Ο Άλεξ Γκάρλαντ (Από Μηχανής, Αφανισμός) παρουσιάζει ένα ακόμα αριστοτεχνικό δείγμα υπαρξιακού τρόμου και σκηνοθετεί την υποψήφια για Όσκαρ Τζέσι Μπάκλεϊ (The Lost Daughter) και τον εξαιρετικό Ρόρι Κινίαρ (Το Παιχνίδι της Μίμησης) σε πολλαπλούς ρόλους. Το ανατρεπτικό και μοναδικό όραμα του δημιουργού υπογράφει μία συμβολική, αιχμηρή, ανατριχιαστική και πυρετώδη ταινία με παραισθητική κλιμάκωση και θέτει ερωτήματα για τα απαρχαιωμένα στερεότυπα που ταλανίζουν τον πολιτισμό μας μέχρι σήμερα.

Σενάριο και σκηνοθεσία: Άλεξ Γκάρλαντ
Πρωταγωνιστούν: Τζέσι Μπάκλεϊ, Ρόρι Κινίαρ, Πάαπα Εσιέντου

Διεύθυνση Φωτογραφίας: Ρομπ Χάρντι
Σχεδιασμός Παραγωγής: Μαρκ Ντίγκμπι
Μοντάζ: Τζέικ Ρόμπερτς
Μουσική: Τζέοφ Μπάροου, Μπεν Σαλισμπέρι

Διάρκεια: 1 ώρα και 40 λεπτά
Πρεμιέρα, Δεκαπενθήμερο Σκηνοθετών, Φεστιβάλ των Καννών 2022

Σύνοψη

Μετά από μία προσωπική τραγωδία, η Χάρπερ (Τζέσι Μπάκλεϊ) αποσύρεται στην πανέμορφη αγγλική εξοχή για να θεραπεύσει το τραύμα της. Όμως κάτι ή κάποιος από το δάσος εμφανίζεται και την παρενοχλεί. Αυτό που ξεκινάει σαν αδιόρατος φόβος εξελίσσεται σε καθολικό εφιάλτη, που φιλοξενεί τις πιο σκοτεινές της αναμνήσεις.

Ένας παράξενος καθρέφτης

Μία γυναίκα μόνη σε ένα μεγάλο, απομονωμένο σπίτι, μία βόλτα στο δάσος και ένας ξένος που την παρακολουθεί μέσα από τα χαμόδεντρα. Όλα αυτά θυμίζουν κλασικό θρίλερ. Αλλά το Men δεν είναι ένα συμβατικό θρίλερ, ακόμα κι αν επιστρατεύει τα πιο σαγηνευτικά συστατικά του είδους για να διαπεράσει την επιφάνεια και να καθηλώσει τον θεατή. Στον πυρήνα της είναι μια ιστορία για μία σημαντική κρίση της εποχής μας που αφορά την αρρενωπότητα και τις εκφάνσεις της, την υποδόρια ή εξωτερικευμένη επιθετικότητα, τη μετάνοια, τις απαρχαιωμένες απόψεις και τις προσδοκίες μιας ολόκληρης κουλτούρας. Είναι μια ταινία που ενδιαφέρεται για τους δομικούς μύθους που δίνουν ζωή στην κουλτούρα μας και που το κοινό φέρει μαζί του στην αίθουσα.

«Είναι τα πράγματα που σκέφτομαι εδώ και πολύ καιρό και μερικά από αυτά που έχω ακουμπήσει στις προηγούμενες ταινίες μου» λέει ο Γκάρλαντ. «Αλλά ήθελα να κάνω μία ταινία που αφήνει τους θεατές να προβάλουν όσα περισσότερα στοιχεία μπορούν, όπου ο θεατής είναι συμμέτοχος στην αφήγηση. Η ταινία λειτουργεί σαν ένας παράξενος καθρέφτης και οι άνθρωποι θα έχουν τη δική τους άποψη για το τι αφορά ή δεν αφορά».

