Λίγο πριν η Αυστρία προσαρτηθεί στη ναζιστική Γερμανία, ο Βέρφελ αφηγείται μία ιστορία βγαλμένη από έναν κόσμο που σε λίγο δεν θα είναι πια ο ίδιος. Ούτε και ο Λεωνίδας, ο πενηντάχρονος ήρωας του βιβλίου θα είναι ίδιος, μα λίγο πριν πέσει η αυλαία της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας, ο συγγραφέας αφηγείται έρωτες και γεγονότα που θυμίζουν ακόμα ζωή. Ο Βέρφελ, με αυτό το ιδιαίτερο και χαρακτηριστικό ύφος του, αυτή την διείσδυση στην ανθρώπινη φύση με τις αδυναμίες της και τον τρωτό της χαρακτήρα, σκηνοθετεί ένα έργο όπου πρωταγωνιστεί ένας ήρωας με περίφημο όνομα και ανάστημα, σαν να γνωρίζει τα μελλούμενα και να θέλει να προλάβει λίγες στιγμές ευτυχίας. Γιατί ο Λεωνίδας ως πρόσωπο αλλά και η επιλογή του ονόματος δεν μπορεί να είναι τυχαία, όπως και ο ίδιος αναφέρει στην αρχή του βιβλίου, έχει αναμφίβολα κάτι το συμβολικό ή και το προφητικό, κάτι το ιστορικά εμπνευσμένο που μάλλον μας ξεπερνά αλλά και μας διαπερνά.
Η ζωή ενός φιλήσυχου υπαλλήλου αναστατώνεται από μια επιστολή
Πρόκειται για έναν υπάλληλο πενηντάχρονο που γιόρτασε πρόσφατα τα πεντηκοστά του γενέθλια και έχει λάβει μια σειρά από επιστολές, οι οποίες και είναι το μήλον της έριδος μιας και μία από αυτές έχει σταλεί από την πρώην σύντροφό του, μια σύντροφο ξεχασμένη από τον χρόνο. Μπορεί η εποχή να είναι ιστορικά και κοινωνικά ταραγμένη αλλά δεν παύουν οι άνθρωποι να ζουν τις ζωές τους και να απασχολούνται με τις δικές τους καθημερινές υποθέσεις, τις δικές του μικρές αγωνίες. Είναι λοιπόν και αυτή η ιστορία ένα επεισόδιο από τη ζωή ενός μέσου αστού που εργάζεται ως υπάλληλος κρατικός και θυμίζει πολύ εκείνον τον κύριο Κ. για τον οποίο γράφει ο Φραντς Κάφκα στη Δίκη. Αν και το μυθιστόρημα εστιάζει περισσότερο στην αγωνία του ήρωα ως προς το περιεχόμενο της επιστολής που λαμβάνει, ο Βέρφελ αναφέρεται εμμέσως πλην σαφώς και στο πλαίσιο λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού, σε ένα σύστημα που είναι κάπως ανάλγητο και αρτηριοσκληρωτικό όταν έρχεται η ώρα να αναλύσει την κατάσταση της κρίσης ενός υπαλλήλου.
Ο Λεωνίδας θυμίζει έναν υπάλληλο που αποτελεί γρανάζι του μηχανισμού και ο λόγος του δεν έχει και τόση σημασία στις αποφάσεις ενώ ο ίδιος μοιάζει να μην απολαμβάνει την εργασία του, μάλλον σκοτούρες του προκαλεί και είναι μια αναγκαιότητα οικονομική. Ο Βέρφελ όμως του δίνει μια άλλη υπόσταση, τον ανυψώνει και τον υμνεί σε σχέση με την πλειοψηφία των υπαλλήλων, τον ξεχωρίζει. Ο κύριος Κ. βρισκόταν και αυτός δέσμιος ενός απρόσωπου συστήματος λίγα χρόνια νωρίτερα, ωστόσο ο Βέρφελ δημιουργεί έναν άλλο Κ., πιο αισιόδοξο και λιγότερο φυλακισμένο, έναν πιο ελεύθερο άνθρωπο που έχει γνώμη και δεν την κρύβει, έναν πιο δυναμικό τύπο που καταφέρνει και ξεφεύγει από το αβυσσαλέο σύστημα με ένα δικό του τρόπο.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
“Την περίοδο εκείνη, ο Werfel γνώρισε άλλους Γερμανοεβραίους συγγραφείς που σύχναζαν το Cafe Arco της Πράγας. Έτσι, λοιπόν συνδέθηκε με τους λογοτέχνες του περίφημου “Κύκλου της Πράγας”. Η φιλία του με τους συγγραφείς Willy Haas, Max Brod και Franz Kafka, καθώς και με τον ηθοποιό Ernst Deutsch και τον λογοτεχνικό ατζέντη Ernst Polak, πρώην συμμαθητή του, διατηρήθηκε δια βίου” αναφέρει η Πελαγία Τσινάρη στο εξαιρετικά διαφωτιστικό επίμετρο και διαφαίνεται πως κάποια σύνδεση υπάρχει παρά τις πολλές διαφορές, ενδεχομένως ο Κάφκα να έδωσε το ερέθισμα στον Βέρφελ για μία βάση ιστορίας με διαφορετικά βέβαια χαρακτηριστικά.
