Υπάρχουν συγγραφείς όπως ο Ναμπόκοφ που μίσησαν το μυθιστόρημα αλλά ωφελήθηκαν από αυτό, άλλοι όπως ο Φλομπέρ που το έκαναν όχημα της ματαιοδοξίας τους, κάποιοι όπως ο Μπόρχες που το αγνόησαν αλλά είχαν τουλάχιστον την εντιμότητα να μην του δώσουν πισώπλατα χτυπήματα, υπάρχουν όμως και συγγραφείς όπως ο Μίλαν Κούντερα που όχι μόνο υπηρέτησαν το είδος αλλά ανέδειξαν την τέχνη του και την σημασία του στην Ιστορία της Λογοτεχνίας. Σε όλα του τα δοκίμια, την Τέχνη του Μυθιστορήματος ή τις Προδομένες διαθήκες, ο Κούντερα μιλά συνεχώς για το μυθιστόρημα εντοπίζοντας συνάφειες με τη μουσική και τη φιλοσοφία. Για τον Κούντερα το μυθιστόρημα είναι η κυρίαρχη τέχνη στη νεωτερικότητα. Στα επτά μέρη του Πέπλου, ενός ακόμα δοκιμίου με σημείο αναφοράς τη μυθιιστορηματική τέχνη, ο Τσέχος, έχοντας ζήσει τα πρώτα χρόνια της νέας χιλιετίας, δίνει μια ολοκληρωμένη εικόνα για τη μεγάλη αφήγηση που θα την ζήλευε και ο πιο εμπνευσμένος ακαδημαϊκός.
Υπάρχει συνέχεια στο μυθιστόρημα επισημαίνει ορθά ο Κούντερα, υπάρχει παράδοση, υπάρχει θητεία των μυθιστοριογράφων στο ασήμαντο, αλλά καμιά διάθεση για επανάληψη. Οι αντίρροπες δυνάμεις που απειλούν το μυθιστόρημα είναι ο επαρχιωτισμός των μικρών και μεγάλων λογοτεχνικών κοινωνιών. Ωστόσο κάποια πράγματα μόνο το μυθιστόρημα μπορεί να πει, καθώς είναι αυτό που δημιούργησε τη λογοτεχνία που σκέφτεται. Κι ας επιτίθεται ο σουρεαλισμός και τα άλλα μοντέρνα κινήματα εναντίον του χαρακτηρίζοντάς το τέχνη αντιποιητική. Απλά το μυθιστόρημα είναι μια άλλη ήπειρος. Αλλά για να το καταλάβει κανείς αυτό πρέπει να κατανοήσει σε βάθος τη διαφορά του ποιητή από τον μυθιστοριογράφο. Πρέπει επίσης να καταλάβει ότι μυθιστόρημα είναι η κατάληξη μιας μακράς εργασίας πάνω σ’ ένα αισθητικό σχέδιο, κι όχι ένα συνονθύλευμα από προθέσεις, σχεδιάσματα και ημερολόγια.
Το μυθιστόρημα περνά μέσα από το έπος, μέσα από το χιούμορ και την παρωδία, μέσα από την τραγωδία αλλά και μέσα από την κόλαση της Ιστορίας, μας λέει ο Κούντερα. Ο Θερβάντες έσκισε τον Πέπλο που είχαν δημιουργήσει επί χιλιετίες τα στερεότυπα της ερμηνείας του κόσμου. Ο δημιουργός του Δον Κιχώτη έθεσε τρία ερωτήματα σχετικά με την ταυτότητα του ατόμου, την αλήθεια και τον έρωτα. Καλύτερα θα λέγαμε ότι τα έθεσε εκ νέου με συγκλονιστικό τρόπο. Κάπως έτσι ξεκινά και η πορεία του μυθιστορήματος που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Και σε αυτή την πορεία όλα δικαιολογούνται, ακόμα και ένας «Οδυσσέας» που αποκομμένος από την παράδοση θα φάνταζε το καπρίτσιο ενός τρελού.
«Δεν μένουν πολλά από τα έργα τέχνης, αν αποσπαστούν από την ιστορία της τέχνης τους… Αυτό ήταν και το μεγάλο θαύμα της Ευρώπης: Όχι η τέχνη της αλλά η τέχνη που έγινε ιστορία», καταλήγει ο Κούντερα. Και θέλοντας να δικαιολογήσει την όποια πολυλογία των μυθιστοριογράφων συμπληρώνει: «Γιατί η ιστορία της τέχνης είναι φθαρτή. Αιώνια είναι μόνο η φλυαρία της τέχνης».