Αυτό το ανοιχτό στην ερμηνεία κλίμα ευδοκίμησε ήδη από το cast του Men. Οι δύο πρωταγωνιστές, η Τζέσι Μπάκλεϊ, που υποδύεται την υπό επίθεση Χάρπερ, και ο Ρόρι Κινίαρ, σε πολυμορφική ερμηνεία και πολλαπλούς ρόλους με την ίδια φυσιογνωμία, έφεραν τις δικές τους ιδέες στην ιστορία. Οι ρόλοι τους έπρεπε να είναι συγχρονισμένοι. Καθώς η Χάρπερ προσπαθεί να πενθήσει και να ξεπεράσει τη βίαιη έκβαση του γάμου της, δεν μπορεί να αποδράσει από ένα χωριό με άντρες που την παρενοχλούν και την απειλούν, όλοι με το ίδιο πρόσωπο σε ερμηνεία του Ρόρι Κινίαρ. Υπάρχει κάτι ολοένα και πιο αλλόκοτο σε αυτόν τον νοσηρό παράδεισο των αρχέτυπων, που μοιάζουν με φράκταλ από την ίδια πηγή, κολλημένα σαν σπασμένα κομμάτια, καθώς περικυκλώνουν τη Χάρπερ.

Η Μπάκλεϊ λέει, «H ταινία είναι μέρος μιας έντονης συζήτησης ανάμεσα στους άντρες και τις γυναίκες, που συμβαίνει τώρα. Έχουν προκύψει πολλά σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο τα τελευταία χρόνια και θεωρώ ότι η ταινία είναι μία πρόκληση και όχι μία απάντηση».

Ο Κινίαρ προσθέτει, «Νομίζω ότι η ταινία εξαπλώνεται στα λημέρια του τρόμου για να πει κάτι για την αλληλεπίδραση ανάμεσα στα δύο φύλα, για το τι μπορεί να κάνει ένας άντρας κοινωνικά και μέσα σε μία σχέση. Ελπίζω το κοινό να νιώσει αυτό που ένιωσα όταν διάβασα το σενάριο, το βάθος του, τον αιφνιδιασμό, την ομορφιά και την αποκάλυψη του ποιοι είμαστε όλοι εμείς».

Είναι η τρίτη ταινία που γράφει και σκηνοθετεί ο Γκάρλαντ, του οποίου το έργο εξερευνά τη φιλοσοφία, την επιστήμη, την ηθική. Οι ταινίες του προκαλούν, αντιμετωπίζουν κατά μέτωπο τα θέματα τους και πυροδοτούν συζητήσεις. Στο Men, όλα τα στοιχειώδη συστατικά του τρόμου -η απομόνωση, η φύση, οι ξένοι, η γονιμότητα, η καταστρατήγηση, το υπερφυσικό- όλα είναι παρόντα. Πιστή στο φόρμα του είδους του τρόμου, η κλιμακούμενη ένταση οδηγεί σε μία κορύφωση τρομαχτικών εικόνων. Αλλά αυτές οι παραισθητικές εικόνες αντανακλούν πραγματικές αλληλεπιδράσεις, κοινωνικά δόγματα, χάσματα και διακρίσεις που εντοπίζουμε κάθε μέρα.

«Το δημιουργικό πηγάδι του Άλεξ δεν έχει πάτο, αλλά πάντα αναδύεται ένα μεγάλο ερώτημα στο κέντρο του έργου του» παρατηρεί η Μπάκλεϊ. «Και το ερώτημα στο σενάριο αφορά την αρρενωπότητα και πώς σχετίζεται με αυτό που ζούμε σήμερα. Η ταινία είναι μία αιχμηρή διερεύνηση όλου αυτού. Όταν γυρίζαμε την ταινία, κάναμε πολλές συζητήσεις, νέα πράγματα αποκαλύπτονταν, αλλά ακόμα ψάχνουμε απαντήσεις».

Ο χαρακτήρας τη Μπάκλεϊ, η Χάρπερ, είναι σχεδόν σε κάθε κάδρο της ταινίας. Έχει αποσυρθεί στην αγγλική εξοχή για να ξεπεράσει το τραύμα της, αλλά από την πρώτη γνωριμία με τον ιδιοκτήτη του σπιτιού που νοικιάζει, η γαλήνη που αναζητά μοιάζει φευγαλέο όνειρο. Η μία ενοχλητική συνάντηση ακολουθεί την άλλη, πρώτα με έναν μυστηριώδη σιωπηλό άντρα, μετά με έναν αστυνομικό, έναν ιερέα, ένα ανάγωγο αγόρι, έναν μπάρμαν και κάτι αγρότες. Η Μπάκλεϊ λέει, «Μπορεί να είναι τρομαχτικοί, αλλά οι πληγές τους και όλα αυτά που καταπιέζουν τους ανθρώπους να φέρονται με έναν τρόπο, τους κάνουν θλιβερούς».

