Μιχάλης Μανουσάκης: Για εμένα τα παιχνίδια και τα υλικά της ζωγραφικής δεν διαφέρουν

Ο Μιχάλης Μανουσάκης μιλάει στο CultureNow με αφορμή την έκθεσή του «Ο τόπος του κάποτε – Ήρωες στα σκουπίδια», που παρουσιάζεται στη Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων, για το πώς τα Χανιά, η πόλη των παιδικών του αναμνήσεων, είναι και ο τόπος που θα θα ήθελε μελλοντικά να δει την ιδιαίτερη συλλογή του να μεταμορφώνεται σε «διαδραστικό σχολείο».

Μολυβένια στρατιωτάκια και πορσελάνινες κούκλες, παλιά αναγνωστικά και προπολεμικές εκδόσεις των μυθιστορημάτων του Ιουλίου Βερν, φωτογραφίες και βινύλια. Αποτυπώματα της παιδικής ηλικίας άλλων εποχών, μακριά από τις οθόνες και την ψηφιακή πραγματικότητα αποτελούν την πρώτη ύλη της νέας έκθεσης του Μιχάλη Μανουσάκη«Ο τόπος του κάποτε – Ήρωες στα σκουπίδια», η οποία πραγματοποιείται στη Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων.

Περισσότερα από 150 παιχνίδια της προσωπικής συλλογής του ομότιμου καθηγητή της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών που καλύπτουν ένα χρονικό εύρος από το 1821 έως το 1960 έχουν αντικαταστήσει τη ζωγραφική πράξη στη νέα αυτή έκθεση. Πρόκειται για παιχνίδια ιδιαιτέρως σπάνια, τα οποία ο Μιχάλης Μανουσάκης συγκεντρώνει τα τελευταία 25 χρόνια, με προέλευση από διαφορετικές γωνιές του πλανήτη και σε πολύ μεγάλο ποσοστό παρουσιάζονται για πρώτη φορά στο κοινό.

***

-Πότε ξεκινήσατε να συλλέγετε παιχνίδια;

Ίσως το πάθος του συλλέγειν να προέρχεται από πολύ βαθιά στον χρόνο, στον χρόνο της παιδικής ηλικίας. Θυμάμαι όταν ήμουν παιδί, κάτω στο λιμάνι, κοντά στο σιντριβάνι, υπήρχε μια βιβλιοδέτης, η κυρία Μαρία. Πάντα ιδιόρρυθμη στα παιδικά μου μάτια. Κάθε μεσημέρι μετά το γεύμα της στο βιβλιοδετείο έφευγε βόλτα στις παραλίες των Χανιών, Κουμ-Καπί ή νέα Χώρα, όπου τα σκουπίδια και τα ξεβράσματα της θάλασσας έκαναν γιορτή πάνω στις λευκές χοχλάκες και στην άμμο. Η κυρία Μαρία μάζευε ό,τι μικρό της προκαλούσε την περιέργεια και με πολύ καμάρι μας τα έδειχνε όταν μαζευόμασταν στο μαγαζί της. Σπαράγματα από ξύλα, πέτρες, ακόμα και σίδερα σκουριασμένα που όμως στα μάτια μας φάνταζαν σαν εικόνες που έμοιαζαν με κάτι. Ανθρώπινες φιγούρες, ζώα, λουλούδια, πρόσωπα grotesque ή και τίποτα που να θυμίζει κάτι από τη φύση, αρκούσε απλά να ήταν ωραία. Όλα αυτά τα τοποθετούσε σε ένα μεγάλο ράφι με πολλή τρυφεράδα.  Ευτυχισμένη για τις ανακαλύψεις της μας ιστορούσε παραμύθια και φανταζόμασταν κόσμους μαγικούς ονειρεμένους στο γκρίζο τοπίο του λιμανιού. Συλλογή λοιπόν πραγμάτων μικρών, ασήμαντων ίσως για κάποιους, αλλά στο παιδικό μου μυαλό έμειναν εικόνες ανεξίτηλες για ένα αθέατο, κρυμμένο κόσμο. Αυτή η ιστορία ίσως ήταν η αρχή. Όταν γεννιέται ο γιός μου το πάθος του συλλέγειν εμφανίσθηκε θριαμβευτικά. Από τότε άρχισα να συλλέγω παιχνίδια προσπαθώντας να επαναπροσδιορίσω την παιδική ηλικία. Σαν παιδί δεν είχα κανένα από αυτά τα ανεκτίμητα, μαγικά αντικείμενα, τα παιχνίδια.

-Τι σας γοητεύει σε αυτά τα “απομεινάρια” της παρελθοντικής εποχής και ηλικίας; 

 Κάθε παιχνίδι που παίχτηκε είναι τεκμήριο παιδικού ονείρου. Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα το παιδί μοιράζεται τις χαρές του με τους σιωπηλούς του φίλους και φτιάχνει διαλόγους, ξεχασμένους στις μνήμες του μεγαλώνοντας. Ωστόσο, κατανοεί αυτή τη διαδικασία παρακολουθώντας τις σκηνές των παιδιών που παίζουν.

