Από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης κυκλοφορεί το βιβλίο, Η βιολογία της ομοφυλοφιλίας του Jacques Balthazart σε μετάφραση της Λύο Καλοβυρνά και σε επιμέλεια της Χριστίνας Δάλλα.
Ο σεξουαλικός προσανατολισμός των περισσότερων ανθρώπων είναι ετεροφυλοφιλικός: το ερωτικό τους ενδιαφέρον αφορά άτομα του αντίθετου φύλου. Ένα αξιοσημείωτο ποσοστό των ανθρώπων, όμως, συνήθως γύρω στο 5-10%, έχουν ομοφυλοφιλικό σεξουαλικό προσανατολισμό. Γιατί συμβαίνει αυτό; Σε τι οφείλεται τελικά το φαινόμενο της ομοφυλοφιλίας;
Την αναζήτηση απαντήσεων συσκότιζαν ανέκαθεν προκαταλήψεις και παρανοήσεις, π.χ. ότι η ομοφυλοφιλία είναι μια ασθένεια που μπορούμε να θεραπεύσουμε ή μια στάση ζωής που επιλέγουμε. Η πρώτη προσπάθεια ορθολογικής προσέγγισης του φαινομένου στηρίχτηκε στην ιδέα ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός στον άνθρωπο διαμορφώνεται στην παιδική ηλικία από τη διαπαιδαγώγηση και το κοινωνικό περιβάλλον. Τούτη η άποψη είναι η πλέον διαδεδομένη στις μέρες μας.
Ωστόσο, η πρόσφατη ανάπτυξη της βιολογίας και των νευροεπιστημών επέτρεψε μια ολότελα διαφορετική προσέγγιση. Τα ομοφυλόφιλα άτομα, κατά την εμβρυϊκή τους ζωή και αμέσως μετά τη γέννηση, αντιμετώπισαν ένα ασυνήθιστο ενδοκρινικό περιβάλλον, το οποίο οδήγησε όχι μόνο στον ιδιαίτερο σεξουαλικό προσανατολισμό τους, αλλά και σε διαφοροποιήσεις στη συμπεριφορά και τη φυσιολογία. Για τον Jacques Balthazart, συγγραφέα του βιβλίου και κορυφαίο εκφραστή της συγκεκριμένης άποψης, η ομοφυλοφιλία δεν αποτελεί θέμα επιλογής, δεν είναι ασθένεια ή διαστροφή, ούτε οφείλεται σε αδιάφορους γονείς ή σε προβληματικό κοινωνικό περιβάλλον. Είναι ακόμη μία εκδοχή του φαινομένου της βιολογικής ποικιλότητας.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ο Jacques Balthazart είναι Καθηγητής Συμπεριφορικής Νευροενδοκρινολογίας στο Πανεπιστήμιο της Λιέγης, στο Βέλγιο, και ομότιμος διευθυντής της μονάδας νευροεπιστημών του ερευνητικού κέντρου GIGA. Είναι επίσης συνδιευθυντής του περιοδικού Frontiers in Neuroendocrinology και της εκδοτικής σειράς με θέμα τη συμπεριφορική νευροενδοκρινολογία του Oxford University Press. Έχει γράψει δύο επιστημονικές μονογραφίες και τουλάχιστον 380 ερευνητικές εργασίες.