Η Μπάκλεϊ, ο Κινίαρ και ο Γκάρλαντ έκαναν πολλές συζητήσεις στις πρόβες και ο δημιουργός τροφοδοτούσε την αφήγηση με αυτές τις συζητήσεις. Για τον Κινίαρ, αυτό το πνεύμα συνεργασίας παρείχε το απαραίτητο δίχτυ ασφαλείας για να ρισκάρει με μία απτόητη ερμηνεία, καθώς βυθιζόταν σε ένα πρίσμα από εχθρικές συμπεριφορές για τις ανάγκες των ρόλων του. «Για δύο εβδομάδες πριν το γύρισμα, η Τζέσι, ο Άλεξ κι εγώ καθίσαμε σε ένα δωμάτιο και μιλούσαμε για τα θέματα της ταινίας, για αυτά που θέλαμε να αλλάξουμε, για το πώς νιώθαμε και πώς βλέπαμε τα πράγματα να εξελίσσονται» εξηγεί ο ηθοποιός. «Ήταν μία πραγματικά σπάνια εμπειρία, όχι μόνο να έχεις χρόνο για πρόβες, αλλά και η πρόβα να τροφοδοτεί άμεσα την αφήγηση, τις σκηνές και τους χαρακτήρες».

Η ταινία αφήνει ανοιχτά ερωτήματα για το κοινό. «Αυτή η ταινία στηρίζεται στο ότι η ιστορία είναι μοιρασμένη εξίσου ανάμεσα στους αποδέκτες και τους αφηγητές» λέει ο δημιουργός. «Περισσότερο από κάθε άλλη ταινία που έχω κάνει, αυτή προσκαλεί το κοινό να πάρει μέρος στη συζήτηση».

Όμως, η ιστορία έχει μία εξαιρετικά δουλεμένη δομή και ανατρέπει τις συμβάσεις για να καθηλώσει το κοινό. Η κακόβουλη δύναμη, αντί να δυναμώνει, μοιάζει να γίνεται ευάλωτη και απεγνωσμένη. «Είχε ενδιαφέρον γιατί αφαιρεί αυτό που κάνει τον τρόμο τόσο απειλητικό, δηλαδή τη δύναμη του τέρατος που δεν κατατροπώνεται. Αυτό που συμβαίνει εδώ μειώνει αυτή τη δύναμη, καθώς γίνεται πιο παθητική και προκαλεί μία άλλη αντίδραση» λέει ο Γκάρλαντ.

Τζέσι Μπάκλεϊ

Για να υποδυθεί τη Χάρπερ, η Τζέσι Μπάκλεϊ ακροβάτησε σε τεντωμένο σχοινί προκειμένου να ερμηνεύσει όλες τις σωματικές και ψυχολογικές αντιδράσεις της στους άντρες που την περιτριγυρίζουν και καταπατούν τον χώρο της σε διάφορες περίπλοκες καταστάσεις. «Η Χάρπερ αντιμετωπίζει πόνο, πένθος και απώλεια και αυτό το ταξίδι στην εξοχή φέρνει τα μέσα έξω» λέει η Μπάκλεϊ.

Το βάθος με το οποίο η ηθοποιός προσέγγισε τον ρόλο ενθουσίασε τον Γκάρλαντ. «Η Τζέσι κι εγώ μιλάμε την ίδια γλώσσα» σχολιάζει ο δημιουργός. «Η σχέση μας ήταν στενή και ανέλαβε ένα δύσκολο θέμα το οποίο εξέλιξε με απρόσμενους τρόπους».

