Συγγραφέας που αναδείχθηκε κυρίως από τους αναγνώστες, ο Δημήτρης Στεφανάκης απουσίασε μια εξαετία από τις προθήκες των βιβλιοπωλείων. Η δημιουργική σιγή του προκάλεσε ένα κλίμα αναμονής, που από μόνη της δίνει στο νέο του βιβλίο μια επιπλέον ευκαιρία να διαβαστεί και να αγαπηθεί. Πολλώ μάλλον αφού ο ίδιος ο Στεφανάκης θεωρεί ότι με τον «Μινώταυρο», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Μεταίχμιο» ακουμπά ξανά ύστερα από καιρό το μεγάλο κοινό.
Πριν από έξι χρόνια είχε μεταπηδήσει από τις εκδόσεις «Ψυχογιός» στις εκδόσεις «Μεταίχμιο» έχοντας ήδη υπογράψει εκδοτικές επιτυχίες που τον έφεραν στην ελίτ των σύγχρονων Ελλήνων πεζογράφων. Ο Στεφανάκης εξαργύρωσε ως ένα βαθμό την αίγλη του μεταφρασμένου και διεθνώς βραβευμένου συγγραφέα, μολονότι ο ίδιος δεν εγκλωβίστηκε ποτέ σε δοκιμασμένες συνταγές βρίσκοντας, χάνοντας και ξαναβρίσκοντας το κοινό του ανάλογα το βιβλίο.
Μετά την άτυπη τριλογία του κοσμοπολιτισμού – «Μέρες Αλεξάνδρειας», «Φιλμ νουάρ», «Άρια, ο κόσμος από την αρχή» -, που διαβάστηκε πολύ, ο Στεφανάκης δοκίμασε διαφορετικά είδη γραφής και αφήγησης που τον απομάκρυναν από τις λίστες των ευπώλητων βιβλίων. Άλλοτε με σύγχρονη θεματολογία όπως στα μυθιστορήματα «Ο χορός των ψευδαισθήσεων» και οι «Ευτυχισμένες οικογένειες» και άλλοτε με μεταμοντέρνες αφηγήσεις όπως αυτή «Στο καφενείο το Αιόλου», ο Έλληνας συγγραφέας βάδισε πέρα από τα καθιερωμένα κάνοντας πράξη τον τίτλο του δικού του δοκιμίου «Πώς η λογοτεχνία σού αλλάζει τη ζωή».
Η Τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα τον βρίσκει με 12 μυθιστορήματα και ένα δοκίμιο για τη λογοτεχνία αλλά και πλήθος μεταφράσεων από τα αγγλικά, τα γαλλικά και τα αρχαία ελληνικά. Το πιο πρόσφατο μυθιστόρημά του με τίτλο «Μινώταυρος» φαίνεται πως βρήκε αμέσως τον δρόμο του στην καρδιά των αναγνωστών. Απομένει να δούμε αν ο αρχικός ενθουσιασμός θα συνεχιστεί και αν ο Στεφανάκης βρίσκεται στη μεγάλη ώρα του, ώριμος και νηφάλιος όσο ποτέ.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ο «Μινώταυρος» ξεκινά με ένα φονικό στο νότο της Κρήτης του 19ου αιώνα, που υποχρεώνει τον νεαρό Γιαννιό Αστάκη να καταφύγει στο Μεγάλο Κάστρο, το Ηράκλειο της Δύσης και της Ανατολής. Ο έρωτάς του με την πάμπλουτη Μαργώ Μποτέλλη θα αποδειχθεί κάτι περισσότερο από μια απλή περιπέτεια. Ζούμε το τέλος της Τουρκοκρατίας που θα οδηγήσει στη σφαγή του 1898. Έκτοτε θα κυλήσει μισός αιώνας ζωής και οι πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος θα βρεθούν αντιμέτωποι στις προκλήσεις που θέτει η Ιστορία στον απλό άνθρωπο είτε αυτός κατοικεί στο Παρίσι και το Βερολίνο του μεσοπολέμου είτε στην Κρήτη της Γερμανικής Κατοχής.
Απόσπασμα από το βιβλίο:
«Κυλάει παράξενα ο χρόνος, σκεφτόταν ο Γιαννιός εκείνο το πρωινό της Τετάρτης του 1943. Από την ώρα που ξυπνάς νομίζεις πως μια αόρατη παλάμη ακουμπά στην πλάτη σου και σε σπρώχνει άλλοτε απαλά και άλλοτε απότομα προς τα μπρος κι εσύ δεν έχεις άλλο εφόδιο από τη μνήμη για να κοιτάξεις τι απέμεινε από την περασμένη μέρα, από τα περασμένα χρόνια. Και έρχεται η ώρα που ο άνθρωπος βουλιάζει αργά στην κινούμενη άμμο του γήρατος και αρχίζει πια να μην αντιστέκεται στον χρόνο που του απομένει, και τότε γυρίζει όλο και συχνότερα προς τα πίσω, σαν να ξαναζεί τη ζωή του από την αρχή, διορθώνοντας όσα τυχόν δεν ήθελε να γίνουν όπως έγιναν».
Το άρθρο το γράφει ο Στέφανος Λεμονίδης