Μία ευχή που μπορεί να δώσει κανείς σε κάποιον αναγνώστη των βιβλίων του Μάρτιν Χάιντεγκερ είναι να μην τον πάρει ποτέ ο ύπνος διαβάζοντας και …
αναγκαστεί να ξεκινήσει την επόμενη ημέρα κοιτώντας αυτό το τρομακτικό πρόσωπο που \\’κοσμεί\\’ το εξώφυλλο. Φυσικά, αυτό δεν είναι κάποια φυσιογνωμική κριτική, κάποιο face control, αλλά η επίγνωση ότι αυτή η φιγούρα ήταν τμήμα της θεωρητικής θεμελίωσης ενός απο τα μεγαλύτερα εγκλήματα του 20ου αιώνα.
Του Γιάννη – Ορέστη Παπαδημητρίου
Για τις σημερινές εκτιμήσεις, η σχέση του Μάρτιν Χάιντεγκερ με τον ναζισμό δημιούργησε δύο διακριτές φιγουρές στον ίδιο άνθρωπο: Απο την μία, ο Μάρτιν Χάιντεγκερ, αντισημίτης εγκληματίας, ναζί, έκτρωμα (γιατί οι μεταμέλειες ελάχιστη σημασία έχουν για ένα τέτοιο κτήνος) και απο την άλλη, ο Μάρτιν Χάιντεγκερ, μεγάλος φιλόσοφος του 20ου αιώνα, θεμελιωτικός παράγοντας μεγάλου μέρους της ύστερης φιλοσοφίας και δη της γαλλικής ριζοσπαστικής διανόησης. Το ερώτημα που πλανήθηκε πάνω απο όσους έβαλαν σε λειτουργία τη χαϊντεγκεριανή σκέψη είναι προφανές. Πώς μπορεί να είναι και ναζί και μεγάλος στοχαστής; Κατ\\’ επέκταση, ή δεν είναι μεγάλος στοχαστής (όπως απορρίπτεται με απλοϊκό τρόπο απο την αγγλοσαξωνική παράδοση) ή δεν ήταν ακριβώς ναζί (όπως προσπάθησαν να τον δικαιολογήσουν λέγοντας ότι η σχέση του με τον ναζισμό ήταν συνέπεια ενός άκρατου ρομαντισμού για το γερμανικό πνεύμα). Το ερώτημα είναι όμως ανόητο. Και ναζί ήταν εφ\\’όσον ενεπλάκη στο NSDAP και μεγάλος στοχαστής ήταν εφ\\’όσον έτσι τον έκριναν άλλοι μεγάλοι στοχαστές.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Οπότε το νέο ερώτημα είναι πλέον ηθικής φύσεως: μήπως διαβάζοντας και εκτιμώντας το έργο του, οφείλουμε να δώσουμε χώρο και περιθώριο στον ολοκληρωτισμό και τον αντισημιτισμό ως θεωρίες ή μπορούμε να τραβήξουμε έναν αυθαίρετο διαχωρισμό και να πούμε ότι οι δύο Χάιντεγκερ, ο ναζί και ο φιλόσοφος, είναι ασύνδετοι μεταξύ τους; Και πάλι όμως, το ερώτημα υποπίπτει στην ανοησία. Μία τέτοια θεώρηση προϋποθέτει ότι ανυψώνουμε τον στοχαστή σε επίπεδο θεότητας, εκεί που αυτοπαράγει καθολικά την προσωπικότητά του και όπου η σκέψη του διέπεται απο λογική πληρότητα, αποτελεί την καθολική αλήθεια. Κάθε τέτοια άποψη ευτελίζει τόσο την Ιστορία, όσο και τη Φιλοσοφία. Και κατά σύμπτωση, πολύ ενδιαφέρουσα σύμπτωση μάλιστα, το γόνιμο και “ασφαλές” εργαλείο ανάγνωσης του χαϊντεγκεριανού έργου μας δίνεται απο τον ίδιο τον Χάιντεγκερ, η ερμηνευτική τακτική της “αντιπαράθεσης” με το έργο των παρελθοντικών φιλοσόφων, η τακτική με την οποία διαβάζει και ο ίδιος το έργο του Φρίντριχ Νίτσε.
“Κάθε φιλοσοφία πρέπει να εννοείται μέσα απο την μορφή που δημιουργήθηκε απο την ίδια”. Αυτό σημαίνει ότι συζητώντας τον στοχασμό κάποιου, δεν περιοριζόμαστε στην εχθρική στάση απέναντί του, στην προσπάθεια να αναδείξουμε που λανθάνει και που αντιφάσκει, αλλά στην προσπάθεια να ανυψώσουμε την σκέψη του στην καθαρή της μορφή, στα έσχατα όριά της, βλέποντας έτσι πώς πραγματεύεται το θεμελιώδες ερώτημα της φιλοσοφίας: Τί είναι το Όν; Στην παρούσα περίπτωση, έχουμε μια ανάγνωση μέσα σε ανάγνωση. Ανάγνωση όχι του Νίτσε, όχι του Χάιντεγκερ, όχι του Νίτσε μέσω του Χάιντεγκερ, ούτε του Νίτσε για τον Χάιντεγκερ, αλλά του Νίτσε σε αντιπαράθεση με τον Χάιντεγκερ, του Νίτσε και του Χάιντεγκερ τόσο στην σύγκλιση όσο και στην απόκλισή τους στο πεδίο της καθαρής μορφής.