Για τον Γκάρλαντ, η Μπάκλεϊ είχε καταλυτική επίδραση στη διαμόρφωση του χαρακτήρα της Χάρπερ. «Πάντα απολάμβανα τη συμμετοχική φύση των γυρισμάτων» λέει ο δημιουργός. «Αυτή η ταινία ειδικά είναι το αποτέλεσμα των ιδεών και των δημιουργικών ενστίκτων όσων συμμετείχαν. Η ταινία είναι ένα προϊόν των συζητήσεων μου με την Τζέσι για τα επιχειρήματα της δικής της πλευράς και της δικής μου».
Αυτή η εξερεύνηση του ρόλου έδωσε σπίθα στην ερμηνεία της ηθοποιού. «Από την πρώτη ανάγνωση του σεναρίου με τον Άλεξ, προέκυψε μία συνεργασία με βάση τον διάλογο και τον αντίλογο. Δεν επέβαλλε τις ιδέες του, ήταν ανοιχτός. Αυτό ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον και λειτούργησε σαν μία πρόκληση για εμένα» λέει η ηθοποιός.

Η Χάρπερ φτάνει στο εξοχικό έχοντας ήδη εσωτερικεύσει το πένθος, τα ερωτήματα για τη φύση της αγάπης, της απώλειας, της επικοινωνίας και της βίας στην προσωπική της σχέση. Αυτή η ένταση κορυφώνεται όσο δέχεται επιθετικότητα και παραβατικότητα από το περιβάλλον. Αλλά για την ηθοποιό, αυτή η συνθήκη θυμίζει ένα είδος αναγέννησης. «Το να φεύγεις από μία σχέση είναι δύσκολο. Αλλά νομίζω ότι μέχρι το τέλος αυτής της ιστορίας, η Χάρπερ επιλέγει τη ζωή, τη δική της ζωή. Ακόμα και μέσα από όλες αυτές τις εισβολές, υπάρχει κάτι συναρπαστικό στην εμπειρία της Χάρπερ» λέει η Μπάκλεϊ. «Υπάρχει κάτι που ταρακουνήθηκε μέσα της. Όλα αυτά που προσπάθησε να συμπεριλάβει μέσα της ανοίγουν και ξεπροβάλλει μία ωμή και γνήσια γυναικεία ωριμότητα».

Ρόρι Κινίαρ

Ενώ οι διπλοί ρόλοι είναι κάτι που έχουμε ξαναδεί σε ταινία, η ευκαιρία να παίξει ένας ηθοποιός ένα ευρύτερο δίκτυο χαρακτήρων ή διαφορετικές ψηφίδες της ίδιας προσωπικότητας, εμφανίζεται σπάνια στην καριέρα ενός ηθοποιού. Τις περισσότερες φορές συμβαίνει στη σάτιρα, όπως, για παράδειγμα, στην περίπτωση του Πίτερ Σέλερς στο Dr. Strangelove. Η αποστολή του Ρόρι Κινίαρ ήταν ψυχολογικά δύσκολη. Αλλά η ευκαιρία να παίξει με μία ολόκληρη αλυσίδα αρσενικών προσωπείων ως παραλλαγές σε ένα θέμα ήταν μαγνητική.

Ο ηθοποιός επιδιώκει να ξεπερνάει τα ερμηνευτικά όρια, οπότε το μοναδικό και αντισυμβατικό όραμα του Men τον αφόπλισε από την πρώτη ανάγνωση του σεναρίου. «Με ενδιαφέρει να κάνω καινούρια πράγματα, τολμηρά και ξεχωριστά. Γνωρίζοντας ότι θα παίζω διαφορετικούς χαρακτήρες στην ταινία, με συνεπήρε το αμφίθυμο συναίσθημα του να μην γνωρίζω πώς ακριβώς θα το έκανα να λειτουργήσει και του να θέλω να δω πώς θα το κατάφερνα» εξηγεί ο Κινίαρ. «Μου αρέσει να με προκαλούν και να με ωθούν στα όρια».

