Η Μαρία Φαραντούρη συναντά τον Charles Lloyd στο Ηρώδειο

Ο θρυλικός σαξοφωνίστας Τσαρλς Λόυντ και το κουαρτέτο του συναντούν την κορυφαία Ελληνίδα ερμηνεύτρια Μαρία Φαραντούρη, την Παρασκευή 4 Ιουνίου στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.

Οι δύο καλλιτέχνες ενώνουν τις δυνάμεις τους και μας προσκαλούν σε μια  μουσική διαδρομή από τη σύγχρονη world τζαζ και το μπλουζ στο έντεχνο τραγούδι της ελληνικής παράδοσης. Μαζί τους εμφανίζονται τρεις εκπληκτικοί μουσικοί από τους πιο προικισμένους της γενιάς τους, που συμπληρώνουν το περίφημο Charles Lloyd quartet, ο πιανίστας Τζέισον Μόραν, o μπασίστας Ρούμπεν Ρ. Ρότζερς και ο ντράμερ Έρικ Χάρλαντ. Παραδοσιακά έγχορδα όργανα παίζει ο Σωκράτης Σινόπουλος.

Ο Λόυντ και η Φαραντούρη συναντήθηκαν πριν μερικά χρόνια στην Καλιφόρνια, όταν τον Νοέμβριο του 2002 ο Λόυντ παρακολούθησε τη συναυλία της στο Πανεπιστήμιο της Santa Barbara. Οι δύο καλλιτέχνες αισθάνθηκαν πολύ κοντά και μια δυνατή φιλία γεννήθηκε μαζί με την υπόσχεση να συναντηθούν επί σκηνής.

Η υπόσχεση γίνεται πραγματικότητα με τη συναυλία στο Ηρώδειο, όπου η Μαρία Φαραντούρη, από τις πλέον αναγνωρίσιμες διεθνώς εκπροσώπους της σύγχρονης Ελληνικής μουσικής επιχειρεί την προσωπική της υπέρβαση ερμηνεύοντας συνθέσεις του Τσαρλς Λόυντ, την ίδια στιγμή που ο πολυπολιτισμικής καταγωγής συνθέτης επιδιώκει να προσεγγίσει και την ελληνική μουσική ταυτότητα μέσα από τη φωνή της.

Το πρόγραμμα της συναυλίας αποτελείται από συνθέσεις του Τσαρλς Λόυντ, που ξεκινούν από το θρυλικό Forest Flower μέχρι τις νεότερες δημιουργίες του. Η Μαρία Φαραντούρη καλείται να ερμηνεύσει μερικές από τις ωραιότερες μπαλάντες του, ενώ το πρόγραμμα εμπλουτίζεται με ένα νέο έργο ειδικά γραμμένο για τη συναυλία αυτή. Πρόκειται για την Ελληνική Σουίτα, εμπνευσμένη από Ελληνικά μουσικά θέματα της παραδοσιακής αλλά και σύγχρονης μουσικής τα οποία διασκεύασε και ενορχήστρωσε ο πιανίστας και συνθέτης Τάκης Φαραζής.

Ο Τσαρλς Λόυντ γεννήθηκε στον Μέμφις του Τενεσσί τον Μάρτιο του 1938. Όπως η Νέα Ορλεάνη, 400 μίλια νότια του Μισσισσίπη, έτσι και το Μέμφις έχει μία πλούσια κουλτούρα και σπουδαία μουσική κληρονομιά, εμποτισμένη με μπλουζ, γκόσπελ και τζαζ. Η ίδια η καταγωγή του Λόυντ από Αφρικανούς, Ινδιάνους Τσερόκι, Μογγόλους και Ιρλανδούς αντικατοπτρίζει μία παρόμοια πλούσια κουλτούρα.

Πήρε το πρώτο του σαξόφωνο στα 9 του χρόνια, καθηλωμένος από μία ραδιοφωνική αναμετάδοση του ΄40, με τους  Charlie Parker, Coleman Wawkins, Lester Young, Billie Holiday και Duke Ellington. Μεταξύ των  πρώτων δασκάλων του Λόυντ συμπεριλαμβάνονται ο πιανίστας Phineas Newborn και ο σαξοφωνίστας Irvin Reason. Ο πιο κοντινός παιδικός του φίλος ήταν ο μεγάλος τρομπετίστας Booker Little. Σαν έφηβος, ο Λόυντ έπαιζε τζαζ μαζί με τον σαξοφωνίστα George Coleman και συνόδευε μεγάλους μουσικούς των μπλουζ όπως οι Johnny Ace, Bobby Blue Bland, Howlin Wolf και B.B.King.

