Ο Κωστής Αντωνιάδης, αναγνωρισμένος φωτογράφος και θεωρητικός της φωτογραφίας με μακρά και πολυσχιδή πορεία, μας προσκαλεί στον Πύργο Μπαζαίου της Νάξου, από 14 Ιουνίου έως 9 Σεπτεμβρίου 2014, για να γνωρίσουμε μέσα από επιλεγμένες φωτογραφίες, αντιπροσωπευτικές θεματικές ενότητες του έργου του, στην έκθεση «Syn- opsis», που παραπέμπει στη μεγάλη του αναδρομική έκθεση, με τίτλο «Χρησιμοποιημένες Φωτογραφίες 1985-2013», η οποία παρουσιάστηκε το 2013 στο Μουσείο Μπενάκη.
Με αφορμή τη «Syn- opsis», ο αναγνωρισμένος καλλιτέχνης, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, μας δίνει μία πρώτη εικόνα της έκθεσης, κρατώντας βέβαια καλά κρυμμένα τα «μυστικά» της..
Πριν επισκεφτείτε λοιπόν τον επιβλητικό πύργο του 17ου αιώνα, για να θαυμάσετε φωτογραφίες που δίνουν τροφή στην φαντασία και αξίζουν όσο χίλιες ανείπωτες λέξεις, διαβάστε παρακάτω όσα μας λέει.
Συνέντευξη: Ερριέττα Μπελέκου
Culturenow.gr: Λίγες μέρες πριν ανοίξατε την «αυλαία» του 14ου Φεστιβάλ Νάξου, με την έκθεσή σας Syn-opsis, που παραπέμπει στην μεγάλη αναδρομική έκθεση του 2013 “Χρησιμοποιημένες Φωτογραφίες 1985-2013”, την οποία φιλοξένησε το Μουσείο Μπενάκη. Πείτε μας λίγα λόγια για τα έργα που επιλέξατε, τις θεματικές ενότητες στις οποίες ανήκουν και την γενικότερη σύλληψη της φετινής σας καλλιτεχνικής πρότασης.
Cul. N.: Ο επιβλητικός πύργος του 17ου αιώνα απαιτεί μία «συνοπτική» παρουσίαση του έργου σας, ταυτόχρονα όμως προσδίδει στην έκθεση μία μυστηριακή ατμόσφαιρα. Σε αυτόν τον φορτισμένο περιβάλλοντα χώρο, στον οποίο η φθορά του χρόνου είναι διάχυτη, τι καλείται να παρατηρήσει- διερευνήσει ο επισκέπτης;
Κ. Α.: Όταν το 1985 έδειξα για πρώτη φορά μέρος αυτών των φωτογραφιών, στην είσοδο της έκθεσης είχα αναρτήσει μια προειδοποίηση για τους θεατές στην οποία σημείωνα πως «οποιαδήποτε ομοιότητα με την πραγματικότητα ή άλλες εικόνες είναι αναπόφευκτη». Ακόμα και σήμερα αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο προτείνω στους θεατές να δουν τις φωτογραφίες μου. Οι φωτογραφίες μου βρήκαν στον Πύργο Μπαζαίου ένα εκπληκτικό περιβάλλον και οφείλω να πω πως όταν ολοκλήρωσα το στήσιμο της έκθεσης το αποτέλεσμα με εξέπληξε. Και κάτι ακόμα, καθώς στη διάρκεια της μέρας το φυσικό φως μεταβάλλεται οι φωτογραφίες αλλάζουν όψη, κατά κάποιο τρόπο φαίνεται να ζωντανεύουν. Εννοώ πως φαίνεται να ζωντανεύουν οι ίδιες οι εικόνες, όχι το περιεχόμενό τους. Ίσως πάλι αυτό να οφείλεται στον αέρα που αναδεύει τα πρόσωπα στις διαφάνειες όπου είναι τυπωμένα.
