«Η ζωγραφική του Δημήτρη Μιστριώτη αποτελεί ευαίσθητη απόπειρα να δει τον κόσμο με προσοχή για να γεμίσει το κενό με χρώματα και γραμμές, ρυθμικά αναζητώντας τη ζωή, που είναι, μάλλον, η χαρά.
Σαν πουλί που μαθαίνει να πετά, κάνει μια προσπάθεια ταπεινή και αναγκαία, όπου σκύβει με πειθαρχία στην επιφάνεια σεβόμενος αυτή και τα πράγματα που πάνω της Ιστορεί, επικαλώντας, σε αυτή την ανοδική του απόπειρα το πνεύμα των Αγίων της Χριστιανικής του πίστεως: αυτόν τον άνεμο.»
Συμεών Ιερομόναχος 8 – 9 – 1996 Άγιον Όρος, (με αφορμή την πρώτη παρουσίαση των Ασκήσεων επί Καναπέως)
«Ο Καπετάν-Μύγας (Δημήτρης Μιστριώτης) δημιουργεί τέχνη εκπορευόμενη από το πνεύμα των πραγμάτων. Σκάβει στη γη της ψυχής του και ανακαλύπτει συναισθήματα και μνήμες ιθαγενείς. Κοιτάει βαθύτερα (ενδοσκόπηση) στην παράδοση, την ιστορία, τη θρησκεία, την ελληνική κουλτούρα, την εσώτερη διάσταση της διεθνούς τέχνης, το περιβάλλον του και αναζητώντας τη λύτρωση, το Όλο των πραγμάτων, ζωγραφίζει «ευχετική ζωγραφική» όπως την αποκαλεί ο ίδιος. Μη συμβατική, σχεδόν ψυχαναλυτική, επιχειρεί να γεφυρώσει το νου και τις αισθήσεις. Η τεχνοτροπία συνυφαίνεται τελικά με την νοοτροπία του. Οι δισδιάστατες παραστάσεις αντικειμένων & προσώπων, συνοδευόμενες από τους ζωγραφισμένους τίτλους τους, μας παραπέμπουν σε διάφορες γραφές της Δυτικής τέχνης: λαϊκή γραφή, art brut, αφηρημένος (αμερικάνικος) εξπρεσιονισμός, βυζαντινή γραφή – ένα ιδιαίτερο εικαστικό χωνευτήρι»
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Πόλυ Χατζημάρκου Επιμελήτρια Εκθέσεων 5 Οκτωβρίου 2002, (Ρόδος, με αφορμή της παρουσίασης της σειράς Μαντήλια Στρωμένα με Τραπέζια, μεταξύ άλλων, στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Ρόδου.)
Με την παρουσίαση των Ασκήσεων επί Καναπέως και των Μαντήλια στρωμένα με Τραπέζια (που ακολούθησαν αμέσως μετά), ελπίζω να μπορέσω να επικοινωνήσω στο φιλότεχνο κοινό τόσο τα έργα όσο και τις θεμελιακές αναζητήσεις που τα γέννησαν.
Όσοι βλέπουν στη ζωγραφική μου μια έννοια Ελληνικότητας έχουν δίκιο, με την διαφορά πως ενώ η Ελληνικότητα όπως την ξέρουμε από την γενιά του 30 ήταν περισσότερο τοπιολογικός φυλετισμός και συλλογική ψυχοσύνθεση, η δική μου Ελληνικότητα είναι κυρίως Πολιτισμική. Όμως η παρούσα έκθεση εξερευνά την συλλογική αυτή έννοια μέσα από μια σειρά προσωπικών αναζητήσεων.
Πρώτη και κύρια αναζήτηση είναι η έννοια του Ιερού στην τέχνη: Από μικρή ηλικία αμφισβήτησα το επικρατών υλιστικό μοντέλο και με μια συγκριτιστική θρησκειολογική αντίληψη, αναζήτησα την μυστική εμπειρία σε διάφορες παραδόσεις και συστήματα. Αφού βολόδειρα ως άσωτος Υιός για τρία χρόνια σε άθλια ψυχοσωματική κατάσταση, αξιώθηκα να εξομολογηθώ στον ναό του Οσίου Δαβίδ στη Μονή Λατόμου Θεσσαλονίκης όπου σε ηλικία 25 χρονών στις αρχές της δεκαετίας του 90 μου δόθηκε η μυστική εμπειρία που αναζητούσα. Την έννοια του Ιερού ακολουθεί αμέσως η έννοια του Νου στην Τέχνη. Γιατί;
ΑΝ το Ιερό είναι το υψηλότερο και βαθύτερο στοιχείο της δημιουργίας, το υψηλότερο και βαθύτερο στοιχείο του ανθρώπου είναι ο Νους. Στην Βικιπέδια διαβάζουμε πως ο Νους είναι συνώνυμο της διάνοιας. Αυτή η άποψη άραγε να πηγάζει από τον Ιερό Αυγουστίνο, θεμελιακό Λατίνο Πατέρα του Καθολικισμού ο οποίος ονόμασε τον Νου ανώτερη διάνοια και την διάνοια κατώτερη διάνοια; Για αυτό οι Νεοέλληνες σήμερα, αποκαλούν τους διανοούμενους, πνευματικούς ανθρώπους; Για τον Έλληνα Αρχαίο και Βυζαντινό πάντως, Νους ή Πνευματικός Οφθαλμός ή Καρδιά είναι κάτι άλλο. Κατά τύχη στον Όσιο Δαυίδ όπου έπαθα την εμπειρία μου, υπάρχει παράσταση που φωτίζει την μυστήρια φύση του:
Αναφέρομαι στο προ-εικονομαχικό ψηφιδωτό με το όραμα του προφήτη Ιεζεκιήλ όπου ο προφήτης εκστατικά φέρει τις παλάμες του στα αυτιά του. Ο Ν.Γ. Πεντζίκης μου έστρεψε την προσοχή σε αυτό, λέγοντας πως ο Προφήτης -χαϊδεύει το όραμα. Κατά την γνώμη μου αυτί και παλάμη εικονίζουν δύο όψεις της αίσθησης του Νου, που αντιστοιχούν στη μορφή της περιστεράς και της γλώσσας φωτιάς του Αγίου Πνεύματος. Με τις Ασκήσεις επί Καναπέως εστίασα στην παλάμη και με τα Μαντήλια επεκτάθηκα στο αυτί που είναι μάλλον, το διανοητικό, λογικό στοιχείο του πνευματικού που ξέρουμε όλοι.