Η ερμηνεία δεν ήθελε μόνο επιδεξιότητα, αλλά απογύμνωση και τόλμη, καθώς αυτοί οι επαναλαμβανόμενοι χαρακτήρες γεννούν ο ένας τον άλλον μέχρι την κλιμάκωση της ταινίας. «Ο Ρόι έπρεπε να δείξει γενναιότητα ως ηθοποιός» λέει ο Γκάρλαντ. «Έπρεπε να εμπιστευτεί την ταινία για να κάνει αυτό που έκανε, που ήταν δύσκολο ψυχολογικά και συναισθηματικά». Ο Κινίαρ ξεκίνησε με τη βιογραφία του κάθε χαρακτήρα. Κάθε άντρας εκπροσωπεί ένα αρχέτυπο, αλλά ήθελε να έχει ξεκάθαρη εικόνα για την ηλικία τους, την εξωτερική τους εμφάνιση, το ταπεραμέντο τους. Χρησιμοποίησε αυτά τα βιογραφικά όχι μόνο για τον ίδιο, αλλά και για να βοηθήσει το τμήμα του μακιγιάζ και των κομμώσεων που έπρεπε να στυλιζάρουν τον κάθε χαρακτήρα διαφορετικά. «Δεν ήταν μόνο θέμα εμφάνισης, αλλά και αλληλεπίδρασης με τους άλλους. Όταν ήμουν ο Τζέφρι, ο ιδιοκτήτης του σπιτιού, όλοι έκαναν πάρτι, γιατί τους άρεσε σαν χαρακτήρας. Όταν εμφανιζόταν ο ιερέας, όλοι ξίνιζαν. Καμία φορά η αντίδραση ήταν τόσο έντονη που μου ερχόταν να τους πω ότι είμαι εγώ, παιδιά. Έτσι κατάλαβα πόσο επηρεάζει η εμφάνιση μας το περιβάλλον μας» λέει ο ηθοποιός. «Φορούσα διαφορετικές οδοντοστοιχίες, που άλλαζαν τον τρόπο που μιλούσα, κάτι που αλλάζει τον τρόπο που φερόμουν, που υπήρχα» επισημαίνει ο ηθοποιός.

Η εμπιστοσύνη ανάμεσα στους ηθοποιούς ήταν καταλυτικής σημασίας. «Με εντυπωσίασε η άνεση της Τζέσι μπροστά στον φακό. Δοκίμαζε αναπάντεχα πράγματα με αβίαστο τρόπο. Είναι η πιο ενδιαφέρουσα ηθοποιός αυτή τη στιγμή στη Βρετανία, με αφοπλιστικά ελεύθερη υποκριτική ικανότητα».

Η Μπάκλεϊ θεωρεί ότι η σχέση της με τον Κινίαρ είχε σημαντική συνεισφορά στην τροπή της ταινίας. «Ήταν εκπληκτικό να βλέπεις τον Ρόρι να βυθίζεται σε τόσους διαφορετικούς χαρακτήρες και μου επέτρεψε να ανταποκριθώ σε καθέναν ολοκληρωτικά».

Οι Άντρες

Ο πρώτος άντρας που συναντά η Χάρπερ όταν φτάνει στην ειδυλλιακή εξοχή είναι ο Τζέφρι, ο ιδιοκτήτης του σπιτιού που έχει νοικιάσει, που αν και αδέξιος μοιάζει φιλικός. «Ο Τζέφρι είναι ένας αριστοκράτης γκαφατζής, αλλά τον αγαπώ» λέει η Μπάκλεϊ. «Είναι σίγουρα ο πιο αστείος από αυτούς που συναντά η Χάρπερ».

O Κινίαρ περιγράφει τον Τζέφρι ως «έναν άχαρο τσιφλικά που θέλει να κάνει τη Χάρπερ να νιώθει άνετα, ακόμα κι αν μπλέκεται πολύ στα πόδια της. Είναι μία ευγενική παρουσία που έχει καλές προθέσεις, αλλά το παρακάνει. Η αριστοκρατική του οικογένεια κατέχει το σπίτι για αιώνες, αλλά τώρα πια έχει μετακομίσει σε ένα μικρότερο μέρος και νοικιάζει το σπίτι σε άλλους για να τα βγάλει πέρα».
Αφού την ξεναγήσει, η Χάρπερ βγαίνει μία βόλτα. Δυστυχώς, βλέπει έναν άλλο άντρα, μία εντελώς γυμνή, ίσως τραυματισμένη παρουσία. «Στην αρχή, η Χάρπερ τρομάζει, γιατί δεν βλέπεις γυμνούς άντρες με γρατζουνιές συχνά» λέει η ηθοποιός.