Τα αντικείμενα-παιχνίδια είναι μικρά έργα τέχνης, φορές μοναδικά λόγω της φθοράς τους μέσα από τον χρόνο. Αντικείμενα όπου ανώνυμοι καλλιτέχνες δημιούργησαν μικρά έργα τέχνης ευφάνταστα, έξυπνα και πολλές φορές απρόσμενα μέσα από τη δράση τους.  Τα παιχνίδια είναι οι μνήμες μας, είναι σαν τη μάνα μας που δεν θα την ξεχάσουμε ποτέ. 

-Πώς σχολιάζετε τη ρήση του Γάλλου φιλοσόφου Ρολάν Μπαρτ: «Η μόνη μας πατρίδα είναι η παιδική μας ηλικία»;

Ναι, ο Ρολάν Μπαρτ αναφέρεται στον τόπο της παιδικής ηλικίας που θυμάσαι και θυμάσαι καλά, αβίαστα, ίσως αθώα. Θέλω να πιστεύω ότι αυτή η «πατρίδα» σε καθορίζει. Συνήθως όταν ξεκινώ τις ξεναγήσεις μου στην έκθεση καλωσορίζω τους επισκέπτες μου στην πατρίδα των παιδιών που είναι το παιχνίδι. Γιατί σε αυτόν θα κατοικούν όσο θυμούνται. Η παιδική ηλικία άλλωστε δεν μετριέται με τα χρόνια. Το παιχνίδι αντικείμενο είναι ο μικρόκοσμος, που μοιάζει μεγάλος, σαν γίνεται σύμπαν έτοιμο να κατοικήσουν όλα τα όνειρα, όλες οι ελπίδες του παιδιού, του ανθρώπου, κήπος ατέρμονος, προσπελάσιμος για διαδρομές χωρίς στόχο με εικόνες μιας άλλης διάστασης. Το παιχνίδι της παιδικής πατρίδας σε αναστατώνει, σε κάνει να επαναπροσδιορίζεις τον χρόνο, που πιστεύεις πως φώλιασε στο μυαλό σου, σαν εικόνα αιώνια αμετακίνητη. Και είναι έτσι, αρκεί να τροφοδοτείς κάθε φορά αυτές τις μνήμες και να τις επαναφέρεις χωρίς θλίψη σαν τον αέρα που ανασαίνεις.


-Η έκθεση «Ο τόπος του κάποτε – Ήρωες στα σκουπίδια» αποτελείται από τρεις ενότητες, ισάριθμες με τα επίπεδα της Δημοτικής Πινακοθήκης Χανίων. Θα θέλατε να μας εισάγετε στο σκεπτικό της καθεμίας;

 Στην είσοδο της Πινακοθήκης υπάρχει το φωτογραφικό πορτρέτο της Μαρίας Παπαδάκη (Λουλού), 11 ετών το 1900, από τον Περικλή Διαμαντόπουλο, που είχε το φωτογραφείο του λίγο πιο κάτω από την Πινακοθήκη. Είναι σαν να μας χαιρετά περνώντας απέξω μετά τη φωτογράφισή της. Ο επισκέπτης στον ισόγειο χώρο θα παρακολουθήσει τον πλούτο των παιχνιδιών από το 1880 έως το 1960. Τόπος υπερβατός, όχι και τόσο οικείος στην αρχή, λόγω χρονικής απόστασης. Στην πορεία όμως αναπτύσσεται μια ζεστασιά ανθρώπινη και ιδίως στα παιδιά, που με ξαφνιάζει. Διαπιστώνω ότι τα παιχνίδια τελικά δεν ανήκουν μόνο στο παρελθόν, όταν και σήμερα ακόμα εκπέμπουν μυστικά σήματα επανασύνδεσης με τους νεότερους θεατές τους. Το παιχνίδι σημείο αναφοράς της ζωής κάθε ανθρώπου έρχεται να επιβεβαιώσει όχι απαραίτητα χαμένους παραδείσους, αλλά να θυμίσει την άλλη ομορφιά της ζωής, αυτή της ανώδυνης αθωότητας.

Στον πρώτο όροφο, η φωτογραφία έχει την τιμητική της. Τα ντοκουμέντα των παιδιών κυρίως, μέσα από τον φακό των σημαντικότερων ελλήνων φωτογράφων του 19ου –αρχές 20ου αι. καταγράφουν την ιστορία των ανθρώπων. Μωραΐτης, Βάθης, Ρωμαΐδης, Μπαχάς, Γεωργαλάς, Nelly’s και πολλών άλλων, όπως και ξένων που πέρασαν από τον τόπο μας Boissona, Boehzinger, Merlin. Τα ντοκουμέντα τους αποδεικνύουν το μεγαλείο των ανθρώπων που έζησαν δύσκολα χρόνια εδώ, μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας, ταπεινά στη φτώχεια, έχοντας την ελπίδα στα μάτια τους και τη λαχτάρα για ζωή, αλλά και όσων έζησαν με ευμάρεια και κατάφεραν να ορθώσουν ανάστημα με περηφάνια.

