Μία Θάλασσα από Δέντρα, με τον Μάθιου ΜακΚόναχι

Η Odeon παρουσιάζει στους κινηματογράφους από τη 1 Μαΐου 2016 την ταινία Μία Θάλασσα από Δέντρα (The Sea of Trees) με τον Μάθιου ΜακΚόναχι.

Η Odeon παρουσιάζει στους κινηματογράφους από τη 1 Μαΐου 2016 την ταινία Μία Θάλασσα από Δέντρα (The Sea of Trees) με τον Μάθιου ΜακΚόναχι.

Ο δις υποψήφιος για Όσκαρ Γκας Βαν Σαντ σκηνοθετεί τον βραβευμένο με Όσκαρ Μάθιου ΜακΚόναχι σε μία συγκλονιστική ταινία για το πώς η αγάπη μπορεί να σε λυγίσει αλλά και να σε σώσει στις πιο αναπάντεχες στιγμές.

Η αγάπη και η απώλεια οδηγούν τον Αμερικανό Άρθουρ Μπρέναν στην άλλη μεριά του κόσμου, σε ένα πυκνό δάσος στους πρόποδες του Όρους Φούτζι της Ιαπωνίας, το οποίο έχει περιγραφεί ως το τέλειο μέρος για να πεθάνεις. Περιπλανώμενος, συναντά τον Ιάπωνα Τακούμι, ο οποίος δεν επιθυμεί πια να πεθάνει αλλά έχει χάσει τον δρόμο του.

Μη μπορώντας να τον αφήσει πίσω, ο Άρθουρ επενδύει όση ενέργεια τού έχει απομείνει για να σώσει τον Τακούμι. Η μάχη τους να επιβιώσουν και να αποδράσουν από το δάσος θα φέρει πίσω επώδυνες αναμνήσεις της πεθαμένης του γυναίκας, αλλά ο Άρθουρ θα συνειδητοποιήσει ότι η δοκιμασία αυτή δεν είναι παρά ένα δώρο που θα αλλάξει τα πάντα.

Λίγα λόγια για την ταινία

«Το “Μία Θάλασσα από Δέντρα” ήταν το καλύτερο σενάριο που διάβασα τα τελευταία πέντε χρόνια», λέει ο Μάθιου ΜακΚόναχι, πρωταγωνιστής της ταινίας. «Έμοιαζε να αποτελείται από πανέμορφα haiku, το ένα μετά το άλλο. Ήταν απίστευτα αναπάντεχο, ανατρίχιαζα όσο το διάβαζα».

Η ταινία θίγει τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους αντιμετωπίζουμε την θλίψη, όπως εξηγεί ένας εκ των παραγωγών, ο Κεν Κάο. «Έχουμε τον Άρθουρ και τον Τακούμι – και οι δύο έχουν βιώσει την απώλεια και περνούν την δική τους διαδικασία, προσπαθούν να βρουν τον δρόμο τους. Για μένα, αυτό είναι ό,τι πιο όμορφο στην ιστορία και στη ζωή γενικότερα, το πώς δηλαδή ο καθένας μας επιλέγει να αντιμετωπίσει την θλίψη».

Η αρχή έγινε με το ίδιο το δάσος, και όχι τους χαρακτήρες, όπως συνηθίζεται. «Όταν διάβασα για το δάσος αυτό», λέει ο σεναριογράφος Κρις Σπάρλινγκ, «μου ήρθε στο μυαλό η εικόνα μιας μυστηριώδους, βαθιά πνευματικής αλλά και ανατριχιαστικής τοποθεσίας. Μου φάνηκε σαν κάτι το απόκοσμο. Μου έκανε επίσης εντύπωση το ότι οι άνθρωποι που πάνε εκεί, ταξιδεύουν τεράστιες αποστάσεις για να φτάσουν, έχοντας ως μοναδικό στόχο να αυτοκτονήσουν. Βρήκα συναρπαστικό το ότι κάποιος μπορεί να πάρει μια τόσο σοκαριστική απόφαση, να ταξιδέψει εκατοντάδες χιλιόμετρα, συναντώντας πολλούς ανθρώπους καθοδόν και έχοντας όλων των ειδών τις εμπειρίες, και παρόλ’ αυτά να μην αλλάξει την απόφασή του. Κάποιοι, βέβαια, αλλάζουν γνώμη αλλά το δάσος είναι τόσο χαώδες που είναι πολύ αργά… σε κρατά μέσα του. Και αποφάσισα να γράψω μια ιστορία για κάποιον που κάνει αυτό το μεγάλο ταξίδι και τελικά αλλάζει γνώμη, επιλέγοντας τη ζωή. Βρίσκεται εγκλωβισμένος σε ένα μέρος που καταλαβαίνει μόνο τον θάνατο».