Τελικά, αυτή η αρχέγονη φιγούρα μεταμορφώνεται σε έναν μυθολογικό Πράσινο Άντρα, μία μεταμόρφωση που απαιτούσε την ολοκληρωτική κάλυψη του Κινίαρ με φύλλα. «Στα τελικά στάδια, ήταν μία διαδικασία που χρειαζόταν μία μέρα για να μπουν τα προσθετικά ένα ένα, μετά να λερωθούν και να γεμίσουν αίματα. Στο τέλος, καθόμουν γυμνός έξω στο κρύο στις τρεις η ώρα το πρωί» θυμάται ο Κινίαρ.

Η Χάρπερ συναντά ένα ασυνήθιστο 9χρονο αγόρι, τον Σάμιουελ, που τις πετάει πρόστυχες μασημένες κουβέντες. «Ο Σάμιουελ είναι λίγο προκλητικός. Είναι μικρός, αλλά έχει θυμό και βία μέσα του» λέει η Μπάκλεϊ.

Μετά, εμφανίζεται ο ιερέας, που προσεγγίζει τη Χάρπερ στην εκκλησία με ασαφείς προθέσεις, μέχρι που ανακατεύεται με τα συναισθήματα της και εκτονώνει τη δική του αίσθηση αποτυχίας. «Ω θεέ ου, ο ιερέας είναι ο χειρότερος» λέει η Μπάκλεϊ. «Αλλά το θέμα με αυτούς τους άντρες είναι ότι είναι θύματα της καταπίεσης που νιώθουν. Ο ιερέας είναι σίγουρα ο πιο απειλητικός και ο πιο βίαιος συναισθηματικά. Είναι μία διαταραγμένη προσωπικότητα και ήταν ο πιο δυσάρεστος χαρακτήρας γύρω μου».

Ο Κινίαρ υποδύεται και τον Τζίμι, έναν υπερόπτη αστυνομικό που «καυχιέται για τη θέση του», λέει ο Κινίαρ. «Μετά έχουμε και τον Φράνκλιν, που είναι ο ιδιοκτήτης της τοπικής παμπ, μία λιγομίλητη και φαινομενικά άκακη παρουσία. Τέλος, έχουμε δύο αδέλφια, δύο αγρότες, που έχουν ζήσει στο χωριό όλη τους τη ζωή. Ενώ δεν λένε κάτι, έχουν μία επιβλητική παρουσία βίαιης αρρενωπότητας».

Τζέιμς

Υπάρχει ένας άντρας που στοιχειώνει όλη την ταινία, καθώς η Χάρπερ προσπαθεί να ηρεμήσει από τις σκοτεινές αναμνήσεις και τα νοσηρά συναισθήματα για αυτόν. Ο πρώην άντρας της, ο Τζέιμς είναι πρωταγωνιστής σε αυτές τις αναμνήσεις. Μία σειρά από άσχημα περιστατικά που συνέβησαν στο τέλος της κοινής τους ζωής, μία τρομαχτική πράξη βίας, άγονες διαφωνίες, μία αινιγματική πτώση, όλα είναι κομμάτια με το οποία η Χάρπερ πρέπει να συμφιλιωθεί. Τον ρόλο, που βλέπουμε μόνο σε μικρά επεισόδια, ανέλαβε ο ανερχόμενος βρετανός σταρ Πάαπα Εσιέντου.

«Ο Τζέιμς είναι ένας πολύ δύσκολος ρόλος σε διαφορετικά επίπεδα» παραδέχεται ο Γκάρλαντ. «Αυτό που έκανε πολύ καλά ο Πάαπα ήταν να μην αφήσει τον χαρακτήρα ακατέργαστο. Μας επιτρέπει να νιώσουμε τον πόνο και τη σύγχυση του».

Ο Εσιέντου λέει για το σενάριο, «Είχα μία αυτόματη συναισθηματική αντίδραση. Φοβήθηκα, ενοχλήθηκα. Μετά μιλήσαμε με τον Άλεξ για τις ζωές μας και τη δουλειά μας και φάνηκε ότι συντονιζόμαστε».

