H εικοστή πρώτη ταινία του σύγχρονου Ισπανού σκηνοθέτη και παραγωγού, Pedro Almodóvar, «Pain & Glory» ή αλλιώς «Dolor y Gloria» κατέκτησε μετά την προβολή της το κοινό και τις κριτικές. Με έντονο αυτοβιογραφικό χαρακτήρα, μας υπενθύμισε τη δεξιοτεχνία του Almodóvar να μπλέκει τη ζωή με την έβδομη τέχνη.
Η ισπανική εφημερίδα «El Mundo» σχολίασε ότι πρόκειται για μία από τις πιο ισορροπημένες και έντονες ταινίες του Ισπανού σκηνοθέτη με απόλυτη κυριαρχία επί της ίδιας του της μαεστρίας. Μάλιστα, κάποιοι συνέκριναν τη νηνεμία και την ελεγχόμενη συγκίνηση του «Pain & Glory» με την τελευταία ταινία του John Huston «The Dead». Ωστόσο, όσοι θεωρούν ότι η ταινία είναι το κύκνειο άσμα του Pedro Almodóvar, έχουν αστοχήσει, καθώς ο σκηνοθέτης έχει ήδη έτοιμο το επόμενο σενάριό του και δεν προτίθεται να αποτραβηχτεί από τον κινηματογραφικό στίβο.
Η μοναδική σχέση του Banderas με τον Almodóvar
Η σχέση του Banderas με τον Almodóvar αποτελεί το κεντρικό αφήγημα τόσο του δημόσιου διαλόγου περί της ταινίας όσο και της ίδιας της ταινίας. Ο Antonio Banderas πρωταγωνιστεί για έβδομη φορά σε ταινία του Almodóvar, ενσαρκώνοντας τον Salvador Mallo- ονοματεπώνυμο το οποίο εμπεριέχει σκόπιμα όλα τα γράμματα για τον σχηματισμό του επιθέτου τού σκηνοθέτη. Σε μια κινηματογραφική αναλογία της ζωής του σκηνοθέτη, ο Banderas είναι το άβαταρ του Almodóvar – τηρουμένων των αναλογιών και των κατά συνθήκη στοιχείων fiction. Ο ίδιος ο Almodóvar, παραδέχεται ότι η ταινία προσομοιάζει στη ζωή του, αλλά σε καμία περίπτωση δεν τη μιμείται πλήρως.
Σε μία αναζήτηση των ομοιοτήτων θα παρατηρήσουμε ότι η ταινία αναφέρεται στην επανένωση ενός σκηνοθέτη με τον πρωταγωνιστή της μεγαλύτερης επιτυχίας του που είχαν για χρόνια χάσει επαφή. Αυτή η ιστορία αποτελεί μια μεταφορά της πραγματικής σχέσης του Almodóvar με τον Banderas. Στις αρχές του ’90 – λίγο μετά την ακμή της movida madrileña – και ενώ ο Banderas είχε κάνει το ντεμπούτο του σε αρκετές αλμοδοβαρικές ταινίες, αποφασίζει να κυνηγήσει το όνειρο του στο Hollywood. Ο Almodóvar το εξέλαβε αυτό ως προδοσία και οι μεταξύ τους σχέσεις είχαν για καιρό ψυχρανθεί.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Οι «εμμονές» του Almodóvar
Το «Dolor y Gloria» αποτελεί ακόμα ένα παζλ γνώριμων στον Almodóvar μοτίβων και ηθοποιών. Μάλιστα, η επανάληψη συγκεκριμένων μοτίβων αποτιμήθηκε από τον δημοσιογράφο Thomas June, ο οποίος συνόψισε τις «εμμονές» του Almodovar στα εξής στοιχεία: χρήση ναρκωτικών, πορνεία, ομοφυλοφιλία, βιασμός, συγγραφή γραμμάτων, κατασκοπεία, γύρισμα ταινιών, εμετός, εγκλεισμός και transsexuals. Αυτή είναι και η πτυχή της δημιουργίας του που διχάζει την καλλιτεχνική κριτική. Από την μια μεριά κατακρίνεται για τον εγκλωβισμό – ανάλωση στα ίδια θέματα και από την άλλη εξαίρεται η μοναδική του ικανότητα να παρουσιάζει τόσο συχνά τα ίδια θέματα χωρίς να φοβάται την επανάληψη, αφού είναι η ματιά του εκείνη που διαφοροποιεί κάθε φορά το έργο.
