Μισέλ Φάις: Η γραφή είναι ένας τρόπος να δέχεσαι και να αντέχεις την εξουθενωτική πραγματικότητα των πραγμάτων

Ο Μισέλ Φάις απαντά στις ερωτήσεις του CultureNow με αφορμή το νέο του βιβλίο με τίτλο “Εξουθένωση” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.

Η «Εξουθένωση» συναποτελείται από εβδομήντα ένα κείμενα που ο συγγραφέας χαρακτηρίζει στον υπότιτλο ως «ντοκιμαντέρ ονείρων». Πράγματι, δύσκολα θα μπορούσε να τα κατατάξει κάποιος: είναι διηγήματα, μονόπρακτα, σενάρια κινηματογραφικής ταινίας; Όπου και αν καταλήξει ο αναγνώστης, το σίγουρο είναι ότι διαβάζοντάς τα θα περιηγηθεί σε μια ονειρική, ίσως εφιαλτική, συνθήκη, που αποτυπώνει με μια μεταμοντέρνα ευαισθησία τη σύγχρονη κατακερματισμένη, και συχνά παράλογη, πραγματικότητα. Ο συγγραφέας, Μισέλ Φάις μιλά για την εξουθένωση ως αποτέλεσμα της σύγχρονης, κατακερματισμένης καθημερινότητας, αλλά και για το χιούμορ και την ίδια την πράξη της γραφής που μπορούν να συμβάλουν στην στωική αντιμετώπισή της.

***

– Στα διηγήματα που συναπαρτίζουν την “Εξουθένωση” είναι έντονη η αίσθηση του κατακερματισμού: ιστορίες-στιγμιότυπα, αυτοτελείς και εσωτερικά αυτάρκεις, που λαμβάνουν χώρα σε διάφορα μέρη στον κόσμο ή και στο φαντασιακό. Τι αντικατοπτρίζει για εσάς αυτή η αποσπασματικότητα;

Το παρόν και, φευ, το μέλλον. H καθημερινότητά μας (ατομική και συλλογική) εδώ και πολλές δεκαετίες είναι πλέον κομμάτια και θρύψαλα. Ίσως γι’ αυτό ο κόσμος έχει ανάγκη από μεγάλες αφηγήσεις που τον παρηγορούν ή τον ναρκώνουν από την απουσία μικρών ή μεγάλων ουτοπιών. Δηλαδή, από έργα που προσπαθούν να μακιγιάρουν τα κενά και τις ασυνέχειες σε πυκνό, αδιαίρετο χρόνο και χώρο. Προσωπικά, βρίσκομαι υπαρξιακά και αισθητικά στον αντίποδα αυτής της τάσης. Αντικρύζω τα σύγχρονα ερείπια (πραγματικά και φαντασιωτικά) κατάματα. Αυτό ακριβώς που προσπαθούν να κάνουν και οι “εξουθενωμένοι” ήρωες στην παρούσα συλλογή. Και μαζί τους αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι πλέον να συμφιλιωθείς με την κονιορτιοποίησή σου. Αυτό που στο γλωσσάρι  της καθημερινότητας ονομάζεται επιβίωση, αντοχή υλικών, επίγνωση αδιεξόδων και τα ρέστα.

– Τα περισσότερα διηγήματά σας ξεκινούν με σκηνικές οδηγίες. Δεδομένου ότι έχετε γράψει για το θέατρο και για τον κινηματογράφο, πιστεύετε ότι τα διηγήματα αυτά θα μπορούσαν να μεταφερθούν στη σκηνή ή στην οθόνη;

Αυτά τα “ντοκιμαντέρ ονείρων” (αφού χαρακτηρίζονται από την ακρίβεια απτών συμβάντων και τη ρευστότητα ενύπνιων) μετεωρίζονται ανάμεσα στο θεατρικό και κινηματογραφικό χώρο και χρόνο.  Υποκρύπτουν, επιπλέον, τις εμμονές μου και από τις δύο εμπειρίες: Ευριπίδης, Τσέχωφ, Μπέκετ, Πίντερ, Φόσσε (θέατρο), Μπέργκμαν, Αντονιόνι, Μπρεσόν, Κασσαβέτης (σινεμά).

– Παρά τη γενικότερη αίσθηση εγκλωβισμού που αποπνέουν τα κείμενα της συλλογής σας, διακρίνονται υποδόρια το χιούμορ και η φιλοπαίγμων διάθεση. Αυτή η αίσθηση από πού πηγάζει όταν το σκηνικό που περιγράφετε είναι τόσο ζοφερό;

Από την ανάγκη του συγγραφέα να αναπνεύσει, να μην βουλιάξει στο έρεβος και στον πανικό και μαζί του κι ο αφηγητής, οι ήρωες και, κατ’ επέκταση, ο αναγνώστης. Σε καιρούς τόσο ακραίους και εκτροχιασμένους επιβάλλεται να δίνουμε πολλές ευκαιρίες στην πίστη, στην αγάπη και στην ελπίδα. Και οι κλιμακώσεις του αστείου είναι ένα από αυτά τα κάτοπτρα ώστε να μεταδώσουμε χαραμάδες φωτός. Είμαστε αναγκασμένοι να μην πάρουμε τόσο στα σοβαρά αυτή την απόγνωση που μας αποκλείει από την τρυφερότητα της ζωής. Έστω να την θεωρήσουμε κάτι σαν προσωρινό εφιάλτη (εξού και η συλλογή έχει ως υπότιτλο “ντοκιμαντέρ ονείρων”). Ίσως γι’ αυτό έχουμε την ανάγκη να μιλήσουμε με ημιτόνια και αποχρώσεις ακόμη και για ό,τι μας απομονώνει, μας ρημάζει, μας αφανίζει.

– Έχουν χώρο η γραμμικότητα στην αφήγηση και ο παντογνώστης αφηγητής σε μια λογοτεχνία που αναφέρεται στον σύγχρονο κόσμο και αφορά τον σύγχρονο αναγνώστη;

Όλα έχουν τον χώρο τους και την στιγμή τους. Ωστόσο, εδώ και δεκαετίες, το σύγχρονο υποκείμενο βιώνει σχεδόν έναν ανηλεή κατακερματισμό. Πανταχόθεν. Στον χρόνο του εαυτού, της εργασίας, της συμβίωσης, κτλ. Όσο για τον παντεπόπτη αφηγητή θυμίζει πλέον (εκτός από θεωρητικό σχήμα) θρυμματισμένο βάζο κολλημένο ξανά και ξανά με διαφορετική κάθε φορά και αβέβαιης ανθεκτικότητας κόλλα. 

– Η εξουθένωση ως συναισθηματική και διανοητική κατάσταση είναι δυνατόν ή και σκόπιμο να ιαθεί;

Να “ιαθεί” είναι μεγάλη λέξη. Να περιοριστεί η εξάπλωση και η διάχυση, ναι. Κοντολογίς, να δεχτείς με χιούμορ και στωικότητα το εκ+ουθέν-ουδέν (εξουθενίζω). Ίσως γι’ αυτό η γραφή είναι ένας τρόπος να δέχεσαι και να αντέχεις την εξουθενωτική πραγματικότητα των πραγμάτων μέσα από την μεταμορφωτική πραγματικότητα των λέξεων.

Πληροφορίες έκδοσης: Εξουθένωση, Εκδόσεις Πατάκη, Σελίδες: 288, ISBN: 9786180702231

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