Το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Άνδρου, παρουσιάζει κάθε καλοκαίρι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες εκθέσεις, αφιερωμένες σε εξέχουσες μορφές της ελληνικής καλλιτεχνικής σκηνής. Εδώ και αρκετό καιρό υπήρχε στα σχέδια των ιθυνόντων η οργάνωση μιας έκθεσης για τον εμβληματικό ζωγράφο Δημήτρη Μυταρά, κάτι το οποίο επίσπευσε και ο σχετικά πρόσφατος θάνατός του. Έτσι, για το καλοκαίρι του 2018, οι πίνακές του κοσμούν τις αίθουσες του μουσείου, σε μια διοργάνωση που καλύπτει σχεδόν όλο το φάσμα της δημιουργικής δραστηριότητάς του.
Η Μαρία Κουτσομάλλη, ιστορικός τέχνης, manager του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Άνδρου και επιμελήτρια της έκθεσης, μας μιλά για το καλλιτεχνικό σύμπαν του Δημήτρη Μυταρά, τις κοινωνικοπολιτικές καταστάσεις που τον διαμόρφωσαν, καθώς και τις λιγότερο γνωστές εκδοχές του έργου του.
– Το 2018 το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Άνδρου παρουσιάζει ένα μεγάλο αφιέρωμα στον Δημήτρη Μυταρά. Ποιο το σκεπτικό πίσω από την πραγματοποίηση της συγκεκριμένης έκθεσης και γύρω από ποιους άξονες έχει δομηθεί;
Μία έκθεση αφιερωμένη στον Δημήτρη Μυταρά υπήρχε στα σχέδιά μας εδώ και πολλά χρόνια. Δυστυχώς, ο θάνατός του, τον Φεβρουάριο του 2017, αποτέλεσε την αφορμή να τιμήσουμε αυτόν τον σπουδαίο καλλιτέχνη με μία έκθεση στο Μουσείο της Άνδρου και να ανακαλύψουμε όσο το δυνατόν περισσότερες πτυχές από το πολύπλευρο έργο του. Δεν πρόκειται για αναδρομική έκθεση.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Παρουσιάζουμε περίπου 100 έργα του από όλη την καλλιτεχνική του πορεία και δομείται γύρω από 7 ενότητες. Η διαρθρωτική δομή του αφιερώματος μας ξεκινά από την πρώιμη νεανική περίοδο, η οποία χαρακτηρίζεται από μια εντυπωσιακή ωριμότητα. Συνεχίζεται με δύο θεματικές που θα τον απασχολήσουν από τις αρχές του 1960 έως και το θάνατο του: τους καθρέπτες και τα πορτραίτα. Με το επόμενο σκέλος ανοίγει ένας εντελώς καινούργιος δρόμος: η επιβολή της δικτατορίας στην Ελλάδα θα δώσει στον καλλιτέχνη την ευκαιρία να αλλάξει άρδην τη ζωγραφική του για να καταγγείλει τα τεκταινόμενα. Πρόκειται για τα γνωστά Επιτύμβια και έργα «Ντοκουμέντα». Η βία θα συνεχίσει πέρα από την σκοτεινή αυτή περίοδο, να κυριαρχεί στο έργο του, με τις μοτοσυκλέτες, τα δυστυχήματα, τα αλλοιωμένα από τον άνθρωπο τοπία. Η προοδευτική εμφάνιση των γυναικείων μορφών, που θα εδραιώσουν οριστικά τη φήμη του, θα του δώσουν την ευκαιρία να ανανεώσει την παλέτα του, προσδίδοντας μία νεοφανή ζωντάνια. Τέλος, ο επισκέπτης της έκθεσης θα έχει την ευκαιρία να ανακαλύψει την ιδιαίτερη σχέση του Μυταρά με τον χώρο του θεάτρου, με τον οποίο σχετίστηκε πάνω από 40 χρόνια.
