Koyaanisqatsi: Στις 30 Σεπτεμβρίου 2023 ένα πολυθέαμα με διαχρονικό και πανανθρώπινο μήνυμα παρουσιάζεται στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού.
Μία ταινία προφητική σε παραγωγή του Francis Ford Coppola, μουσική του μινιμαλιστή συνθέτη Philip Glass και σκηνοθεσία Godfrey Reggio.
Τo soundtrack της ταινίας θα ερμηνεύσει το Philip Glass Ensemble, καλλιτεχνικό όχημα του Philip Glass, ενώ ταυτόχρονα θα προβάλλεται η συγκλονιστική ταινία. Με το Philip Glass Ensemble θα συμπράξει η Academia Athens Youth Choir. Υπό τη διεύθυνση του Michael Riesman.
Μία πρωτοποριακή και αρμονική σύζευξη μουσικής και κινηματογράφου εξιστορεί τα πάντα χωρίς διάλογο, αφήγηση, και ηθοποιούς, με τους στίχους στη γλώσσα των ιθαγενών Χόπι. Το ύφος, η δραματικότητα, το χρώμα κάθε μέρους της ταινίας καθορίζεται από τον συνδυασμό των εικόνων και της μουσικής. Γι’ αυτήν την παράσταση, αυτή τη φορά, το Ηρώδειο θα λειτουργήσει σαν ένας χώρος εγκατάστασης (installation) όπου ήχος και εικόνα θα συνυπάρχουν.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Τώρα, που η κλιματική «αλλαγή» έγινε κλιματική «κρίση», τώρα που οι φυσικοί πόροι εξαντλούνται καθημερινά, τώρα που το αίτημα της διαγενεακής αλληλεγγύης και κινητοποίησης είναι πιο ηχηρό από ποτέ, συμμετέχουμε στην εμπειρία του Koyaanisqatsi, ακούμε τη φωνή που έγινε προειδοποίηση, βλέπουμε την προφητεία που γίνεται πραγματικότητα.
Τώρα μυούμαστε στη δύναμή του ξανά και η Generation Z μπορεί να αντλήσει από το ηχητικό και εικαστικό σύμπαν του Koyaanisqatsi το δικό της μανιφέστο…
Koyaanisqatsi: Life out of balance
Ko.yaa.nis.qatsi στην γλώσσα των ιθαγενών Χόπι, σημαίνει 1. Τρελή ζωή. 2. Ζωή σε αναταραχή. 3. Η ζωή που διαλύεται. 4. Μια κατάσταση ζωής που απαιτεί έναν άλλο τρόπο ζωής. 5. Ζωή εκτός ισορροπίας, σε ηθική πτώση, χάος.
Η ταινία Κογιανισκάτσι: Ζωή χωρίς ισορροπία (αγγλικά: Koyaanisqatsi: Life out of Balance) είναι μια πρωτοποριακή κινηματογραφική δημιουργία που κατέγραψε την αποξένωση του Ανθρώπου από τη Φύση και από τον αληθινό, φυσικό εαυτό του.
Το Koyaanisqatsi γυρίστηκε από το 1975 μέχρι το 1982. Πρόκειται για μία ταινία σταθμό στην ιστορία του κινηματογράφου (οι ειδικοί το παρομοιάζουν μόνο με την «Φαντασία» του Walt Disney). Ήταν το πρώτο μέρος της τριλογίας Qatsi (Κάτσι), και ακολουθήθηκε από τις ταινίες Powaqqatsi /1988 και Naqoyqatsi /2002.
Προβλήθηκε για πρώτη φορά το 1983 και η προβολή της αποτέλεσε μία καινοτομία στον παγκόσμιο κινηματογράφο, επηρεάζοντας τη μετέπειτα πορεία του. Η ταινία αποτελείται κυρίως από αλλεπάλληλα πλάνα πόλεων και φυσικών τοπίων στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Τα περισσότερα από αυτά δείχνουν τη σύγχρονη ζωή ως μια ασταμάτητη, σχεδόν μηχανική αλληλουχία γεγονότων. Απουσία λόγου και σεναρίου, ένας κατακλυσμός εικόνων, οπτικοποιημένος ήχος, καταιγιστικά εφέ. Η ταινία υπήρξε υποψήφια για τη Χρυσή Άρκτο στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου το 1983, ενώ κέρδισε τα βραβεία κοινού στα Φεστιβάλ του Σάο Πάολο και της Βαρσοβίας.
Koyaanisqatsi: Αποκαλυπτικό, προφητικό, αληθινό!