Αναγνωρισμένος ως ο πατέρας του Παγκόσμιου Μουσικού Ρεύματος (San Francisco Chronicle) εργάστηκε ως μουσικός (sideman) στις μπάντες του Chico Hamilton και Cannonball Adderley, πριν ν΄ αναρριχηθεί στην κορυφή, σαν αρχηγός του συγκροτήματος το 1966 με τη δισκογραφική του δουλειά Forest Flower, η οποία ηχογραφήθηκε στο Monterey Jazz Festival και πούλησε 1.000.000 αντίτυπα! (αναδεικνύοντας ένα νέο εντυπωσιακό πιανίστα με το όνομα Keith Jarrett).

Στο αποκορύφωμα της δημοτικότητάς του, ξάφνιασε τους αναρίθμητους θαυμαστές του με όταν αποσύρθηκε από την σκηνή γύρω στη δεκαετία του ‘70. Μία ασθένεια διέκοψε την επιστροφή του το 1980, αλλά τη δεκαετία του ’90 ο Λόυντ επέστρεψε ενεργά στη σκηνή επαναφέροντας άλμπουμ όπως το Fish Out of Water (1990), το Canto (1996) και το Voice In the Night (1998), το Water is Wide και το Hyperion With Higgins (2002 & 2001) καθώς και το Which Way is East (2004), που στιγμάτισαν την αξιοθαύμαστη συνεργασία του με τον Billy Higgins.

Η Μαρία Φαραντούρη γεννήθηκε στην Αθήνα και έγινε γνωστή σε όλον τον κόσμο ως ιδεώδης ερμηνεύτρια του Μίκη Θεοδωράκη, παίζοντας, συγχρόνως, σπουδαίο ρόλο στο κίνημα για την αναβίωση της ελληνικής μουσικής. Θεωρείται η πιο αυθεντική έκφραση του έντεχνου ελληνικού τραγουδιού. Η πλούσια κοντράλτο φωνή της με την τεράστια γκάμα και τη μελωδική ποιότητα σε συνδυασμό με την εξαιρετική δραματική της έκφραση, αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά της τέχνης της.

Το 1967 εγκαταλείπει την Ελλάδα και αγωνίζεται ενάντια στο δικτατορικό καθεστώς, δίνοντας χιλιάδες συναυλίες σε ολόκληρο τον κόσμο και στα μεγαλύτερα θέατρα. Παντού οι κριτικές είναι ενθουσιώδεις. Η Guardian γράφει: Μοναδική, η φωνή της είναι ένα δώρο των Θεών του Ολύμπου, ενώ ο μουσικοκριτικός της γαλλικής  Le Monde τη χαρακτηρίζει Τζόαν Μπαέζ της Μεσογείου.

Ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Φρανσουά Μιττεράν στο βιβλίο του Η Μέλισσα και ο Αρχιτέκτονας σημειώνει μεταξύ άλλων: Η Μαρία για μένα είναι η Ελλάδα. Έτσι φανταζόμουν την θεά Ήρα, δυνατή, αγνή και άγρυπνη. Δεν θυμάμαι να συνάντησα άλλον καλλιτέχνη που να μου έδωσε σε τέτοιο σημείο την αίσθηση του θείου.

Το διεθνές της ρεπερτόριο περιλαμβάνει τραγούδια του Bertold Brecht, του Τούρκου συνθέτη Zülfü Livaneli, του  Lucio Dalla καθώς και τα LP Τραγούδια Διαμαρτυρίας (Χρυσός Δίσκος το 1977) και 17 Τραγούδια (μεταξύ των οποίων και τρία τραγούδια του Βαγγέλη Παπαθανασίου ειδικά γι’ αυτήν), τα οποία της ενορχήστρωσε ο Κουβανός συνθέτης Leo Brouwer. Στις 23 Σεπτεμβρίου 2004, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος επιβράβευσε την προσφορά της Μαρίας Φαραντούρη στο ελληνικό τραγούδι, απονέμοντας της τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Φοίνικος.

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