Τί είναι το Όν σ\\’ αυτή την αντιπαράθεση; Η απάντηση δίνεται πολλάκις και ξεκάθαρα: Το Όν είναι Είναι και Γίγνεσθαι, δηλαδή βούληση για ισχύ. Η παράδοξη διατύπωση αυτής της υπόθεσης είναι ήδη μια κίνηση προς την καθαρή μορφή αυτού του στοχασμού. Αν το Όν είναι η συνολική ύπαρξη, τότε συνενώνει την στατικότητα του Είναι, την κίνηση του Γίγνεσθαι και το πλαίσιο ύπαρξης των δύο. Το Είναι ρευστοποιείται στην κίνηση του Όντος και η μεταβλητότητα του Γίγνεσθαι παγιώνεται στα όρια του Όντος. Τι σημαίνει όμως ένα τέτοιο συμπέρασμα; Απ\\’ τα πιθανά ερωτήματα ξεχωρίζουμε δύο: Αν η ουσιαστική ανάγνωση του φιλοσοφικού έργου είναι η αναγωγή στο Όν, τότε η φιλοσοφία δηλαδή είναι κατ\\’ ανάγκη και αποκλειστικά οντολογία; Και επίσης, ποιός είναι ο τρόπος που συνενώνονται το Είναι και το Γίγνεσθαι, πώς προσδιορίζονται σ\\’ αυτή τη σχέση;
Για το δεύτερο ερώτημα, ο Νίτσε~Χάιντεγκερ είναι κατηγορηματικός: το Όν (το Είναι) είναι βούληση για ισχύ και ως τέτοια, αιώνια επιστροφή του όμοιου (Είναι σε κίνηση, Είναι ως Γίγνεσθαι). Συγκεκριμένα, “Η βούληση για ισχύ είναι η απάντηση στο ερώτημα \\’τί είναι το Όν;\\’. Η αιώνια επιστροφή του ιδίου είναι η απάντηση στο \\’τί είναι το είναι καθ\\’ εαυτό;\\’.” Εύκολα παρατηρεί κανείς την φιλοσοφική πράξη εδώ πέρα. Η εννοιολόγηση της \\’βούλησης για ισχύ\\’ και της \\’αιώνιας επιστροφής\\’ είναι τα φιλοσοφικά εργαλεία που μεταφέρουν τη σκέψη του Νίτσε στην καθαρή μορφή, στην διαπραγμάτευση του Όντος. Απο την πλευρά δε αυτού που καλείται να αντιπαρατεθεί στην αντιπαράθεση Νίτσε-Χάιντεγκερ, η αντιπαράθεση έχει ήδη ξεκινήσει αφού ο στοχασμός των δύο αποτελεί πλέον για τον αναγνώστη μέρος της θέασης του Όντος.
Η πολυπλοκότητα του συγγράμματος είναι εμφανής και απηχεί τις παλαιότερες απαιτήσεις για να ονομαστεί ένα έργο φιλοσοφικό. Αυτό δεν μπορεί να ειπωθεί με κάποια διάθεση συντηρητισμού ή νοσταλγίας αλλά προκειμένου να οδηγήσει σε κάποιο συμπέρασμα σχετικά με το πλαίσιο ανάγνωσης του παρόντος έργου και την σημασία του για την σημερινή συνθήκη της φιλοσοφίας. Η γέφυρα χτίζεται στο παραπάνω αναπάντητο ερώτημα, όπου φυσικά δεν θα ήταν δυνατό να καθηλώσει κανείς την φιλοσοφία στο πεδίο της οντολογίας, ούτε να ξεφυγεί με την ευκολία του να ονομάσει τα υπόλοιπα φιλοσοφικά ζητήματα “εφαρμοσμένη οντολογία”.
Μία χαρακτηριστική ιδιότητα που αποδίδεται στον Νίτσε είναι ότι υπήρξε μπροστά απο την εποχή του. Προέβλεψε τα χαρακτηριστικά που θα έπαιρνε ο 20ος αιώνας. Είδε την επερχόμενη κυριαρχία του ειδεχθούς ανθρώπου, του ανθρώπου που καταλύει τις παλιές αξίες αδιαφορώντας για την δημιουργία νέων. Είδε τον Θάνατο του Θεού, της βέβαιης ρυθμιστικής αρχής που αφήνει πίσω της μια χλιαρότητα απονοηματοδοτημένων επιλογών. Κατά συνέπεια, η θεώρηση του θεμελιακού ερωτήματος της φιλοσοφίας, του ερωτήματος περί του Όντος αποκτά στρατηγική σημασία. Είναι ο τρόπος μιας νέας αξιοθεσίας, η απόδειξη ότι η ρυθμιστική αρχή του Θεού είναι αχρείαστη και ο στοχασμός χωρίς αυτόν αναγκαίος. Η φιλοσοφία σήμερα, ανόμοια με το γραπτό του Χάιντεγκερ, κυριαρχείται απο εκπτώσεις. Ο στοχασμός του σήμερα αδυνατεί εν πολλοίς να πει κάτι γι\\’ αυτό. Το κείμενο του Χάιντεγκερ, αν διαβαστεί με προσοχή και αν κάποιος δεν απογοητευτεί απο την πυκνότητά του, αποτελεί μία ιδανική ερμηνεία τόσο του έργου του Νίτσε όσο και της μεγάλης στροφής του 20ου αιώνα, σ\\’ αυτό που άλλαξε απο την προηγούμενη Ιστορία. Είναι μία πυξίδα κατανόησης της εννοιολογικής τέχνης και της ποπ μουσικής, του Τσερνομπίλ και της Χιροσίμα, της εύπεπτης λογοτεχνίας και των δικτατοριών, του ψυχρού πολέμου και των cyborg, του Napster και του ναζισμού, του Φράνκο και της Μαντόνα. Και πάνω απ\\’ όλα, είναι μία σκέψη που ακόμα και σήμερα δεν έχει ξεπεραστεί.