Τοποθετημένες ανάμεσα στα εξαιρετικής ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας εκθέματα από τις Συλλογές του Μουσείου Φιλελληνισμού με αντικείμενο τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου, οι τρισδιάστατες υβριδικές συνθέσεις του Μηνά Μαυρικάκη αιχμαλωτίζουν το βλέμμα του θεατή, ακροβατώντας ανάμεσα στην ενδελεχή ακαδημαϊκή αποτύπωση και την επινοητικά προσωπική ερμηνεία του αρχετυπικού μουσειακού έργου.
Δώδεκα πρωτότυπες γλυπτικές σύνθετες προσεγγίσεις, με τίτλους εύγλωττους που αναβλύζουν από την ποίηση και από τα ίδια τα σπλάχνα της Επανάστασης, προβάλουν με τρόπο έξεργο τους γενναίους πρωταγωνιστές και τα ηρωικά συμβάντα της, με αποκορύφωμα τις σκηνές από τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου που, λαμβάνοντας χώρα στις 20 Οκτωβρίου του 1827, έκρινε καταλυτικά την έκβαση του Αγώνα.
Συνομιλώντας με μοναδικά ελληνικά και φιλελληνικά έργα και επιλέγοντας οικεία εικονοποιητικά πρότυπα («Lord Byron» του Thomas Phillips, «O Λόρδος Βύρωνας ορκίζεται στον τάφο του Μάρκου Μπότσαρη» του Ludovico Liparini, «Ο Έλληνας Πολεμιστής» του Θεόδωρου Βρυζάκη, «O Παναγιώτης Κεφαλάς ελευθερώνει την Τριπολιτσά», «Η Άλωση της Ακροκορίνθου» και «Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης ελευθερώνει την Καλαμάτα» του Peter van Hess, καθώς και το εμβληματικό για την έναρξη και τη δυναμική της Επανάστασης έργο «Ο Νικολάκης Μητρόπουλος υψώνει τη σημαία με τον Σταυρό το Πάσχα στα Σάλωνα» του Lοuis Dupré), αλλά αντλώντας επίσης αναπαραστάσεις και εικόνες προερχόμενες από τεκμήρια και συλλεκτικά αντικείμενα (φιλελληνικό Ρολόι, σταμπωτό μαντήλι με τον Μάρκο Μπότσαρη κ.ά.), το εικαστικό αφήγημα του Μηνά Μαυρικάκη, ακολουθώντας τα ιστορικά γεγονότα, ξεδιπλώνεται σταδιακά σε όλους τους ορόφους του Μουσείου, για να καταλήξει στις τρείς κεντρικές συνθέσεις της έκθεσης που αποτελούν το κυρίως ενθύμημα της Ναυμαχίας του Ναυαρίνου: «Οι ναύαρχοι Edward Codrington και Henri de Rigny κοινοποιούν την Συνθήκη του Λονδίνου στον Ιμπραήμ», «Ο ναύαρχος Login Petrowitsch Heiden διαβάζει επιστολή του Κολοκοτρώνη και οι τρεις ναύαρχοι εκνευρισμένοι από τον εμπαιγμό της Αιγύπτου, αποφασίζουν να εισέλθουν στον κόλπο του Ναυαρίνου» και «Ο ναύαρχος Edward Codrington στο παλάτι του Μεχμέτ Αλή διαπραγματεύεται την αποχώρηση από την Πελοπόννησο του Ιμπραήμ μετά την ήττα του στο Ναυαρίνο», είναι οι τρεις συνθέσεις που κορυφώνουν την επετειακή συνομιλία.