Εστιάζοντας στην παλάμη κατ’ αρχήν, έδωσα σημασία στο πως αισθανόμουν ενώ εργαζόμουν, που ήθελα να είναι μια γαλήνια εγρήγορση: Αυτοσχεδίαζα πατώντας όμως σε ένα προαποφασισμένο βασικό πρότυπο που είχε αποκαλυφθεί σιγά-σιγά, δουλεύοντας το ίδιο θέμα, την ίδια ώρα κάθε μέρα: Τραπέζι καθιστικού με τα πράγματα του εν μέσω βουνών, ως είδος νησιού με θάλασσα γύρω-γύρω και πάνω σύννεφα. (Αργότερα έμαθα πως ο χώρος γύρω από την Αγία Τράπεζα λέγεται θάλασσα –άραγε μου είχε αποκαλυφθεί αυτό που ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής ονομάζει ο Τύπος του θέματος που ζωγράφιζα;)
Μετά εφόσον μιλάμε για παλάμη, αναφερόμαστε στην Αφή και στους μικρο-ρυθμούς που καθορίζουν την Υφή. Στις Ασκήσεις επί Καναπέως συγκεκριμένα κυριαρχεί η Γραμμοϋφή: Ο συσχετισμός Καντίνσκυ: Κύκλος=Μπλε, Τετράγωνο=Κόκκινο, Τρίγωνο=Κίτρινο, οδηγεί στην έννοια του Νοερού χρώματος και της Νοερής μονοχρωμίας. Το χρώμα της νοερής μονοχρωμίας, η κοινή γραμμοϋφή στη ουσία, καθόριζε και το σχήμα των πραγμάτων.
Μετά είναι η έννοια του αυτοσχεδιασμού που υποβάλλει μια άλλη σχέση με το χρόνο. Είναι και ο χρονικός περιορισμός: Η εργασία έπρεπε να ολοκληρωθεί σε μια ώρα περίπου: Δεν ήταν η εργασία που χρειαζόταν χρόνο, αλλά ο χρόνος που χρειαζόταν εργασία να γεμίσει και να τον καταγράψει. Η ημερομηνία ήταν σημαντικότατο μέρος της υπογραφής. Στις σπάνιες φορές που δούλεψα έργο δεύτερη μέρα, μπήκε και δεύτερη ημερομηνία. Μέσα από τα πράγματα μήπως βαθύτερα θέλουμε να απεικονίσουμε τον χρόνο; Πάντως έργα, που με κάποιο τρόπο καταγράφουν την στιγμή, τα ονομάζω ωρολογιακά:
«Δεν έχει σημασία πόση ώρα μπορεί να στέκεις πλάι στην πηγή, πάντα θ’ αρχίζεις από την αρχή να βλέπεις το νερό. Γιατί το νερό δεν παύει να κυλάει κι ακατάπαυστα ξαναρχίζει και πάλι ν’ αναβλύζει. Το ίδιο συμβαίνει και σ’ αυτόν που προσηλώνει το βλέμμα του στην απέραντη ωραιότητα του Θεού. Την ανακαλύπτει από την αρχή και την βλέπει πάντα σαν κάτι καινό και παράδοξο σε σύγκριση με ό,τι κατανοεί πάντα η διάνοια. Κι όσο εξακολουθεί ο Θεός να αποκαλύπτεται, τόσο απορεί κι εξίσταται ο άνθρωπος»
Γρηγόριος ο Νύσσης (337-395 μ.Χ.)
Κλείνοντας θα πω πως μετά από τις Ασκήσεις επί Καναπέως, προχώρησα στα Μαντήλια στρωμένα με Τραπέζια όπου είχα την ευκαιρία όπως έγραψα παραπάνω να πειραματιστώ με πιο διανοητικά, φορμαλιστικά ζητήματα όπου σποραδικά, όπως με ακρίβεια ανέφερε ο π. Συμεών, αφού είχα ψηλαφήσει το διττό έδαφος του Νοητού άρχισα να πετάω προς το Αισθητό, με την διαφορά πως σα παραδείσιο με το ρυθμικό πτέρωμα του, κουβαλούσα και το Νοητό μαζί.
Καπετάν Μύγας