Για το έργο του καλλιτέχνη γράφει η διευθύντρια του Μουσείου Ύδρας Ντίνα Αδαμοπούλου: «Το έργο του εικαστικού Νίκου Μάρου προσλαμβάνεται από τον θεατή σαν μια διαρκής αλληλουχία φωτός και σκιάς με διάφορες παραλλαγές, και αναμφίβολα με μια ιδιαίτερη, δικής της απόχρωσης μουσική συνέχεια. Αυτή ακριβώς η διαρκής εναλλαγή των αντιθέσεων είναι που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον για τα έργα που χρόνια τώρα δημιουργεί και μας παρουσιάζει.
Ακούραστος δημιουργός ο Μάρος συνεχίζει τριάντα τρία χρόνια τώρα να εργάζεται χωρίς σταματημό, εμπνευσμένος από ένα μόνιμο πάθος ανάτασης, ασκητικά πειθαρχημένος, πιστός και συνεπής στην εικαστική πορεία, αυτήν που τάχθηκε να ακολουθήσει…»
Και ο σύμβουλος Τέχνης Νίκος Σταθούλης: «Ο Νίκος Μάρος «αφήνει μια ρωγμή στα έργα του». «Από μια ρωγμή μπαίνει μέσα το φως», έλεγε ο «Υδραίος» Leonard Cohen. Υπάρχει ένα εσωτερικό φως που αντανακλάται στα έργα του. Ολόκληρη η δουλειά του περιέχει φως και σκιά. Εκεί βρίσκεται η ομορφιά. Στα αντικείμενά του αποκαλύπτει τις υποσυνείδητες οπτικές με τον ίδιο τρόπο που η ψυχανάλυση αποκαλύπτει τις υποσυνείδητες αιτίες. Ανάμεσα στη μορφή και το περιεχόμενο υπάρχει πάντα μια συγκεκριμένη στιγμή στον χρόνο. Μια φωτογραφική μηχανή κατεστραμμένη απαθανατίζει κουρασμένη ακόμα την έκφρασή της. Μια παλέτα στα χέρια του έγινε καθρέφτης. Έγινε διαλογισμός. Όταν σε ένα έργο τέχνης διαβάζεις Ιστορία, πάντα από πίσω κρύβεται κάποιος μονομανής δημιουργός με έναν στόχο. Η προοπτική δεν δημιουργείται από ευχαριστημένους ανθρώπους, αλλά από μια ιδέα ενός ανήσυχου καλλιτέχνη…»
Νίκος Μάρος
Ο Νίκος Μάρος γεννήθηκε στην Αθήνα και φοίτησε στη Σχολή Ζηρίδη μέχρι το 1977. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στη Γερμανία, όπου και ολοκλήρωσε τις βασικές του σπουδές. Απέκτησε πτυχίο Ηλεκτρονικού από τη Σχολή Werna von Siemens στην Καρλσρούη της Γερμανίας. Το 1986 επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου μαγεμένος από τη σκηνοθεσία, ασχολήθηκε για τρία χρόνια με τη σκηνοθεσία και τη φωτογραφία στο πλευρό του πατέρα του, του πολυβραβευμένου Έλληνα σκηνοθέτη Βασίλη Μάρου.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Το 1989 μετέβη στη Γερμανία και συνεργάστηκε με την εταιρεία BASF για τον σχεδιασμό εκθέσεων. Το 1997 επιστρέφει οριστικά στην Ελλάδα και ξεκινά μια σειρά συνεργασιών στον χώρο της φωτογραφίας, όπως αυτές των καταλόγων του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και του Ιδρύματος «Ελπίδα». Παράλληλα, εργάζεται ως φωτογράφος για το περιοδικό «4Τροχοί», για την εταιρία Philips Φωτισμός, για πρακτορεία μόδας και για την εφημερίδα «Το Βήμα».
Το 2009, σε συνεργασία με τις εκδόσεις Φερενίκη, εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Σκορπιός», στο οποίο παρουσιάζεται για πρώτη φορά φωτογραφικό υλικό από το ανέκδοτο ντοκιμαντέρ του πατέρα του για το νησί Σκορπιός του Αριστοτέλη Ωνάση. Από το 2010 συνεργάζεται με τον Οίκο Δημοπρασιών Καπόπουλου στην Αθήνα και από το 2013 με τον Οίκο Δημοπρασιών Piasa στο Παρίσι.