Χρησιμοποιώντας διαφορετικά τεχνικά μέσα και δουλεύοντας με εφήμερα, ανακυκλώσιμα, ευτελή σχεδόν υλικά (ανδρείκελα ζωγραφικής, ξύλο, παλιά ρούχα, ύφασμα, κορδέλες, κουμπιά, χαρτόνι, κόλλα και μικτή τεχνική), ο Μηνάς Μαυρικάκης επινοεί το νέο πολύτιμο, προσεγγίζοντας με τρόπο βραχύ, ευρηματικό και αφοπλιστικό το διαχρονικό ελληνικό κλέος: το σωτήριο συστατικό ενός έθνους που έχοντας κερδίσει αβέβαιες νίκες, δοκιμάστηκε εξίσου από την ακλεή διχόνοια στον δρόμο προς την Ελευθερία. Τα έργα του, υποστηριζόμενα από τολμηρό χρώμα, διατρεχόμενα από κίνηση και πνοή, αιχμαλωτίζουν κυριολεκτικά τη στιγμή. Τη στιγμή που είναι πλέον πολύ αργά για να κάνει ο ήρωας πίσω κι έτσι ορμά στη ζωή ή στον θάνατο. Εύστοχοι ιδιαίτερα και οι τίτλοι των έργων που επέλεξε ο ίδιος ο δημιουργός, εικονοποιώντας τον ποιητικό λόγο και συνδέοντάς τους με τα απεικονιζόμενα ιστορικά επεισόδια, επιτείνουν και σημειολογικά την οπτική και απτική κορύφωση. Την κορύφωση της θυσίας: «Έδωσα στην Ελλάδα τον καιρό μου, την υγεία μου, την περιουσία μου και τώρα της δίνω τη ζωή μου» (Λόρδος Βύρωνας). Την κορύφωση του όρκου και του ξεσηκωμού: «Να κάμωμεν τον όρκο επάνω στο σταυρό» / «‘Ώς πότε παλικάρια θα ζούμε στα στενά;» / «Κάλλιο’ ναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή» (Ρήγας Φεραίος Βελεστινλής). Την κορύφωση της αποφασιστικότητας: «Μέριασε, βράχε, να διαβώ» (Αριστοτέλης Βαλαωρίτης). Την κορύφωση της πίστης: «Κι αν πάρει βόλι το κορμί, πάλι η ψυχή απομένει» (Ιούλιος Τυπάλδος). Την κορύφωση της Ανάστασης μέσα στην κυριολεκτική και τη μεταφορική της άνοιξη: «Aνάστα τώρα με την άνοιξη, λαέ μου» (Στέλιος Σπεράντζας). Τέλος, την κορύφωση της μάχης: «Εμπρός! Ολόρθοι ατρόμαχτοι» με τη Νίκη ακριβό, μονοδρομικό τρόπαιο: «Είδα τη Νίκη τη μεγάλη, τη Νίκη την παντοτινή» (Κωστής Παλαμάς).
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
«Πάντα φανταζόμουν και φαντάζομαι τις σκηνές και τις μάχες πολέμου σαν γεγονός τρισδιάστατο και με τον τρόπο αυτό επιχειρώ και να το αποδώσω», εξηγεί ο Μηνάς Μαυρικάκης, τονίζοντας ότι εξαρχής ο εγκλεισμός εξαιτίας της πανδημίας, υπήρξε για εκείνον περίοδος σιωπής και δημιουργίας. «Παράλληλα, το ενδιαφέρον μου για τις στολές που είναι προφανές και εδώ, είναι πάρα πολύ παλιό, ενώ αργότερα επεκτάθηκε και στους φιλελληνικούς πίνακες. Και σε συνάρτηση με εκείνους, επικεντρώθηκα στη σκέψη για το αν θα μπορούσαν με κάποιον τρόπο να πάρουν ζωή. Ερευνώντας τα τελευταία χρόνια τη νεότερη ελληνική ιστορία με πάθος και διαβάζοντας ταυτόχρονα σχετική ποίηση, εστιάζω κάθε φορά σε έναν διαφορετικό ιστορικό πίνακα φιλελληνικού περιεχομένου. Συνομιλώντας μαζί του, υποσυνείδητα επιχειρώ να μπω μέσα του. Να μπω μέσα και πίσω από την προσφερόμενη εικόνα, να της δώσω νέες διαστάσεις και γεωγραφικές συντεταγμένες. Να αφουγκραστώ ένα άγνωστο περιβάλλον, να περπατήσω στο βάθος μιας σκοτεινής ενδοχώρας, να είμαι παρών».
Ανταποκρινόμενος στη σπουδαία πρόσκληση του Μουσείου Φιλελληνισμού, ο Μηνάς Μαυρικάκης σχεδίασε έναν συναρπαστικό διάλογο, τιμώντας τόσο τους πρωταγωνιστές της Ναυμαχίας του Ναυαρίνου, όσο και τους Έλληνες και Φιλέλληνες που στήριξαν τη χώρα μας και διαφύλαξαν τη θεμελιώδη θέση της στην ιστορία του δυτικού πολιτισμού. Έργα του έχουν ήδη παρουσιαστεί κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρονιάς, σε σημαντικές διοργανώσεις με αφορμή τον εορτασμό της Επετείου των 200 ετών από την Έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, αποσπώντας την προσοχή τόσο ως ολοζώντανα επεισόδια της νεότερης ιστορίας όσο και ως πηγαίες και πρωτότυπα αυθεντικές καλλιτεχνικές οντότητες. Μα είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός της υποδοχής τους στο πλέον κατάλληλο «σπίτι» -το νεοσύστατο Μουσείο Φιλελληνισμού- για την πρώτη τους ατομική παρουσίαση ως δυναμικής και εξέχουσας ενότητας.
Ίρις Κρητικού
Ιστορικός Τέχνης – Επιμελήτρια της έκθεσης