Μπορεί το Pain & Glory να προβλήθηκε ως η πιο αυτοβιογραφική ταινία του Almodóvar, αλλά η ενσωμάτωση προσωπικών βιωμάτων στην πλοκή των ταινιών του δεν είναι καινούριο στοιχείο της αλμοδοβαρικής δημιουργίας.
Ο Ισπανός σκηνοθέτης αποκαλύπτεται μέσα από τις ταινίες του
Ο Pedro Almodóvar γεννιέται το 1949 στο Almagro – μια μικρή επαρχιακή πόλη που ανήκει στην αυτόνομη κοινότητα της Castilla – La Mancha. Η ισπανική επαρχία και τα ερημωμένα αγροτικά χωριά κυριαρχούν στις ιστορίες που διηγείται ο σκηνοθέτης, από το «Volver» με τα ερημικά ποτάμια και τους ήσυχους δρόμους έως το « La Mala Educación» με τα συνοικιακά σινεμά και τα επαρχιακά σπίτια. Μάλιστα, στην ταινία «La Mala Educación» διαφαίνονται αρκετά βιωματικά στοιχεία του σκηνοθέτη. Ο ίδιος – όπως και οι πρωταγωνιστές της ταινίας – παρακολούθησε από την ηλικία των οκτώ ετών καθολικό σχολείο, όπου και υπέστη σεξουαλική κακοποίηση!
Διάσπαρτα μέσα στην ταινία θα εντοπίσει κανείς μια super 8 κάμερα – αντίστοιχη με την πρώτη κάμερα του σκηνοθέτη – και μικρές θεατρικές ομάδες σαν αυτές της μετά-Franco Μαδρίτης που έψαχνε τον καλλιτεχνικό σφυγμό της. Στη θεατρική ομάδα «Los Goliardos», οφείλει και τη γνωριμία του με την Carmen Maura στις αρχές του ’70. Ο Almodóvar είχε στο μεταξύ μετακομίσει στη Μαδρίτη με σκοπό να σπουδάσει σινεμά, αλλά ο Φράνκο έκλεισε την εθνική σχολή κινηματογράφου και έτσι ο Almodóvar (ευτυχώς) ανακάλυψε μόνος του την τέχνη του cinema.
Παράλληλα, οι ταινίες του Almodóvar θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως μια κρυφή συνωμοσία των απανταχού φεμινιστριών! Η γυναίκα με πνεύμα δυναμικό, τολμηρό και θέληση για επιβίωση, η «γυναίκα-θυσία» για όσους αγαπάει, είναι σύνηθες φαινόμενο στο πολύχρωμο σύμπαν του Almodóvar. Ταινίες όπως το «Volver», το «Todo sobre mi madre», το «Hable con ella» και το «Pepi,Luci, Bom y otras chicas del montón» φανερώνουν την επιθυμία του να αποδώσει φόρο τιμής στο γυναικείο φύλο.
Ο ίδιος δηλώνει ότι δεν ταυτίστηκε ποτέ με την πατρική φιγούρα και ήταν πάντα η μητρική περσόνα αυτή που τον ενέπνεε. Χαρακτηριστικά αναπολεί ότι οι γυναίκες των παιδικών του χρόνων ήταν εργατικές, χαμογελαστές και ομιλητικές, ενώ οι άντρες απόμακροι και αυστηροί. Ίσως με αυτό τον σκοπό να προβάλει συχνά το στερεότυπο της γυναικείας υστερίας, όχι δηλαδή με στόχο να τη χλευάσει, αλλά για να ενεργοποιήσει την ενσυναίσθηση του κοινού προς το γυναικείο φύλο.
Εάν το σινεμά έχει τη δύναμη, όπως λέει ο Almodóvar, να γεμίσει τα κενά και τη μοναξιά της ζωής, τότε οι ταινίες του έχουν σίγουρα στόχο να γεμίσουν με χρώμα τις λευκές σελίδες της δικής μας ζωής.