Η δυνατότητα πρόσβασης στο εντυπωσιακό σε όγκο και ποιότητα αρχείο του διακεκριμένου αείμνηστου Δημήτρη Μυταρά που είχαμε την τύχη να έχουμε, μας έδωσε την δυνατότητα να προσκομίσουμε στην έρευνα μας πληθώρα ανέκδοτων δεδομένων τα οποία προσδίδουν στο εγχείρημα ενδιαφέρον και σπουδαιότητα.
– Ποια πιστεύετε πως είναι τα στοιχεία του δημιουργικού του σύμπαντος, που τον έκαναν ιδιαιτέρως αναγνωρίσιμο όλα τα χρόνια της πορείας του, ακόμα και στο μη φιλότεχνο κοινό;
Ο Μυταράς ήταν από τους πιο δημοφιλείς σύγχρονους ζωγράφους και ήταν αρκετά τυχερός να χαρεί ο ίδιος τη διασημότητα του. Ήταν ωστόσο γνωστός για ένα μικρό μόνο μέρος του έργου του: οι μοτοσικλέτες του, τα προφίλ γυναικών, τα πορτραίτα του… Στην έκθεσή μας, όμως, προσπαθούμε να δείξουμε τις διαφορετικές τεχνικές και τα θέματα με τα οποία ασχολήθηκε ο καλλιτέχνης. Κοινό χαρακτηριστικό όλων η μαεστρία του στον χειρισμό του χρώματος – είτε η παλέτα είναι μουντή όπως στα τέλη της δεκαετίας του ΄60, είτε είναι ζωηρή, από το 1980 και μετά – αλλά και του σχεδίου.
– Τι είδους χαρακτηριστικά μπορούν να αναγάγουν ένα ζωγράφο και στην συγκεκριμένη περίπτωση τον Μυταρά, από «σύγχρονο σε διαχρονικό», όπως είναι και ο υπότιτλος της έκθεσης;
Ο Μυταράς στο ξεκίνημά του ήθελε να αποτυπώσει την εποχή του και κυρίως από την εποχή της Δικτατορίας κι έπειτα ταυτίζεται η ζωγραφική του με αυτό που περνά η ελληνική κοινωνία. Τα έργα της περιόδου της Δικτατορίας είναι κριτική στο καθεστώς. Αλλά και στη συνέχεια, μετά από τα μέσα της δεκαετίας του ’70, οι μοτοσικλέτες, η αλλοιωμένη φύση στους ανθρώπους, οι εθνικές οδοί είναι τα θέματα που τον απασχολούν. Προοδευτικά από την δεκαετία του ’80 κι έπειτα θα αποστασιοποιηθεί από την επικαιρότητα και θα ασχοληθεί με θέματα διαχρονικά όπως η αλληγορία της γυναίκας.
– Μιλήστε μας περισσότερο για την καλλιτεχνική διάσταση του Δημήτρη Μυταρά που δεν είναι τόσο διαδεδομένη: την ενασχόλησή του με το θέατρο.
Μόλις ολοκληρώνει την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, συνεχίζει σπουδάζοντας σκηνογραφία στην École Nationale Supérieure des Arts Décoratifs και διακόσμηση εσωτερικών χώρων στην École Nationale Supérieure des Arts Appliqués et des Métiers d’Art στο Παρίσι. Του ανοίγεται έτσι ο δρόμος προς τον κόσμο του θεάτρου και του δίνεται η ευκαιρία να δουλέψει πάνω σε έργα του Shakespeare, του Μολιέρου και του Jean Giraudoux. Η ενασχόλησή του με την σκηνογραφία και το θέατρο αποτελεί ιδανικό διάλειμμα για εκείνον αφού από την μοναξιά του ατελιέ περνά σε ομάδες και δουλεύει συλλογικά, γεγονός που εκτιμά ιδιαίτερα.