Το μοναδικό αυτό ταξίδι ήταν ο βασικός πόλος έλξης για τον βραβευμένο με Όσκαρ Μάθιου ΜακΚόναχι, που αναζητούσε μια τέτοια ακριβώς ενδοσκοπική ιστορία την εποχή που διάβασε το σενάριο. «Τα τελευταία χρόνια, επιλέγω ρόλους που με τρομάζουν… και ο συγκεκριμένος σίγουρα με τρόμαζε! Έμαθα για το πρότζεκτ ακριβώς μετά τη λήξη των γυρισμάτων του “Interstellar” στις αρχές του 2014, πριν καν το Όσκαρ για το “Dallas Buyers Club”. Ήξερα αμέσως ότι ήθελα να πάρω μέρος στο πρότζεκτ, δεν χρειάστηκε καθόλου να το σκεφτώ. Εξάλλου, μου άρεσαν τα πάντα γύρω από αυτό: η ίδια η ιστορία, το γεγονός ότι θα την έκανε ο Γκας Βαν Σαντ, ο χαρακτήρας, η όλη πρόκληση. Βοήθησε επίσης η αντίθεση ανάμεσα στο “Interstellar” που ήταν το μεγάλο ταξίδι στο υπερπέραν και σε αυτό, που είναι ένα μεγάλο ταξίδι στο εσωτερικό του χαρακτήρα. Εκείνη την περίοδο ήμουν συνέχεια στα φώτα της δημοσιότητας λόγω της καμπάνιας για το “Dallas Buyers Club” και χρειαζόμουν ένα μεγάλο, ήσυχο περίπατο, όπως αυτή η ιστορία. Είναι μια ιστορία που σε κάνει να επανεκτιμήσεις τη ζωή σου, με θετικό τρόπο. Όταν φεύγεις από το σινεμά, αναρωτιέσαι: τι έχεις φροντίσει από τότε που ήρθες στον κόσμο; Τι πρέπει ακόμη να φροντίσεις όσο ακόμη είσαι εδώ; Και για τι πρέπει να εξιλεωθείς;».

Τις ίδιες σκέψεις άφησε και στην Ναόμι Ουότς το σενάριο, πείθοντάς την έτσι να δεχθεί τον ρόλο της Τζόαν, της συζύγου του Άρθουρ. «Η ζωή είναι υπέροχη – σύντομη και τόσο πολύτιμη. Πρέπει απλώς να τη ζήσεις. Οι άνθρωποι πιστεύουν σε διάφορα πράγματα και έτσι η ταινία σε καλεί να την ερμηνεύσεις όπως θέλεις. Θέτει όμως τα ερωτήματα και δεν δίνει τόση σημασία σε μία μόνο απάντηση. Όπως και με τον Άρθουρ, σημασία έχει το ταξίδι, αυτό είναι που σε βελτιώνει».

Φυσικά, οι δύο πρωταγωνιστές βασίστηκαν και στην ευαισθησία και το σκηνοθετικό ταλέντο του υποψήφιου για Όσκαρ Γκας Βαν Σαντ για να ζωντανέψει την ιστορία στη μεγάλη οθόνη. «Είναι ένας υπέροχος ‘ηδονοβλεψίας’ ο Γκας», λέει ο ΜακΚόναχι. «Έχει την αυτοπεποίθηση να μην πει τίποτα αν όλα πάνε καλά, αλλά και να σου ζητήσει να κάνεις κάτι ξανά και ξανά μέχρι να το πετύχεις. Η ταινία θα μπορούσε να ήταν πολύ σκοτεινή και δύσκολη. Αλλά ο Γκας έψαξε τρόπους να φέρει αισιοδοξία και ανάλαφρες στιγμές στην αφήγηση, ακόμη και χιούμορ. Απόλαυσα την συνεργασία μαζί του και του είχα απόλυτη εμπιστοσύνη να πει την αλήθεια της ιστορίας».