Cul. N.: Ο χρόνος κυκλοφορεί ανάμεσα στα πρόσωπα και τα σώματα και αποτυπώνεται στο χώρο, από τον οποίο αναβλύζουν ιστορίες, επιθυμίες και όνειρα. Πως επηρεάζει ο χρόνος τον άνθρωπο, ποια είναι η δική σας σχέση με τον χρόνο;
Κ. Α.: Σημασία έχει το πώς παρουσιάζεται ο χρόνος μέσα από τη φωτογραφία. Από τη μια μεριά διαστέλλεται μέσα από τις φθορές που παρατηρεί κανείς στην ύλη τους, και από την άλλη μέσα από τη συνάντηση του βλέμματος του φωτογραφημένου προσώπου η απόσταση του χρόνου εκμηδενίζεται. Παρά δηλαδή τις φθορές που έχουν οι φωτογραφίες, τα πρόσωπα σε αυτές ακόμα και μισοσβησμένα διατηρούν την ακμή τους. Μας κοιτάζουν τη στιγμή που στρέφουμε το βλέμμα μας σε αυτά. Αυτή η αντίσταση του βλέμματος στην εκμηδένισή του, φαινόμενο καθαρά φωτογραφικό, με μάγευε πάντοτε. Κι έπειτα είναι η αναφορά σε άλλες εικόνες μέσα από τη στάση και τις εκφράσεις των προσώπων, είναι η αναφορά στην καταγωγής τους που παραπέμπει τον θεατή σε μια προγενέστερη χρονική περίοδο.
Κ. Α.: Ορθή παρατήρηση. Να μιλά κανείς για το φανταστικό στη φωτογραφίας μοιάζει αντιφατικό. Ως φωτογραφική εικόνα μπορεί κατά κανόνα να αποτυπωθεί μόνο κάτι που έχει υλική υπόσταση, κάτι που μπορούμε να δούμε ή θα μπορούσε να είχαμε δει αν είμαστε παρόντες στο τόπο και το χρόνο της φωτογράφησής του. Αυτό όμως είναι μια γνώση την οποία επιβεβαιώνουμε συνεχώς καθώς μαθαίνουμε να διαβάζουμε τη φωτογραφημένη πραγματικότητα με πολύ συγκεκριμένο τρόπο. Σε αυτό βοηθούν η λεζάντα που συνοδεύει μια φωτογραφία, η σελίδα του περιοδικού όπου είναι τυπωμένη, ο τοίχος της γκαλερί κοκ. Είναι δηλαδή σαν σε κάθε φωτογραφία να είναι ενσωματωμένο ένα εγχειρίδιο ορθής ερμηνείας. Αλλά για δείτε τι συμβαίνει όταν κάτι διαταράσσει τη βεβαιότητα της ανάγνωσης. Αρκεί η εισαγωγή ενός απρόβλεπτου στοιχείου, που μπορεί να οφείλεται στο χρονική στιγμή της απεικόνισης, τη γωνία λήψης, ή το κάδρο και η βεβαιότητα ματαιώνεται. Χωρίς οδηγό ανάγνωσης αυτό που περιγράφουν οι φωτογραφίες γίνεται για τον θεατή πεδίο υποθέσεων και φανταστικών περιπλανήσεων.
