Η ομάδα Νάμα, από κοινού με την εταιρεία Λυκόφως, ανεβάζουν σε πρώτη πανελλήνια παρουσίαση το έργο του Ντάνκαν ΜακΜίλαν, «Με λένε Έμμα», στο Σύγχρονο θέατρο.
Πρωτότυπος τίτλος «People, Places and Things» και έκανε πρεμιέρα στο Εθνικό Θέατρο του Λονδίνου τον Αύγουστο του 2015. Αξιοπρόσεκτο το σχόλιο τωv New York Times: «Πρόκειται για ανεστραμμένη φάρσα, όπου όλες οι πόρτες κλείνουν προς τα μέσα».
Τη μετάφραση, τα σκηνικά και τα κοστούμια επιμελήθηκε ο Γιώργος Χατζηνικολάου. Σκηνοθετεί η Ελένη Σκότη, ρελιστικά, με απόλυτο σεβασμό στο θεματικό πυρήνα, καθώς όλο το έργο είναι μια κραυγή απόγνωσης για αυτοδιάθεση, αγάπη και ζωή. Δυνατό / συγκινητικό κείμενο, επώδυνο σε πολλά σημεία, προυποθέτει σκληρή δουλειά και συντονισμό από όλους τους συμμετέχοντες σε αυτή την απαιτητική παραγωγή.
Αποδίδεται με πληρότητα το επίπεδο δράσης με την πολυπλοκότητα των συναισθημάτων και τις καταιγιστικές εικόνες που κυριολεκτικά παρασύρουν το θεατή. Εύκολα ταυτίζεσαι με τον αγώνα της Έμμας να επιβιώσει, να διώξει τις ενοχές και να αγαπήσει τον εαυτό της. Όλο αυτό είναι ένα ανελέητο παιχνίδι μεταξύ πραγματικότητας και ψευδαίσθησης. Ένα παιχνίδι που δε συγχωρεί ούτε την άρνηση, ούτε την αντιδραστικότητα που την ακολουθεί και συνεπάγεται τεράστια προσπάθεια από τη νεαρή κοπέλα να γίνει συνείδηση η θεραπεία σώματος και ψυχής.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Η σκηνοθετική κατεύθυνση σωστά «αφηγείται» τον εφιαλτικό κόσμο του εθισμού από θανατηφόρες ουσίες και δείχνει καθαρά τη δυσκολία των ανθρώπων να δεχτούν την αλλαγή τρόπου ζωής και συμπεριφοράς. Εστιάζει στη δομή της οικογένειας από ψυχαναλυτική άποψη και φωτίζει τις συμβιωτικές σχέσεις που αναπτύσσονται εκεί, κυρίως με συντελεστή το αίσθημα απόρριψης. Γονείς και παιδιά, διαχρονική συγκρουσιακή κατάσταση, με την άσκηση της εξουσίας από τη μεριά του μεγαλύτερου, ο οποίος, επειδή θέλει οπωσδήποτε να δικαιωθεί, παρακάμπτει τις ανάγκες των αδύναμων / ανυπεράσπιστων μελών. Το δραματουργικό βάθος αναδύεται ατόφιο με κάποια ίσως υπερβολή σε συγκεκριμένα σημεία, δείχνοντας την τόλμη του συγγραφέα, να διεισδύσει στο θέμα της εξάρτησης από τα ναρκωτικά, κάτι που ακόμα η κοινωνία θέλει να αποφεύγει. Ένα θολό τοπίο διαμορφώνεται με πρωταγωνιστή τον έξαλλο θυμό της Έμμας και την αποστροφή της σε ένα κόσμο κενόδοξο και ασπόνδυλο.
Η χειραγώγησή της από τη δυσλειτουργική οικογένεια και η αυτεπάγγελτη εξάρτησή της από αυτή μαζί με τις λάθος επιλογές και ένα έκφυλο βίο, οδηγούν στην άλλη εξάρτηση – των ουσιών -, την εξίσου καταστροφική με την προηγούμενη. Και οι δύο ασκούν εξουσία με κάποιες πιθανόν μικροδιαφορές, καθώς η γενεσιουργός αιτία της αυτοκαταστροφής παραμένει πάντα η οικογένεια.
Η Έμμα εκπροσωπεί τη νέα γενιά που κληρονόμησε- άθελά της-, την αλόγιστη αγάπη για τα υλικά και λιγότερο για τα πνευματικά. Ζει σε ένα μολυσμένο περιβάλλον, προσηνές στην ευκολία και την επιδερμικότητα που περιφρονεί την αξία «άνθρωπος».
