Οι βόλτες μου στην οδό Ιπποκράτους, είναι πολύ συχνές τα τελευταία δέκα περίπου χρόνια, όσα ακριβώς και τα χρόνια φιλίας μου με μία αγαπημένη φίλη που μένει απέναντι ακριβώς από το κτήριο των εκδόσεων Μεταίχμιο. Λάτρεις και οι δύο των βιβλίων, περάσαμε πολλά καλοκαιρινά βράδια καθισμένοι στο μικρό της μπαλκόνι χαζεύοντας τις βιτρίνες του βιβλιοπωλείου να αλλάζουν, και πολλές γιορτές γενεθλίων να ξετυλίγουμε τι άλλο, αγαπημένα βιβλία που είχαμε διαλέξει ύστερα από επίμονο κρυφοκοίταγμα πίσω από τις γλάστρες και τις δειλά μισοκατεβασμένες τέντες της…
Το να επισκέπτομαι λοιπόν το χώρο του βιβλιοπωλείου Μεταίχμιο, είναι για εμένα σαν να επιστρέφω στον τόπο του εγκλήματος, χωρίς κάλυψη πλέον, αλλά με την οικειότητα και την άνεση που μου προσφέρουν τα τόσα χρόνια αγάπης, εμπειριών και αναμνήσεων με το συγκεκριμένο σημείο.
Άλλωστε, το κεντρικό κτήριο των εκδόσεων, με το βιβλιοπωλείο στο ισόγειο, θα μου επιτρέψετε να το θεωρώ ως ένα από τα λίγα στολίδια της Ιπποκράτους, ενός δρόμου γεμάτου ζωή, που αντιστέκεται στην απομόνωση της πόλης και συνεχίζει διακριτικά να σου δίνει την αίσθηση της γειτονιάς και της ατμόσφαιρας μιας παλιάς Αθήνας.
Εκεί λοιπόν, στον γνώριμο αριθμό 118 της οδού Ιπποκράτους, ήταν το σημερινό ραντεβού μας με τη συγγραφέα Βάσια Τζανακάρη και το βιβλίο της «Η καρέκλα του κυρίου Έκτωρα», ένα βιβλίο που διάβασα με όρεξη και που θεωρώ ότι αξίζει να μπει στη λίστα με τα καλοκαιρινά σαςαναγνώσματα.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Στο χώρο του εκδόσεων με υποδέχτηκε μία από τις ευγενικές κυρίες του βιβλιοπωλείου και συγκεκριμένα η Ευτυχία Ψωμαρά, που με το χαμόγελο και την θετική της διάθεση συνέχισε να με κάνει να αισθάνομαι το ίδιο άνετα και οικεία όπως ακριβώς και όταν βρίσκομαι στο απέναντι διαμέρισμα.
Από το 2006 σε αυτήν τη γειτονιά, το βιβλιοπωλείο των εκδόσεων Μεταίχμιο, δεν είναι απλά ένα ακόμα βιβλιοπωλείο. Είναι ένας πολυχώρος, που μπορεί κανείς εύκολα να πετύχει να συμβαίνουν από παρουσιάσεις βιβλίων, λέσχες ανάγνωσης, εικαστικές εκθέσεις, εκδηλώσεις με θέματα που αφορούν τα βιβλία και τους ανθρώπους που τα γράφουν, τα διαβάζουν ή απλώς τα αγαπούν.
Μέσα στα πλαίσια της γενικότερης περιέργειας μου να μάθω όσο το δυνατόν περισσότερα πράγματα για τον εκδοτικό οίκο, είχα την χαρά να συναντήσω την υπεύθυνη των δημοσίων σχέσεων Ντόρα Τσακνάκη που με ευχαρίστηση και προθυμία με ξενάγησε στο χώρο. Μπόρεσα έτσι να μπω στα ενδότερα του κτηρίου και να φτάσω μέχρι την υπέροχη ταράτσα που τους καλοκαιρινούς μήνες φιλοξενεί διάφορες εκδηλώσεις που κάνουν αυτήν την πόλη να δείχνει λιγότερο φοβισμένη και περισσότερο φιλότεχνη.
Πιστοποιημένα σεμινάρια ενηλίκων, δημιουργική γραφή, επιμέλεια και διόρθωση κειμένων, παραγωγή ραδιοφωνικών εκπομπών, σχολή γονέων με διάφορες θεματικές, είναι μόνο μερικά από τα όσα διακριτικά συμβαίνουν εδώ, δίνοντας σημαντικές βάσεις, εμπειρία και γνώσεις σε όσους αγαπούν τη δημιουργία, την τέχνη, την ποιότητα και τον πολιτισμό.
