Η Gagosian της Αθήνας παρουσιάζει την έκθεση «Meissen Θραύσματα Ακρόπολις» με έργα του Γερμανού καλλιτέχνη Anselm Reyle από τις …
17 Οκτωβρίου μέχρι τις 16 Δεκεμβρίου 2011.
Η Ακρόπολη ενσαρκώνει τον κυρίαρχο τρόπο πρόσληψης της αρχαιότητας ως σύνθετος και υψηλός πολιτισμός, του οποίου τα διάσημα κτίρια σχηματοποιούν την εικόνα που έχουμε για την ζωή της περιόδου εκείνης. Για πάνω από 2000 χρόνια τα υπάρχοντα ερείπια άντεξαν στο πέρασμα του χρόνου και είναι ακόμα μάρτυρες του παρελθόντος, το οποίο μόνο ξεχασμένο δεν είναι. Ως εκ τούτου ο τίτλος της έκθεσης του Anselm Reyle «Meissen Θραύσματα Ακρόπολις» που παρουσιάζεται στην γκαλερί Gagosian της Αθήνας δημιουργεί μια άμεση σύνδεση με την πόλη.
Τα πορσελάνινα γλυπτά του καλλιτέχνη που έχουν παραχθεί σε συνεργασία με την ομώνυμη βιομηχανία από το Meissen, παρουσιάζονται με τον κλασσικό μουσειολογικό τρόπο. Τα έργα είναι τοποθετημένα σε βελούδινο φόντο και μέσα σε γυάλινες βιτρίνες. Αυτός ο τρόπος έκθεσης που υποδηλώνει την μοναδικότητα των έργων, εντέλει προκαλεί μετά από προσεκτική παρατήρηση αμφιθυμία: προϊόντα με ψεγάδια και άχρηστα υλικά– όπως κακοφτιαγμένα και σπασμένα φλιτζάνια, άλλα μονόχρωμα – λευκά – και άλλα με το διάσημο μοτίβο Blue Onion της Meissen, κομμάτια από πορσελάνινες φιγούρες ή κομμάτια από λουλουδάτα σερβίτσια είναι στοιβαγμένα το ένα πάνω στο άλλο.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Μοιάζουν τοποθετημένα με έναν τυχαίο τρόπο σαν ευρήματα από κάποια αρχαιολογική ανασκαφή. Καθώς όλα αυτά τα κομμάτια έχουν περάσει από την ίδια πολύπλοκη τεχνική επεξεργασία την οποία υφίσταται κάθε χειροποίητη καλή πορσελάνη, τα θραύσματα έχουν μια ιδιαίτερη αίγλη. Τα γυαλιστερά, όμορφα κομμάτια πορσελάνης ταιριάζουν απόλυτα με τη σειρά ιριδιζόντων πινάκων White Earth και δημιουργούν μια εικαστική αντίστιξη με τα νέον χρώματα που παραδοσιακά χρησιμοποιεί ο Anselm Reyle.
Στους πίνακες του, επηρεασμένος από την αμορφική τέχνη (art informel) και την κηλιδογραφία (tachisme), απλώνει δυναμικά και αυθόρμητα την πάστα πάνω στον καμβά σε στρώσεις, διαγωνίως και σε ασύμμετρες γωνίες, δημιουργώντας ένα πλέγμα από φαρδιές, έντονες γραμμές. Επιπλέον, οι γραμμές αυτές έχουν μια έντονη υφή δημιουργημένη από διαφορετικά εργαλεία όπως χτένες και τσουγκράνες, ενώ άλλα τμήματα είναι επίπεδα, μια αναφορά στον αβασάνιστο χαρακτήρα των χειρονομιακών πινάκων. Το ανάγλυφο της επιφάνειας οφείλεται σε μια πάστα την οποία χρησιμοποιούν πολλοί ερασιτέχνες ζωγράφοι μια που δίνει όγκο στο έργο, και που σε αυτή την περίπτωση η εμπορική της ονομασία γίνεται και ο τίτλος του έργου του Reyle. Ένα περλέ βερνίκι και το πλαισίωμα του έργου από μια ακριβή, αστραφτερή μεταλλική κορνίζα, ολοκληρώνουν την εικόνα ενός πολύτιμου πίνακα. Η χρήση υλικών που επιλέγουν οι ερασιτέχνες προκειμένου να ενισχύσουν την προσπάθειά τους, η παράλληλη αναφορά στον μοντερνισμό και στα πρώιμα χειρονομιακά έργα του, οδηγούν αναπόφευκτα σε μια ειρωνική στιγμή γεμάτη ένταση.