Το Koyaanisqatsi επιχειρεί να αποκαλύψει την ομορφιά του θηρίου! Συνήθως αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο μας, τον τρόπο ζωής μας, ως όμορφο γιατί δεν υπάρχει τίποτα άλλο να αντιληφθούμε. Αν κάποιος ζει στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο της υψηλής τεχνολογίας, το μόνο που μπορεί να δει είναι ένα στρώμα τυποποιημένων εμπορευμάτων στοιβαγμένο το ένα πάνω στο άλλο. Τα πάντα είναι αντίγραφα, και τα αντίγραφα, δεν είναι τίποτα άλλο παρά αντίγραφα αντιγράφων. Φαίνεται να μην υπάρχει η ικανότητα να δούμε πιο πέρα, να δούμε ότι έχουμε εγκλωβιστεί σε ένα τεχνητό περιβάλλον. Δεν ζούμε πια με τη φύση. Ζούμε πάνω της, έξω από αυτήν, μακριά της.
Όπως ο ίδιος ο Philip Glass σχολιάζει: «Το Koyaanisqatsi είναι ένα αντικείμενο σε κίνηση, ένα αντικείμενο στον κινούμενο χρόνο, το νόημα του οποίου εξαρτάται από τον θεατή. Η τέχνη δεν έχει εγγενές νόημα. Δίνει ερεθίσματα στον θεατή να βρει το δικό του νόημα, τη δική του αξία. Ο ρόλος της ταινίας είναι να προκαλεί, να θέτει ερωτήματα που μόνο το κοινό μπορεί να απαντήσει. Αυτή είναι η υψηλότερη αξία κάθε έργου τέχνης, όχι προκαθορισμένο νόημα, αλλά νόημα που προέρχεται από την εμπειρία της συνάντησης. Η συνάντηση είναι το ενδιαφέρον μου, όχι το νόημα. Έτσι, με την έννοια της τέχνης, η έννοια του Koyaanisqatsi είναι ό,τι θέλετε να κάνετε από αυτό. Αυτή είναι η δύναμή του».
H κεντρική ιδέα που διατρέχει την ταινία: η σύγκρουση της αστικοποιημένης ζωής και της υψηλής τεχνολογίας με το φυσικό περιβάλλον. Τα μηνύματα για την αλλοτρίωση του ανθρώπου και την καταστροφή της φύσης από τα «επιτεύγματα» του σύγχρονου πολιτισμού και της αλόγιστης βιομηχανικής ανάπτυξης παραμένουν επίκαιρα αιτήματα τις αρχές του 21ου αιώνα. Ας σκεφτούμε μόνο τα τελευταία νέα από το χώρο της τεχνητής νοημοσύνης.
Ο άνθρωπος δημιουργεί αγαθά χρησιμοποιώντας τη φύση σαν μια αποθήκη με πόρους εξαντλώντας την με μεγάλη ταχύτητα και χωρίς δεύτερη σκέψη. Μοιάζει σαν να ζει για την τεχνολογία και όχι να την αξιοποιεί. Απρόσωπος, αυτόματος, αποξενωμένος από τον εαυτό του, τους άλλους και τον κόσμο. Αυτός ο τρόπος ζωής παρουσιάζεται μέσα από τις αριστουργηματικές εικόνες και το σφυροκόπημα της μουσικής στην ταινία.
Προφητικό και επίκαιρο όσο ποτέ μας φέρνει αντιμέτωπους με την ορατή απειλή της καταστροφής της ισορροπίας του ανθρώπου με τον πλανήτη, με την πραγματικότητα της κλιματικής κρίσης, της υπερβολικής κατανάλωσης και της αλόγιστης χρήσης των πόρων που οφείλουν να αποτελούν προτεραιότητα στην παγκόσμια ατζέντα.
Philip Glass, ένας πληθωρικός…μινιμαλιστής
Μέσα από τις όπερες, τις συμφωνίες, τις συνθέσεις για το δικό του ensemble, αλλά και τις ευρύτατες συνεργασίες του με καλλιτέχνες από την Twyla Tharp στον Allen Ginsberg, τον Leonard Cohen και τον David Bowie, ο Philip Glass είχε μια σπάνια και απρόβλεπτη επίδραση στη μουσική και στην κουλτούρα της εποχής του.
Οι όπερες που έγραψε όπως οι Einstein on the Beach, Satyagraha, Akhnaten, και The Voyage, παρουσιάστηκαν στα μεγαλύτερα θέατρα του κόσμου. Ο Glass έγραψε τη μουσική για παραστάσεις πειραματικού θεάτρου αλλά και για ταινίες που τιμήθηκαν με βραβεία Όσκαρ όπως το “The Hours” αλλά και το “Kundun” (η ιστορία του 14ου Δαλάι Λάμα) του Μάρτιν Σκορτσέζε. Οι συνεργασίες του, προσωπικές και επαγγελματικές με ηγετικές μορφές της rock, της pop και της world music ξεκινούν ήδη από το 1960, ανάμεσά τους και αυτή με τον Robert Wilson. Πραγματικά, ο Glass είναι ο πρώτος συνθέτης που κέρδισε ένα ευρύ, κοινό από πολλά είδη μουσικής και μάλιστα από διαφορετικές γενιές.