Αυτή η σύνδεση έγινε πιο έντονη, καθώς η Μπάκλεϊ, ο Κινίαρ και ο Γκάρλαντ ήθελαν να ακούσουν την άποψη του Εσιέντου για την ταινία. «Το έργο του Άλεξ εξερευνά τις γκρίζες περιοχές πέρα από τις δύο πλευρές και ως δημιουργός αρνείται να κατασταλάξει σε έναν από τους δύο πόλους. Η ταινία θέτει ερωτήματα για αυτό που κάνουν οι άνθρωποι στους άλλους, οι άντρες στις γυναίκες, οι γυναίκες στους άντρες. Αναρωτιέται ποιος φταίει και τι μπορούμε να κάνουμε για να αποτινάξουμε τους δαίμονες του παρελθόντος».

Όλες αυτές οι ερωτήσεις ριζώνουν στη διαταραγμένη σχέση ανάμεσα στη Χάρπερ και τον Τζέιμς. « Πολλοί από εμάς έχουν βιώσει σχέσεις που είναι ζωντανές και πεθαμένες την ίδια στιγμή. Η Τζέσι κι εγώ προσπαθήσαμε να αιχμαλωτίσουμε αυτή τη στιγμή όταν μία σχέση είναι σαν ένας λευκός καρχαρίας που συντρίβει τους άλλους για να ζήσει, οπότε λέμε και κάνουμε πράγματα που μπορεί να μην κάναμε υπό φυσιολογικές συνθήκες. Είναι ένας άντρας που μπορεί να αγαπήσει βαθιά, αλλά τώρα είναι απεγνωσμένος και πολύ τρομαγμένος» περιγράφει ο ηθοποιός.

Ο Γκάρλαντ λέει για τη σχέση του ζευγαριού, «Μία από τις πιο δύσκολες σκηνές ήταν ο χωρισμός, που γυρίσαμε με τους δύο ηθοποιούς σε προφίλ. Ένιωσα τον πόνο της σκηνής να πάλλεται στο σετ και ήταν αβάσταχτος».

Η γενναιότητα της Μπάκλεϊ ήταν τόσο έντονη στη σκηνή που καθήλωσε τον Εσιέντου. «Η Τζέσι έχει αστείρευτο κουράγιο και δεν κάνει τίποτα μέχρι τη μέση» σχολιάζει ο ηθοποιός. «Ο βαθμός της σύνδεσης της είναι τόσο υψηλός που μπορεί να τρομάξει». Τα ανάμεικτα συναισθήματα της σκηνής αυτής ήταν τόσο έντονα που ο Εσιέντου έπαθε διάστρεμμα στον αστράγαλο παρόλο που η σκηνή ήταν στατική. «Επικρατούσε τόση ένταση στο δωμάτιο, που ήταν σαν μία εξωσωματική εμπειρία» λέει ο ηθοποιός.

Η Σίλα-να-γκιγκ και ο Πράσινος Άνθρωπος

Η ταινία βρίθει από εικόνες που συναντάμε στη φύση, αλλά μερικά σύμβολα έχουν πιο έντονη παρουσία: η φιγούρα της θεάς Σίλα-Να-γκιγκ, που ήταν θεότητα των Κελτών και απεικονίζεται με τα πόδια ανοιχτά σε μία άσεμνη στάση που εκθέτει το αιδοίο της, και το αρσενικό της αντίβαρο, ο Πράσινος Άντρας, μία μυθική φιγούρα που εκχέει φύλλα και κλαδιά από το στόμα και το δέρμα του.

Kαι τα δύο σύμβολα είναι τυλιγμένα από πέπλο ιστορικού μυστηρίου, παρόλο που είναι πανταχού παρόντα σε εκκλησίες, κάστρα και δημόσιες πύλες σε όλο τον κόσμο. Οι ιστορικοί τέχνης θεωρούν ότι η Σίλα-να-γκιγκ τιμά τη γυναικεία γονιμότητα ή είναι φόρος τιμής σε μία άγνωστη παγανιστική θεότητα.

Παρομοίως, ο Πράσινος Άνθρωπος αντιστέκεται σε πιθανές εξηγήσεις. Καταλαμβάνει την γκρίζα περιοχή ανάμεσα στον παγανιστικό και χριστιανικό συμβολισμό και είναι ένα φολκλόρ πλάσμα με πρόσωπο σαν δέντρο, που στολίζει συχνά τις παμπ, φημίζεται ότι εκπροσωπεί την άνοιξη και την αρσενική ισχύ. Μπορεί, βέβαια, να ήταν απλώς ένα διακοσμητικό μοτίβο που έγινε ιδιαίτερα δημοφιλές μέσα στους αιώνες.

