίζονται την σκακιέρα και καλπάζουν ανεξάρτητα μέσα στο χώρο.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Η Άννα Συνοδινού, γεννήθηκε στο Παρίσι από Ιταλίδα μητέρα και Έλληνα πατέρα, μεγάλωσε στην κεντρική Αφρική, σπούδασε στο Παρίσι και τα τελευταία σαράντα χρόνια ζει στη Αμοργό. Όπως λέει: «Στόχος της δουλειάς μου είναι να φέρω τη δύναμη της φύσης στην κεραμική. Γι’ αυτό και επέλεξα τον πηλό υψηλής θερμοκρασίας (stoneware), για την εκπληκτική ποικιλία της φύσης του, την ομορφιά, την αθανασία του και, τελικά, την ψυχή του. Μ’ αρέσει να εισάγω πρωταρχικά συναισθήματα στη δουλειά μου, όπως η χαρά και η απόλαυση, γι’ αυτό παίζω με χρώματα, γυαλώματα και κάποιες φορές με χρυσό, επιδιώκοντας να παραμένω εναρμονισμένη με τα τέσσερα στοιχεία της φύσης τη γη, το νερό, τη φωτιά και τον αέρα, με τα οποία έχω την τιμή να δουλεύω». Η γλυπτική ποιητική της εξυφαίνεται από τις αέναες κινήσεις της φύσης, από τη παλμικότητα της, είτε αυτή αφορά τη ροή των νερών, ή το θρόισμα των φύλλων στο πέρασμα του ανέμου.
Ο Nicola de Paoli, αρχιτέκτονας και κεραμίστας, σπούδασε στη Βενετία και ζει στην Αμοργό τα τελευταία 14 χρόνια. Πειραματίζεται και διερευνά το σχέδιο σε διάφορες φόρμες. Όπως λέει: «Ο κόσμος της κεραμικής είναι για μένα ένα πάθος που θέλει να εκφραστεί και να αναπτυχθεί, ένα συνεχές μονοπάτι, η ανάγκη να διατηρείς τη φλόγα αναμμένη. Η δουλειά μου αναζητά την αλήθεια και τη φυσικότητα του υλικού μέσα από την αγνότητα και απλότητα των διαφόρων σχεδίων». Οι γλυπτικές του φόρμες που παραπέμπουν στα αρχαιοελληνικά αγγεία, πραγματεύονται την έννοια του δοχείου, ως μία μορφή που υποδέχεται υλικά πολύτιμα για τη συνέχιση της ζωής. Ταυτόχρονα λειτουργούν ως σημεία στίξης στο χώρο, με τις ζωηρές τους υλικές επιφάνειες να φαντάζουν σαν χαϊδεμένες από το αλάτι και την απαλή αδρότητα του βυθού της θάλασσας. Αλλού, αυτές οι κυοφορούσες φόρμες παίρνουν τη μορφή ζωτικών οργάνων του σώματος, όπως μία λευκή καρδιά με ανοιχτά στόμια σαν αρτηρίες που ανασαίνουν.
Η Sohan Μαρία Σπινθουράκη σπούδασε εσωτερική διακόσμηση και εναλλακτικές και ολιστικές θεραπείες, όπως ρέικι και κινητικούς διαλογισμούς. Τα κοσμήματά της από σπάνιες χάντρες “African trade beads” εκτέθηκαν μεταξύ άλλων στο Μουσείο Μπενάκη στην Αθήνα. Από το 2015 ζει κυρίως στην Αμοργό και ασχολείται με την κεραμική. Όπως λέει: «Σε όλη μου τη ζωή μου άρεσε να φτιάχνω πράγματα με τα χέρια μου, κοσμήματα, κεντήματα, πλεκτά, σχέδια, ζωγραφιές… Όταν αποφάσισα να ζήσω στην Αμοργό, βρήκα επιτέλους τον χρόνο να ασχοληθώ με την κεραμική που ήταν το μεγάλο μου όνειρο, μια τέχνη που μας δίνει ανεξάντλητες δυνατότητες, μας ενώνει με το παρελθόν, μας γειώνει στο παρόν και μας βοηθά να ονειρευόμαστε για το μέλλον». Η εικαστικός για την έκθεση δημιουργεί αντικείμενα με προσθήκη χρυσού βάσει της τεχνικής kintsugi που παραπέμπουν στην ιαπωνική κοσμοθεωρία wabi sabi, στην αποδοχή της ομορφιάς του ατελούς και της παροδικής φύσης των υλικών. Ο πηλός, ως κομμάτι της φύσης, παρότι μέσω της ανθρώπινης διαχείρισης του, έχει αφήσει ανεξίτηλο το κληροδότημα του μέσα στους αιώνες, δεν παύει να είναι ένα ζωντανό υλικό που μεταλλάσσεται και διαμορφώνεται με τους ρυθμούς της πλάσης. Στα χέρια της καλλιτεχνικής δημιουργικότητας πλάθεται και αυτός συχνά με απρόβλεπτα αποτελέσματα, και όταν “πληγώνεται”, επανενώνεται τρυφερά με ραφές από χρυσή βαφή.
Κεντρική φωτογραφία θέματος: Μαρία Σπινθουράκη