Η συγγραφέας και ποιήτρια Λίνα Φυτιλή μάς μιλά για τους ήρωες της συλλογής διηγημάτων της «Παράξενο Καλοκαίρι» που κυκλοφόρησε πρόσφατα και για τις απαιτήσεις της καθημερινότητας που επιβάλλονται εντός κι εκτός συγγραφικού χρόνου.
Συνέντευξη: Πηνελόπη Πετράκου
Culture Now: Στο εξώφυλλο του βιβλίου βλέπουμε το έργο «Μαρία» του Βασίλη Σελιμά. Πώς έγινε η επιλογή;
Λίνα Φυτιλή: Μου αρέσει πολύ η δουλειά του Βασίλη. Όταν είδα αυτό το έργο, ακαριαία σκέφτηκα ότι θα ήθελα να είναι το εξώφυλλο του νέου μου βιβλίου. Του το πρότεινα κι εκείνος δέχτηκε με χαρά.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
C. N.: Στο διήγημα «Το δίχτυ της μνήμης» η Γλυκερία είναι δεμένη πάνω στις μνήμες της. Γινόμαστε πιο ισχυροί όσο δεν ξεχνάμε;
Λ. Φ.: Η μνήμη είναι ένα καταφύγιο, ακόμη κι όταν υπάρχουν βιώματα οδυνηρά. Δεν ξέρω αν γινόμαστε πιο δυνατοί, πάντως απ’ αυτά τα γεγονότα που δεν σ’ αφήνουν στην ησυχία σου, συνήθως κάτι καλό προκύπτει. Η λήθη κι η ομοιομορφία είναι που σκοτώνει.
C. N.: Απ’ τα διηγήματα προβάλλει μια θλίψη για τις κατά καιρούς απώλειες. Ποια απώλεια κοστίζει περισσότερο στους ήρωές σας;
Λ. Φ.: Καθετί που χάνεται έχει ένα τίμημα. Τα θρύμματα της παλιάς ευδαιμονίας, τα κομμάτια μιας άλλης ζωής κοστίζουν περισσότερο απ’ όλα. Η απώλεια της αθωότητας.
C. N.: Βρίσκετε τη μικρή φόρμα πιο συμβατή με την πένα σας;
Λ. Φ.: Αγαπώ πολύ τη μικρή φόρμα γιατί μπορεί να δίνει εύρος στην περιεκτικότητα, την αυτάρκεια και το ρυθμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μου αρέσουν τα μυθιστορήματα. Πάντως εκτός από κάποια ογκώδη κλασσικά έργα, ρέπω περισσότερο σε μικρότερης έκτασης βιβλία. Ίσως οι εξαντλητικοί ρυθμοί της ζωής μας, η αποσπασματικότητά της να μας οδηγούν με τον καιρό σε συντομότερες και περιεκτικότερες μορφές αφήγησης.
C. N.: Σε παλαιότερη συνέντευξή σας διαβάσαμε πως έχετε «μουσικές εμμονές». Στο Παράξενο Καλοκαίρι, τι μουσική ακούγατε;
Λ. Φ.: Στο συγκεκριμένο βιβλίο άκουγα πότε τον ήχο της θάλασσας από το ανοιχτό παράθυρο, πότε τους ήχους της πόλης. Μια ορχηστρική μουσική της φύσης. Υπήρχαν φορές που δεν άκουγα τίποτα, όταν έγραφα με κλειστά παράθυρα.
C. N.: Πόσο αρμονικά συνδυάζονται η εργασία σας κι η καθημερινότητά σας ως μητέρα με τη συγγραφή;
Λ. Φ.: Είναι ένας αγώνας δρόμου. Τα διαστήματα που γράφω ξυπνάω πάρα πολύ νωρίς, στις 5:30 το πρωί. Δουλεύω μέχρι τις 7:00 και μετά ετοιμάζομαι για το σχολείο. Φροντίζω ακόμη να εκμεταλλεύομαι κάθε στιγμή πολύτιμης ησυχίας. Πολλές φορές νιώθω σαν ζογκλέρ, είναι πραγματικά δύσκολο.
C. N.: Στην αρχή του διηγήματος «Παράξενο καλοκαίρι» σημειώνετε στίχους του Γιάννη Τζανετάκη. Πώς συνδέονται με το διήγημα;
Λ. Φ.: Οι στίχοι είναι: «Πως έγινε άξαφνα ο βίος βαθύς/ που βρήκε τοίχο/ σκάλες να κατέβει». Τους παραθέτω επειδή σκέφτηκα ότι ο έφηβος της ιστορίας που παρακολουθεί τις ζωές των άλλων κρυφά ή φαντάζεται πράγματα σε βαθμό υπερβολής, όπως αλλόκοτες πτήσεις αντικειμένων, νιώθει ξαφνικά ότι κατρακυλάει σε μια ζωή ξένη, σε έναν βίο που αναιρεί την τάξη του κόσμου, όπως τον ήξερε ως τότε. Κι ίσως αυτό να επιθυμεί κιόλας.
C. N.: Στην «Πισίνα», ο θυμός από τον ανεκπλήρωτο έρωτα δεν περνά. Στην «Παρείσακτη», ο απαγορευμένος έρωτας στοιχειώνει δυο βίους. Το πείσμα για την πραγμάτωσή του είναι ηρωισμός ή εγωισμός;
Λ. Φ.: Στις μέρες μας επικρατεί περισσότερο ο εγωισμός και χρειάζεται μια ηρωική αποφασιστικότητα για να αφεθείς σε ένα τόσο δυνατό συναίσθημα, η οποία συνήθως, λείπει από τους περισσότερους ανθρώπους.
C. N.: Αυτόν τον καιρό είστε σε διαδικασία γραφής ποιημάτων, πεζού ή απλώς διαβάζετε;
Λ. Φ.: Διαβάζω πάντα. Τους τελευταίους μήνες γράφω ποιήματα και διορθώνω ένα πεζό. Δεν έχω αποφασίσει όμως, τι θα ακολουθήσει.