Παρά το μικρό διάστημα που είχαν διαθέσιμο πριν την έναρξη των γυρισμάτων, ο ΜακΚόναχι και η Ουότς έχτισαν την κρίσιμη σχέση του Άρθουρ και της Τζόαν, ανταλλάσσοντας e-mail ως οι ίδιοι οι χαρακτήρες. «Ρώτησα τον Μάθιου αν θα είχε αντίρρηση να του γράψω ως Τζόαν και εκείνος δέχθηκε αμέσως», λέει η Ουότς. «Γράψαμε πολλά μηνύματα και δημιουργήσαμε την δική μας ιστορία για την σχέση αυτή, ένα παρελθόν που επηρέασε τις ερμηνείες μας. Την αγάπησα πολύ την Τζόαν. Την ένιωσα πολύ κοντά μου. Χρειάζεται να μάθει να συγχωρεί και να αφήσει πίσω της τον θυμό που την βασανίζει, αλλά δεν αφήνεται αρκετά για να το καταφέρει. Τόσα πολλά έχουν μπει ανάμεσά τους, που μόνο κάτι μεγάλο μπορεί να τους βγάλει από τον φαύλο κύκλο της σχέσης τους».

Η ταινία είναι, εξάλλου, μια ιστορία που επίσης αποτυπώνει ρεαλιστικά το τι σημαίνει να είσαι παντρεμένος. «Συχνά, στην τηλεόραση ή το σινεμά», εξηγεί ο σεναριογράφος, «βλέπουμε ακραίες καταστάσεις: βαθιά δυσλειτουργικές κι απαίσιες σχέσεις ή υπερβολικά τέλειες. Εγώ ήθελα να γράψω για το πώς είναι οι περισσότερες πραγματικές σχέσεις. Οι δυο τους αγαπιούνται μεν, αλλά έχουν χάσει τον τρόπο να επικοινωνούν, έχουν χάσει ο ένας τον άλλο. Είναι μια αληθινή σχέση, που δεν είναι άσπρο-μαύρο. Στις μακροχρόνιες σχέσεις, μπορούν να χαθούν πολλά από όσα σας ενώνουν, ή και τα πάντα, αν δεν τα συντηρήσεις».  «Ελπίζω οι θεατές να φύγουν από την ταινία με την ανάγκη να επανεξετάσουν τη ζωή τους και τις σημαντικές τους σχέσεις, ακόμη και με ανθρώπους που δεν ζουν πια», συμπληρώνει ο ΜακΚόναχι. «Να κοιταχτούν στον καθρέφτη και να ακολουθήσουν το ταξίδι του Άρθουρ, που έμαθε για τη ζωή μέσα από μια εμπειρία θανάτου. Είναι μια ταινία που μπορεί να σε εμπνεύσει να αλλάξεις πολλά, και ελπίζω να το κάνει για όσους την δουν».

Σκηνοθεσία Γκας Βαν Σαντ

Σενάριο Κρις Σπάρλινγκ

Παραγωγή Τζιλ Νέτερ

Κεν Κάο

Κέβιν Χάλοραν

Φ. Γκάρι Γκρέι

Μπράιαντ Ντόμπινς

Άλεν Φίσερ

Κρις Σπάρλινγκ

Ηθοποιοί Μάθιου ΜακΚόναχι

Ναόμι Ουότς

Κεν Ουατανάμπε

Κέιτι Άσελτον

Τζόρνταν Γκαβάρις

Φωτογραφία Κάσπερ Τάξεν

Μοντάζ Πιέτρο Σκάλια

Καλλιτεχνική διεύθυνση Έρικ Πολσουάρτερ

Μουσική Μέισον Μπέιτς

Διάρκεια 110’

Διανομή Odeon

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