Με μια πορεία 15 ετών στην παιδική λογοτεχνία, οι μικροί μας φίλοι δεν θα μπορούσαν να μείνουν παραπονεμένοι. Κάθε Σάββατο, τα εργαστήρια για παιδιά ανοίγουν τις πόρτες τους. Ο χώρος γεμίζει από χαρούμενα πρόσωπα και χαμόγελα παιδιών, που είτε ήρθαν με τους γονείς τους να παρακολουθήσουν μαθήματα συγγραφής ή μουσικής αγωγής, είτε με τους δασκάλους τους για μια σχολική εκδρομή στην «αγκαλιά» του πολυχώρου με στόχο να έρθουν τα παιδιά λίγο ακόμα πιο κοντά στο μαγικό κόσμο του βιβλίου.
Σε αυτόν το «μαγικό» κόσμο λοιπόν βρέθηκα και εγώ, εδώ, στην καρδιά της Αθήνας, έτοιμος να υποδεχτώ την Βάσια Τζανακάρη και την «Καρέκλα του κυρίου Έκτορα», ένα βιβλίο που όπως λέει η ίδια η συγγραφέας «θα ήθελα μέσα από αυτό ο αναγνώστης να νιώσει ότι δεν είναι μόνος σε όσα νιώθει, βιώνει ή βλέπει. Θέλω να νιώσει πως τις σκέψεις του, ίσως τις κάνει και κάποιος άλλος…».
Η Βάσια Τζανακάρη γεννήθηκε στις Σέρρες και σπούδασε Αγγλική φιλολογία στη Θεσσαλονίκη. Στην Αθήνα ήρθε το καλοκαίρι του 2006 ψάχνοντας για έμπνευση και καινούρια ερεθίσματα. Το μικρόβιο της συγγραφής μπήκε στο αίμα της κάπου στην ηλικία των 15.
Αναρωτιέμαι αν αυτό ήταν το όνειρο της από μικρή.
«Μικρή ήθελα να γίνω μπαλαρίνα, δασκάλα, ζωγράφος, σκηνοθέτης ή δημοσιογράφος. Τελικά σπούδασα Αγγλική φιλολογία… Δεν υπήρχε τότε στο μυαλό μου η συγγραφή, θυμάμαι μόνο ότι πάντα κρατούσα ημερολόγιο, ενώ στο λύκειο έγραφα ποιήματα και μικρά διηγήματα…».
Καθισμένοι ανάμεσα στα βιβλία της, όλα από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, στην κυριολεξία στο κέντρο της πόλης, αναρωτιέμαι αν της αρέσει η Αθήνα, τι μπορεί να την φοβίζει, τι κάνει στον ελεύθερο χρόνο της, πως νιώθει ως νέα μαμά και τι θέσει μπορεί να έχει σε όλα αυτά ο έρωτας…
«Η Αθήνα μου άρεσε πολύ, όμως νιώθω πως όταν άλλαξε η φάση της ζωής μου (ως μαμά) άλλαξε τότε και η εικόνα μου για την πόλη. Θέλω να ζω στην Αθήνα, αλλά θα προτιμούσα να ζω κάπου ψηλά για να έχω ησυχία… Γενικά μου αρέσει να ακούω μουσική, μου αρέσει το σινεμά, οι βόλτες με το αυτοκίνητο, μου αρέσει να μαγειρεύω στους φίλους μου ή να οργανώνω κάποιο πάρτι… Στις ημέρες μας θεωρώ πως η οικονομική ανασφάλεια είναι ένα βασικό πρόβλημα. Η κοινωνία είναι εξαγριωμένη, το μέλλον αβέβαιο και αυτή η εξαθλίωση μπορεί να έχει φοβερές συνέπειες. Ο έρωτας από την άλλη μπορεί να σου δώσει μια αίσθηση ασφάλειας. Όταν είσαι καλά εκεί, έχεις την διαύγεια και την ηρεμία να ασχοληθείς με όσα θέλεις και να είσαι ο άνθρωπος που θέλεις να είσαι. Ο έρωτας σε βοηθάει να αντέξεις τον έξω κόσμο…».