Επιστρέφοντας στην Αθήνα, ξεκινάει για τον Μυταρά μια μακρά σταδιοδρομία στο ελληνικό θέατρο. Μια σειρά σπουδαίων σκηνοθετών, όπως οι Δημήτρης Μυράτ, Μίνος Βολανάκης, Σπύρος Ευαγγελάτος, Σωκράτης Καραντινός, Βασίλης Παπαβασιλείου, Κάρολος Κουν, Γιώργος Λαζάνης, Μίμης Κουγιουμτζής κ.α., του εμπιστεύονται την σκηνογραφική και ενδυματολογική επιμέλεια των παραστάσεων τους, ενώ συμμετέχει σε θεατρικές παραγωγές του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, του Εθνικού Θεάτρου και φυσικά του Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν, με το οποίο και θα έχει μια μακρά συνεργασία που θα τον στιγματίσει, συμμετέχοντας σε έξι συνολικά θεατρικές παραστάσεις, από το 1978 έως το 1998.
– Πώς οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες επηρέασαν το έργο του ζωγράφου, καθιστώντας τον όπως διαβάζουμε στα κείμενα της έκθεσης, «μάρτυρα της εποχής του»;
Ο Δημήτρης Μυταράς ήταν πάντοτε ξεκάθαρος ότι δεν θέλει να πάρει πολιτική θέση και δεν πήρε. Όμως μέσα από τα έργα του υπήρχε κριτική απέναντι στα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα, όπως η έλλειψη ελευθερίας την εποχή της Δικτατορίας, η κακοποίηση του περιβάλλοντος και η κακομεταχείριση των σκύλων.
– Κάθε χρόνο, το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Άνδρου, διοργανώνει μια σημαντική έκθεση, που αποτελεί πρόκληση για ταξίδι στο νησί. Με ποιον τρόπο θεωρείτε ότι μπορούν να γίνουν πιο εξωστρεφή τα περιφερειακά μουσεία σύγχρονης τέχνης, ώστε να προσελκύσουν μεγαλύτερο εύρος επισκεπτών;
Βασική αρχή είναι να οργανώνουμε πάντα ποιοτικές εκθέσεις με στόχο να αναδεικνύουμε και να παρουσιάζουμε ολοκληρωμένα έναν καλλιτέχνη. Γι’ αυτό και δίνεται έμφαση στην συνοδευτική έκδοση, στην σκηνογραφία, στο ντοκυμαντέρ για την έκθεση που προβάλουμε καθημερινά και είναι παραγωγή του Ιδρύματος αλλά και στις παράλληλες δράσεις που είναι οι ξεναγήσεις και τα εκπαιδευτικά προγράμματα. Συμπληρωματικά, υπάρχει σε κάθε μας έκθεση μεθοδευμένη προώθηση των δράσεών μας στο κοινό μέσα από το ηλεκτρονικό μας περιοδικό, τον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ραδιοφωνικές εκπομπές, εκπομπές στην τηλεόραση, αλλά και επικοινωνία με την τοπική κοινωνία.
– Θα λέγατε ότι οι Έλληνες εικαστικοί βρίσκουν σταδιακά μια θέση στον παγκόσμιο χάρτη ή η γενικότερη ελληνική καλλιτεχνική εσωστρέφεια τούς επηρεάζει αρνητικά;
Ποτέ δεν έχω προσεγγίσει τους καλλιτέχνες με βάση την υπηκοότητά τους. Ο καλλιτέχνης απ΄ όπου κι αν κατάγεται θέλει να εκφράσει έναν εντελώς προσωπικό κόσμο κι αυτό που πρέπει να κάνουμε ως ιστορικοί τέχνης είναι να «αισθανθούμε το έργο τους», όπως έλεγε κι ο Μυταράς, αντί να τους κατανοήσουμε.
Φωτογραφίες Μαρίας Κουτσομάλλη: © Χριστόφορος Δουλγέρης
Διαβάστε επίσης:
Αφιερωμένη στον Δημήτρη Μυταρά η έκθεση του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Άνδρου