Η Μαίρη Μηνά είναι η Έμμα, η Νίνα, η Σάρα, μία ευάλωτη ύπαρξη με πολλά πρόσωπα και ρόλους που με σφοδρότητα ακροβατεί και παραπαίει μέσα σε ένα σύμπαν παραισθησιογόνο. Είναι νέα, έξυπνη, ταλαντούχα, αλλά νιώθει αβάσταχτη μοναξιά, ανήμπορη να αντιμετωπίσει τα τραύματα και τις απορρίψεις της οικογένειας. Η ερμηνεία της καταπληκτική, ώριμη, σε κερδίζει, σε κάνει να την «ακολουθείς». Υπηρετεί με τσαγανό και ευαισθησία τη διπολική διάσταση του χαρακτήρα που υποδύεται, με δυναμική που τσακίζει κόκαλα. Μία μεστή / εκρηκτική παρουσία που εκτιμήθηκε δεόντως από το κοινό.
Η εξαιρετική Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου, ξεδιπλώνει την έκταση των υποκριτικών της ικανοτήτων με στιβαρότητα, αλλά και γλυκύτητα, κατασκευάζοντας με συνείδηση τιο «κέντρο» των ηρωίδων που ενσαρκώνει. Η έμπειρη ηθοποιός για πολλοστή φορά κάνει τη σκηνή δικό της εφαλτήριο πολυμορφικής δράσης και ψυχικών κλιμακώσεων.
Τον Μαρκ / Κονσταντίν παίζει με σκηνική δεινότητα, ο ξεχωριστός Χάρης Τζωρτζάκης, τον Φόστερ ο εύστοχος Γιάννης Λεάκος και τον Πι / Πατέρα ο πολύ καλός Κώστας Ξυκομηνός. Ιωάννα Τζίκα ( Λώρα), Μαρίτα Τζατζαδάκη (Τζόντι), Έλενα Βακάλη (Σάρον) και Λένα Μποζάκη (ανσάμπλ), συμπληρώνουν με τη σκηνική τους συνέπεια το γενικό αποτέλεσμα.
Τους φωτισμούς που υποδηλώνουν τον φρενήρη παλμό της θεατρικής αυτής περιπέτειας, φρόντισε ο Αντώνης Παναγιωτόπουλος και την υποβλητική μουσική ο Στέλιος Γιαννουλάκης. Φώτα και μουσική σύνθεση δίνουν στο όλο έργο διάσταση ψυχολογικού θρίλερ. Μαζί με τα λειτουργικά σκηνικά που ενισχύουν τη δραματική πράξη, ολοκληρώνεται η οντότητα και το ιδιάζον ύφος του θεατρικού.
Η μόνη ένσταση η διάρκεια της παράστασης, καθώς θα μπορούσε να αποδοθεί με σύντομο και πλήρη τρόπο, εξίσου, το δραματικό μέγεθός της.
«Με λένε Έμμα», έργο καταπέλτης που κάνει κριτική στα στεγανά μιας ανάλγητης κοινωνίας και ενός χρεοκοπημένου γυάλινου κόσμου, με τέτοια σαγηνευτική ειλικρίνεια που προκαλεί όσους θέλουν να «δουν».
«Το να παίρνεις φάρμακα είναι ο μόνος τρόπος να επιβιώσεις σε ένα κόσμο που είναι διαλυμένος», φωνάζει η Έμμα. Απεγνωσμένη κραυγή δυστυχίας για τον «πολιτισμένο» κόσμο μας, από ένα νέο άνθρωπο που δεν θέλει πια να προδίδει τον εαυτό του. Ένα μανιφέστο, μία διαμαρτυρία για όσους δεν ένιωσε «κοντά» της, για εκείνους τους παράξενους τόπους και τα πράγματα που την έσπρωξαν στην παραβατικότητα. Μία θεατρική δουλειά πλούσια σε εικόνες, συναίσθημα και ανατροπές, με παλμό και σκέψη που σε κάνει πνευματικά «εύρωστο», όσο κι αν αυτό ακούγεται κάπως εκκεντρικό.
Διαβάστε επίσης:
Με λένε Έμμα, του Ντάνκαν ΜακΜίλαν από την Ομάδα Νάμα στο Σύγχρονο Θέατρο