Καθώς την ακούω να μιλάει, τόσο νέα και ήρεμη, μου μοιάζει πραγματικά υπέροχο και πολύ παρήγορο, μέσα στον τόσο σκληρό και τόσο εύκολα μεταβαλλόμενο κόσμο, να ακούω από έναν σημερινό άνθρωπο να μου λέει πως «ο έρωτας μπορεί να σε κάνει να είσαι ο άνθρωπος που θέλεις να είσαι».
Καθώς ο χρόνος περνάει και η Βάσια Τζανακάρη ως νέα μαμά πρέπει να επιστρέψει στο μόλις ενός έτους μικρό της αγοράκι, ζητάω από την ίδια και την ευγενική μας οικοδέσποινα να διαλέξουν το δικό τους αγαπημένο βιβλίο από το χώρο.
Η συγγραφέας επέλεξε το «Πάντα ο Διάβολος», του Donald Ray Pollock (εκδόσεις Μεταίχμιο), την ιστορία ενός μικρού αγοριού, του Άρβιν, όπου καθώς οι πρωταγωνιστές του βιβλίου συνδέονται με τον ήρωα με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, δημιουργούν ένα μοναδικό σύμπαν παρακμής, εκδίκησης και βίας, με φόντο την βαθιά Αμερική.
Η οικοδέσποινα, διάλεξε με τη σειρά της το «Ένα κάποιο τέλος» της Τζούλιαν Μπάρνς (εκδόσεις Μεταίχμιο), ένα αριστοτεχνικά γραμμένο μυθιστόρημα, ένα ταξίδι προς την αυτογνωσία, για τις ατέλειες και τις σκοτεινές κόγχες της μνήμης, για τις αυταπάτες μας, για τα ψέματα που λέμε στον εαυτό μας ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε…
Προσωπικά, διάλεξα τι άλλο, το ένα και μοναδικό βιβλίο που έχω ζηλέψει και θα ήθελα τόσο να έχω γράψει όσο και να έχω ζήσει, το «Με μολύβι φάμπερ νούμερο δύο» από τη μοναδική Άλκη Ζέη.
Αφήνοντας πίσω μου τον Πολυχώρο των εκδόσεων Μεταίχμιο, ένιωσα ότι απλά άφηνα πίσω ένα δωμάτιο του σπιτιού μου. Ο αριθμός 118 στην οδό Ιπποκράτους είναι από χρόνια ένα κομμάτι της ζωής μου, ένα σημείο τόσο γνώριμο και οικείο, όσο και τα λατρεμένα στέκια στις αγαπημένες, παλιές μας γειτονιές.
Και αν αυτή η πόλη μοιάζει πολλές φορές δύσκολη και απρόσωπη, είναι γωνιές όπως αυτή, που αξίζει κανείς να επισκεφτεί, να περπατήσει, να ανακαλύψει, για να πεισθεί πως υπάρχουν γειτονιές με ομορφιά, υπάρχουν άνθρωποι με όραμα, υπάρχουν τρόποι να «δραπετεύσεις» και να μπορέσεις ξανά να ονειρευτείς. Ακόμα και να ερωτευτείς θα πρόσθετα, διότι όπως και η συγγραφέας μας εξομολογήθηκε, και σαν μελωδία στα αυτιά μου ηχεί, «ο έρωτας ίσως μπορεί να σε κάνει να αντέξεις πιο εύκολα τον έξω κόσμο…»
Και τι καλύτερο, όλα αυτά, να γίνουν συντροφιά με ένα βιβλίο…
«Η καρέκλα του κυρίου Έκτορα» είναι το πέμπτο βιβλίο της Βάσιας Τζανακάρη. «Οι ευτυχισμένοι άνθρωποι δεν έχουν ιστορίες, έλεγε ένα παλιό τραγούδι. Οι ήρωες των διηγημάτων αυτού του βιβλίου ζουν στα χαλάσματα ενός κόσμου που δεν υπάρχει πια και πασχίζουν, ενάντια στον χρόνο και τη μοίρα, να σβήσουν τις ιστορίες τους και να γράψουν καινούργιες. Ανάμεσά τους και ο κύριος Έκτορας που βλέπει τα πάντα και ρίχνεται μαζί τους στο κυνήγι της ευτυχίας».
Ευχαριστώ πολύ τις εκδόσεις Μεταίχμιο (Ιπποκράτους 118) για την υπέροχη φιλοξενία και την ευκαιρία που μου έδωσαν να περιπλανηθώ στους χώρους τους, να γνωρίσω τους ανθρώπους τους και να συνομιλήσω μαζί τους.