Cul. N.: Εκτός από φωτογράφος, καθηγητής, επιμελητής εκθέσεων, είστε και ιδρυτής της πρώτης ελληνικής διαδικτυακής γκαλερί, «Ariadne» Photo Gallery. Από ποια ανάγκη προέκυψε αυτή η ιδέα και ποια είναι η άποψή σας για την χρήση της φωτογραφίας στον σημερινό “ιντερνετικό λαβύρινθο”;
Κ. Α.: Η δημιουργία της Ariadne γεννήθηκε ως μια διαφορετική πρόταση παρουσίασης των φωτογραφικών εικόνων στο διαδίκτυο. Γιατί οι φωτογραφίες σήμερα έχουν χάσει το φυσικό τους υπόστρωμα. Δεν είναι πια αντικείμενα και η σχέση μας με αυτές έχει αλλάξει. Η συντριπτική πλειοψηφία των φωτογραφιών που παίρνουμε καθημερινά παραμένουν ανολοκλήρωτες. Καλές, κακές ή αδιάφορες περιμένουν να έρθει η στιγμή της ολοκλήρωσής τους: να γίνουν ορατές στο φυσικό φως, να αποκτήσουν δηλαδή σώμα. Επιπλέον η ανάγνωσή τους είναι επισφαλής καθώς έχουν αποκοπεί από το πλαίσιο της παραγωγής τους. Μετακινούνται από τοποθεσία σε τοποθεσία αυθαίρετα και ανάλογα με τις επιλογές των bloggers. Βρίσκουμε τις ίδιες φωτογραφίες στις πλέον απίθανες τοποθεσίες του διαδικτύου και κάθε μια διαμορφώνει ανάλογα το νόημά τους. Όσο αντιφατική και αν φαίνεται η επιλογή του μέσου, οι διαδικτυακές εκθέσεις της Αριάδνης επιχειρούν να δώσουν πίσω στις φωτογραφίες το σώμα τους και ταυτόχρονα να ανιχνεύσουν το είδος της σχέσης που έχουμε σήμερα με αυτές.
Cul. N.: Παρ’ όλα αυτά, πιστεύετε πως θα έρθει η πολυπόθητη πνευματική, καλλιτεχνική και οικονομική «αναγέννηση»; Πως οραματίζεστε το μέλλον;
Κ. Α.: Είμαι πολύ απαισιόδοξος, γιατί παρά τις δραματικές αλλαγές που προκάλεσε η οικονομική, κοινωνική και πνευματική κρίση των τελευταίων ετών, διαπιστώνω καθημερινά πως οι συμπατριώτες μου παραμένουν ίδιοι. Οικονομική ανάκαμψη μπορεί να δούμε σύντομα, πνευματική όμως ανάπτυξη φοβάμαι πως θα πρέπει να περιμένουμε αρκετά χρόνια ακόμα.
Cul. N.: Που θα θέλατε να «περιπλανηθείτε» με την φωτογραφική σας μηχανή και δεν το έχετε ακόμα καταφέρει;Κ. Α.: Θα ήθελα να αντικρύσω κάποια στιγμή ένα τοπίο που όμοιο του δεν θα έχω ξαναδεί. Αλλά γνωρίζω πως αυτό είναι πρακτικά αδύνατο, γιατί η υπερκατανάλωση της φωτογραφίας έχει εκμηδενίσει την πιθανότητα να βρεθώ σε ένα σημείο του πλανήτη που δεν θα έχει ήδη φωτογραφηθεί. Σκεφτείτε πως το 2011 μόνο οι χρήστες του facebook «ανέβαζαν» κάθε μέρα κατά μέσο όρο περισσότερα από 250 εκατομμύρια φωτογραφίες. Σήμερα είναι πολύ περισσότερες και κανείς δεν κάνει τίποτα για να προστατέψει τον πλανήτη μας από αυτή την οπτική μόλυνση.
Cul. N.: Για το τέλος, ας επιστρέψουμε στη Syno-psis.. Λένε πως μία εικόνα αξίζει όσο χίλιες λέξεις, θα θέλατε να διαλέξετε μία φωτογραφία από την παρούσα έκθεση και να μας «διηγηθείτε» την ιστορία της;
Κ. Α.: Γιατί νομίζετε πως θα μπορούσα να κάνω αυτό το κακό σε οποιαδήποτε φωτογραφία μου; Γιατί να παραβιάσω το μυστικό της; Κάθε φωτογραφία – κάθε εικόνα για την ακρίβεια – αξίζει τις χίλιες λέξεις που σκέπτεται κανείς όταν την κοιτάζει. Το αντίτιμο αυτών των λέξεων, είναι η σιωπή του δημιουργού της. Δεν γίνεται αλλιώς.
Η έκθεση του Κωστή Αντωνιάδη, με τίτλο «Syn- opsis», που εντάσσεται στο πολιτιστικό πρόγραμμα του 14ου Φεστιβάλ Νάξου, φιλοξενείται στον Πύργο Μπαζαίου, από 14 Ιουνίου έως 9 Σεπτεμβρίου 2014.