«Ξέρουμε ότι αυτά τα σύμβολα είναι αρχαία, είναι ισχυρά και έχουν επίδραση πάνω μας, αλλά δεν ξέρουμε τι σημαίνουν, είναι δύσκολο να διαχωρίσουμε τον μύθο από την αλήθεια» λέει ο Γκάρλαντ. «Αυτό τα έκανε τέλεια για την ταινία. Ένα από τα πράγματα που μου αρέσουν στη Σίλα-να-γκιγκ είναι η ατρόμητη αμεσότητα της. Προκαλεί διαφορετικές αντιδράσεις, στη δική μου περίπτωση με καθηλώνει κι αυτό ήθελα να κάνει και η ταινία. Η Σίλα-να-γκιγκ επιβίωσε αιώνες καταπίεσης για οτιδήποτε μπορεί να έχει σεξουαλικό υπονοούμενο. Ακόμα και στη βικτοριανή εποχή κάλυπταν τα γεννητικά όργανα της κλασικής τέχνης, μέσα στις εκκλησίες όμως υπάρχουν ακόμα αυτά τα ανάγλυφα με την έντονη σεξουαλικότητα. Συμβολίζουν σεξουαλικότητα ή γονιμότητα; Δηλώνουν κάτι; Έχουν αλλάξει οι απόψεις μας για αυτά; Αυτές οι ερωτήσεις διαπέρασαν την αφήγηση».

Ο Πράσινος Άνθρωπος ζωντανεύει στην ταινία και λειτουργεί σαν χαρακτήρας. «Είναι το αρχέτυπο ενός παρηκμασμένου άντρα. Είναι αρχέγονος, είναι γήινος, είναι η ζωή και ο θάνατος. Έχει ζήσει χιλιάδες χρόνια και εμπεριέχει όλες τις πληγές της αρρενωπότητας και την προοπτική της ζωής» λέει η Μπάκλεϊ.

Ο Κινίαρ προσθέτει, «Ο Πράσινος Άνθρωπος είναι μία φιγούρα που αλλάζει και εξελίσσεται μέσα από την ταινία, βασανίζει τη Χάρπερ και την προσέχει ταυτόχρονα. Δεν είμαστε σίγουροι αν θέλει να προστατεύσει ή να βασανίσει. Αλλά νομίζω ότι υπονοεί την αναγέννηση που χρειαζόμαστε μετά το πένθος. Είναι μία από τις αρχέγονες δυνάμεις που έχουν ρίζες στην ιστορία και είναι ακόμα μαζί μας σήμερα.

Το Σπίτι

Το σπίτι της ταινίας που νοικιάζει η Χάρπερ για να αποδράσει εξελίσσεται από ειδυλλιακό σκηνικό σε απειλητικό μέρος. «Το σπίτι είναι ένας χαρακτήρας στην ταινία» επισημαίνει η πρωταγωνίστρια. «Έχει άπειρες λεπτομέρειες από τους σκηνογράφους και μοιάζει να πάλλεται».

Ο σχεδιαστής παραγωγής Μαρκ Ντίγκμπι και η σκηνογράφος Μισέλ Ντέι, που έχουν συνεργαστεί με τον Γκάρλαντ σε όλες του τις ταινίες, έδωσαν τις απαραίτητες πινελιές σε ένα σπίτι που βρέθηκε στην αγγλική εξοχή. «Το να βρεθεί το σπίτι ήταν σαν να κάνουμε κάστινγκ» λέει ο δημιουργός. «Το αίσθημα είναι ίδιο με όταν μπαίνει ένας ηθοποιός στο δωμάτιο και ξέρουμε ότι είναι αυτός που ψάχνουμε».

Η απόφαση να βαφτούν οι τοίχοι κόκκινοι πάρθηκε στα πρώτα στάδια, για να έρχεται το σπίτι σε αντίθεση με τα βουκολικά πράσινα του περιβάλλοντος. «Μοιάζει με λίκνο, με στοιχειωμένο σπίτι και αποπνέει μία πρωτόγονη ατμόσφαιρα» μας προϊδεάζει η Μπάκλεϊ.