Γεννήθηκε το 1937 και μεγάλωσε στη Baltimore. Μετά τις σπουδές του στο University of Chicago, και στο Juilliard, απογοητευμένος από τα μουσικά δρώμενα της πατρίδας του, μετακόμισε στην Ευρώπη, όπου σπούδασε δίπλα στη διάσημη παιδαγωγό Nadia Boulanger και δούλεψε στενά με τον βιρτουόζο του σιτάρ, Ravi Shankar. Επέστρεψε στη Νέα Υόρκη το 1967 όπου σχημάτισε το Philip Glass Ensemble.
Ο Philip Glass είναι ο πατέρας αυτού που αποκαλείται σήμερα «μινιμαλισμός», αν και ο ίδιος ποτέ δεν υιοθέτησε αυτόν τον όρο και προτιμούσε να αυτοπροσδιορίζεται σαν ένας συνθέτης «μιας μουσικής με επαναλαμβανόμενες δομές». Άλλωστε, τίποτα το «μινιμαλιστικό» δεν υπάρχει στον πληθωρικό όγκο του έργου του. Ο Glass έχει συνθέσει πάνω από 25 όπερες, 14 συμφωνίες, 13 κονσέρτα, soundtrack για φιλμ πολλών ειδών, μουσική για 9 έγχορδα κουαρτέτα κι ένα σώμα έργων για σόλο πιάνο και όργανο. Έχει συνεργαστεί τέλος με τον Paul Simon, τη Linda Ronstadt, το Yo-Yo Ma και την Doris Lessing, ανάμεσα σε άλλους.
Η φιλοσοφία του Philip Glass είναι εικονοκλαστική με την έννοια ότι κατ’ αυτόν, «η εικόνα και η μουσική δεν θα μπορούσαν να είναι η μία πάνω στην άλλη, γιατί τότε δεν θα υπήρχε χώρος για τους θεατές να επινοήσουν κάτι για τον εαυτό τους». Αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στο χώρο της καταναλωτικής προπαγάνδας, δηλαδή της διαφήμισης όπου «η εικόνα και η μουσική είναι κλειδωμένες μεταξύ τους» προκειμένου να δοθεί ένα σαφές μήνυμα στο θεατή, για τον Glass «η στρατηγική της τέχνης έχει ως εξής: «Όταν ακούς ένα μουσικό κομμάτι και ταυτόχρονα κοιτάς μια εικόνα, μεταφορικά κάνεις ένα ταξίδι σε αυτήν την εικόνα. Είναι μια μεταφορική απόσταση, αλλά ταυτόχρονα είναι και πραγματική, καθώς σε αυτό το ταξίδι ο θεατής δημιουργεί μια σχέση με τη μουσική και την εικόνα. Στις ταινίες Koyaanisqatsi και Powaqqatsi, οι λέξεις στους τίτλους είναι οι μόνες λέξεις που υπάρχουν. Το ταξίδι που κάνουμε από την πολυθρόνα στην εικόνα είναι η διαδικασία με την οποία κάνουμε την εικόνα και τη μουσική δικά μας. Χωρίς αυτό, δεν έχουμε προσωπική σχέση. Η ιδέα μιας προσωπικής ερμηνείας προκύπτει μέσα από τη διάβαση αυτής της απόστασης».
The Philip Glass Ensemble (PGE), ένα μουσικό εργαστήριο
Το Philip Glass Ensemble, από το 1968, εξελίχθηκε σε μια δημιουργική και ανεξάντλητη πηγή για τον ίδιο αλλά και τα μέλη του που παραμένουν απαράμιλλοι εκφραστές του έργου του.
Οι καλλιτέχνες του PGE έχουν επίγνωση της μοναδικής τους θέσης στην ιστορία της μουσικής του 20ου αιώνα αλλά και της ευθύνης τους να μεταδώσουν αυτή την κληρονομιά.
Πολλά από τα πιο γνωστά έργα του Philip Glass έχουν συντεθεί για το PGE, όπως τα: Music in Twelve Parts, Music in Similar Motion, and Music with Changing Part, οι όπερες Einstein on the Beach, Hydrogen Jukebox, τα χορευτικά Dance (Lucinda Childs) και A Descent Into the Maelström (Australian Dance Theater).
«Το PGE εκφράζει την πιο αυθεντική εκτέλεση της μουσικής μου στην εποχή μας. Προσβλέπω στην υποστήριξη των μελών του καθώς διασώζουν το μοναδικό του ρεπερτόριο για τις νέες γενεές», έχει δηλώσει περήφανα ο ίδιος ο Philip Glass.
Δραματικά επίκαιρο λοιπόν, το Koyaanisqatsi του ιδιοφυούς Philip Glass παρουσιάζεται στο ελληνικό κοινό, σαν μια απόκοσμη φωνή αφύπνισης και ευαισθητοποίησης.
Ένα Συμπαντικό μήνυμα για αλλαγή
Photo credit: Ryuhei Shindo
Διαβάστε επίσης:
Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου 2023: Όσα θα δούμε στο Ηρώδειο φέτος το καλοκαίρι
Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου: Το Καλλιτεχνικό Πρόγραμμα για το 2023