Το κύριο θέμα ωστόσο του βιβλίου και ο βασικός πυρήνας του είναι στην πραγματικότητα ο ίδιος ο Λεωνίδας και το ψυχογράφημα του χαρακτήρα του. Το βιβλίο έχει πολλές διακυμάνσεις, έχει επίπεδα ανάλυσης και βέβαια διαπνέεται από την όχι παράξενη αγωνία του Λεωνίδα να δει τη ζωή του να διαταράσσεται από μία απρόσμενη επιστολή, την οποία θα δυσκολευτεί ενδεχομένως να εξηγήσει στην σύζυγό του Αμελί. Είναι η ζωή που δεν θέλει να δει να ανατρέπεται από ένα επεισόδιο της ζωής του που έχει ένα παρελθόν δεκαοχτώ χρόνων και που δεν τον αφορά πλέον, οφείλει να βρει διέξοδο και να επανέλθει η ηρεμία. Ο μεγαλύτερός του φόβος βέβαια είναι να μάθει πως έχει αποκτήσει κατά λάθος ένα παιδί από την Βέρα, κάτι για το οποίο είναι τρομοκρατημένος και κάνει απίθανα σενάρια που φτάνουν ως τον χωρισμό. Και είναι έκδηλος ο συναισθηματισμός που εκλύεται σαν λάβα για να προσπαθήσει να πείσει την Αμελί πως τίποτε δεν συμβαίνει, ο Βέρφελ ποτίζει τον ήρωά του με μία χειμαρρώδη τρυφερότητα και μια εκρηκτική ερωτική έκφραση.
Είναι μία συγκυρία ιδιαίτερα αγχωτική για τον ίδιο όλο αυτό το σκηνικό που στήνεται ειδικά μετά από το κλείσιμο των πενήντα χρόνων ζωής και ο Βέρφελ, παρά το γεγονός πως δεν αναφέρεται πολύ σε πολιτικά γεγονότα, ίσως να προσπαθεί με αλληγορικό τρόπο να εξηγήσει την επερχόμενη λαίλαπα στις ζωές των ανθρώπων από τα ίδια τα συμβάντα. Να σημειωθεί πως σκιαγραφεί ουσιαστικά την προσωπικότητα ενός αδύναμου ανθρώπου που ζει ένα προσωπικό δράμα, μία κατάσταση που ούτε στον χειρότερο εφιάλτη του δεν θα ήθελα να δει και ζει την κάθε στιγμή με απόλυτο τρόμο μέχρι να κοπάσει η θύελλα. “Έσπρωξε μακριά το ντοσιέ, τινάχτηκε απ’ τη θέση του και άρχισε να βαδίζει μπρος πίσω στο ευρύχωρο γραφείο με δυνατά βήματα. Τι δυνάμεις ξεχύνονταν από τούτον τον λειτουργικό χώρο κατευθείαν στην ψυχή του! Αυτό εδώ ήταν το βασίλειό του, όχι το πολυτελέστατο σπίτι της Αμελί”. Το μυθιστόρημα αυτό του Βέρφελ ανήκει σε μία σειρά μυθιστορημάτων μιας ιδιαίτερα εύφορης λογοτεχνικά περιόδου και είναι ένα σπουδαίο δείγμα της λογοτεχνίας του μεσοπολέμου και χάρη στον Βασίλη Πατέρα, με την άρτια μετάφρασή του, το ελληνικό λογοτεχνικό κοινό έχει τη δυνατότητα να γνωρίσει αυτόν τον αινιγματικό συγγραφέα.
Αποσπάσματα από το βιβλίο
“Σ’ αγαπώ σήμερα όπως σ’ αγαπούσα πάντα, και σ’ αγαπούσα ανέκαθεν όπως σ’ αγαπάω τούτη τη στιγμή. Ο γάμος μας είναι ο ναός της ζωής μου, και ξέρεις πως δεν μ’ αρέσουν οι στομφώδεις κουβέντες. Ελπίζω ότι στην αγάπη μου για εσένα δεν έχω κάνει παρά ελάχιστα σφάλματα”.
“Οι ερωτευμένες γυναίκες διέθεταν μια έκτη αίσθηση. Όπως το περιπλανώμενο θήραμα απέναντι στους εχθρούς του, έτσι κι εκείνες είναι εφοδιασμένες με αλάνθαστη όσφρηση. Είναι μάντισσες της αντρικής ενοχής”.
Διαβάστε επίσης:
Μια αχνογάλαζη γυναικεία γραφή: Το βιβλίο του Φραντς Βέρφελ από τις εκδόσεις Ροές