Από τις τελευταίες σειρές δουλειάς του με κηλιδογραφία θα παρουσιαστούν στην Αθήνα έργα με νέα μοτίβα σταγόνων. Η απροσδόκητη στιγμή του συμπτωματικού στη ροή του χρώματος, αποτυπώνεται στην καλλιτεχνική διαδικασία στο πλαίσιο μίας σύνθεσης με τη μορφή προσομοιωμένων σταγόνων. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται για τα επιμέρους τμήματα και τα οποία περιλαμβάνουν πάστες με έντονη υφή, καθρέφτες από πλεξιγκλάς, ακρυλικές μπογιές και ολογραφικό glitter, μπορεί να τα βρει κανείς και σε παλαιότερα έργα όπως στους γραμμωτούς πίνακες. Αντί για ζωγραφικά τα έργα του Reyle μοιάζουν περισσότερο με κολάζ: Τα αντικείμενα είναι ζωγραφισμένα, κολλημένα μεταξύ τους, ψεκασμένα και μετά έχουν πάλι αποκολληθεί.
Σε προηγούμενους πίνακες του χρησιμοποιούσε την τεχνική painting by numbers γνωστή από τις παιδικές ζωγραφιές με αριθμούς και περιγράμματα, όπου το παιδί πρέπει να χρησιμοποιήσει συγκεκριμένο χρώμα για κάθε αριθμημένο τμήμα. Στα έργα αυτά ο Reyle ζωγράφιζε είτε αναπαραστατικά μοτίβα είτε μεμονωμένες ενότητες μίας εικόνας η οποία μεγεθυνόταν σαν να ζουμάρει κανείς σε αυτήν. Στους τωρινούς πίνακες τα μαύρα περιγράμματα με τους αριθμούς των χρωμάτων έχουν εξαφανιστεί.
Χαρακτηριστικό του τρόπου με τον οποίο ο Reyle δημιουργεί τις σειρές έργων του είναι τα στοιχεία της επαναληπτικότητας και η χρήση αποσπασμάτων εικόνων, όπως στη μουσική όπου ένα απόσπασμα μιας ηχογράφησης χρησιμοποιείται ξανά προκειμένου να δημιουργηθεί μια διαφορετική μελωδία. Επίσης, εμπνέεται από παλαιότερες ιδέες και από διαφορετικές εποχές της ιστορίας της τέχνης και του design, στοιχεία «υψηλής τέχνης» αλλά και «χαμηλής κουλτούρας» –δίνοντας τους την ίδια βαρύτητα- ειρωνευόμενος τελικά την ιστορία και τις στυλιστικές της εκφάνσεις, όσο και τα μανιφέστα των διαφόρων εικαστικών ρευμάτων.
Η δουλειά του Reyle χαρακτηρίζεται επίσης από την επαναλαμβανόμενη χρήση συγκεκριμένων αντικειμένων, άχρηστων υλικών και απομειναριών από ένα ρεπερτόριο το οποίο αποτελεί την βασική δομή για τις συνθέσεις του, ιδίως στα κολάζ του, όπως για παράδειγμα το Mystic Silver καθώς και ένα άλλο έργο χωρίς τίτλο που προέρχεται από τη σειρά των πήλινων γλυπτών του, στην επιφάνεια των οποίων διάφορα ίχνη αποκαλύπτουν την ιστορία τους στον θεατή. Ένα από τα πλέον πρόσφατα ευρήματά του είναι ένα άτιτλο γλυπτό καλυμμένο από σημάδια που αφήνουν τα λάστιχα του αυτοκινήτου.
O Reyle ενδιαφέρεται για τους ευρύτερα παραδεκτούς όρους της «ομορφιάς», ιδίως όταν αυτοί οι κανόνες καταβαραθρώνονται. Σπάζοντας τα στερεότυπα και μετατρέποντας αυτές τις εικόνες σε έναν νέο εικαστικό κώδικα, αυτά τα έργα ενθαρρύνουν τον θεατή -αμφισβητώντας τους επικρατούντες κανόνες, ακόμα και την ίδια του την αισθητική- να αναπτύξει έναν νέο τρόπο θέασης.
Κείμενο: Ursula Ströbele
Ο Anselm Reyle γεννήθηκε στο Tübingen της Γερμανίας το 1970. Ζει και εργάζεται στο Βερολίνο. Ο καλλιτέχνης έχει πραγματοποιήσει πολλές ατομικές εκθέσεις σε χώρους όπως το The Modern Institute της Γλασκώβης (2007) η γκαλερί Almine Rech στο Παρίσι, η γκαλερί Giti Nourbakhsch στο Βερολίνο και η γκαλερί Gavin Brown\’s Enterprise στη Νέα Υόρκη. Έχει παρουσιάσει σε ατομική έκθεση γλυπτά και πίνακες στην Kunsthalle της Ζυρίχης (2006) και έχει συμμετάσχει σε πολλές διεθνείς ομαδικές εκθέσεις συμπεριλαμβανομένων αυτών της Tate Modern στο Λονδίνο και του Palazzo Grassi στη Βενετία.