Δεν ήταν πάνω από διακόσιοι κάτοικοι και ζούσαν πολύ δύσκολα από τη θάλασσα, κολλημένοι στο βράχο τους, σαν ηλίθια πεισματικά μαλάκια. Και πάνω από τις άθλιες στέγες, σκαμμένες κάθε χειμώνα από τα κύματα, φαινόταν μόνο η εκκλησία προς τα δεξιά, λοξά πάνω στα βράχια και αριστερά το σπίτι των Σαντό με το δρόμο στη μέση να τα χωρίζει. Εκεί βρισκόταν όλη η Μπονβίλ…
Σ’αυτό το σκηνικό τοποθετεί ο Ζολά τους χαρακτήρες του και στήνει το πιο σκοτεινό και περίτεχνο δράμα του. Κι αν ο τίτλος αυτού του σχεδόν άγνωστου στο ελληνικό κοινό αριστουργήματος ακούγεται ειρωνικός, εκεί βρίσκεται το ταλέντο του κορυφαίου εκπρόσωπου του νατουραλισμού: μέσα από την απαισιοδοξία, την πικρία και το φόβο του θανάτου, υμνούνται η αγάπη και η δίψα του ανθρώπου για ζωή.