Στον δεύτερο όροφο είναι «Οι ήρωες στα σκουπίδια», όπου η Σαβίνα Γιαννάτου μας συντροφεύει με τον θρήνο της για την Αγιά Σοφιά και μας υπενθυμίζει τα ηρωικά χρόνια της παιδικής ηλικίας στις γιορτές και στις παρελάσεις τότε τις δεκαετίας ’50, ’60 για την 25η Μαρτίου. Ο αγαπητός φίλος Αριστοτέλης Ράλλης, μου έφτιαξε για αυτή τη γιορτή το πλοίο «Άρης», το μόνο πλοίο που σώθηκε από την επανάσταση του ’21, που οι Έλληνες το πυρπόλησαν για τον εορτασμό των 100 χρόνων το 1921 μη μπορώντας το ελληνικό κράτος να το συντηρήσει. Στη συνέχεια οι παιδικές μνήμες με τους εκκωφαντικούς ήχους των παρελάσεων και τα ενθυμήματα της εποχής, κορυφώνουν τη γιορτή των παιδιών με ερωτήματα που τίθενται σε κάθε κομμάτι αυτού του ορόφου. Τί είναι αλήθεια και τί ψέμα για αυτή την ηρωική αναγέννηση του τόπου μας;

-Πώς συνδέεται ο λόρδος Βύρωνας και η ποίησή του με τον παιδικό κόσμο που δομείτε;

Ο φιλελληνισμός σαν όρος εμφανίζεται στην Ελλάδα λίγο πριν την επανάσταση του ’21. Μέσα από τα κείμενα του ιστορικού Κυριάκου Σιμόπουλου μαθαίνουμε κάποιες πικρές αλήθειες που στα σχολικά χρόνια σώπαιναν ή αγνοούσαν οι δάσκαλοι, ότι δηλαδή οι Άγγλοι αποφάσισαν να ηγηθούν της επανάστασης των Ελλήνων για προσωπικά τους συμφέροντα. Ο λόρδος Βύρωνας σταλμένος από την πατρίδα του να βοηθήσει δήθεν τους Έλληνες, μη έχοντας καμία εκτίμηση για αυτούς, εμφανίζεται σαν λυτρωτής υπερφίαλος. Αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, φανατικός λάτρης των Τούρκων, όπως του Αλή Πασά και του γιού του Βελή Πασά. Δανείζει χρήματα για την επανάσταση, τα χρήματα επιστρέφονται με τόκους μέσω του Μαυροκορδάτου -αν έφτασαν στα χέρια των κληρονόμων του μετά τον θάνατό του- μέχρι τελευταίας δεκάρας. Ο λόρδος Βύρωνας στα σχολικά χρόνια μπερδευόταν με τους άλλους ήρωες και εμείς παιδιά γοητευμένοι από την προστασία των ξένων δυνάμεων στον αγώνα των προγόνων μας, υποκλινόμασταν σε αυτούς. Τα χρόνια όμως πέρασαν, η ιστορία δεν μπορεί να αλλάξει, μπορούμε όμως να την εξερευνούμε και να μαθαίνουμε από τους έχοντες γνώση βαθειά. 

-Τι εξετάζετε σε ένα παιχνίδι προτού προστεθεί στη συλλογή σας;

Συνήθως η ματιά μου πέφτει στα παιχνίδια που χρονολογούνται πριν τη δεκαετία του ’60. Σταματώ μέχρι αυτή τη χρονολογία για να μην γίνει χαοτική η συλλογή. Από την παιδική μου ηλικία και πριν ο χρόνος αποκτά άλλη διάσταση στη ματιά μου και έτσι έχει άλλη πολυτιμότητα για τους στόχους μου. Αυτό που με συγκινεί περισσότερο είναι όταν τα παιχνίδια έχουν παιχτεί και έχουν κρατήσει την αρτιότητά τους με τα δαχτυλικά τους αποτυπώματα πάνω τους. Με ενδιαφέρουν όμως και τα σπαράγματα των παιχνιδιών γιατί και αυτά μου στέλνουν μηνύματα αγάπης από τους προκατόχους τους. 

-Η έκθεσή σας δεν ακολουθεί μια “μουσειακή” λογική, μιας και έχετε επιλέξει να εντάξετε τα παιχνίδια σε ευρύτερες εγκαταστάσεις, καθεμία εκ των οποίων διηγείται και μια διαφορετική ιστορία. Με ποιο σκεπτικό το κάνατε αυτό;

Οι εκθέσεις που έχω πραγματοποιήσει μέχρι τώρα σαφώς έχουν χρονική πορεία. Ο θεατής μπορεί να παρακολουθήσει τα εκθέματα σαν να διαβάζει μια ιστορία, όπως ακριβώς κάνω και με τις ζωγραφιές μου.  Αφηγητής ιστοριών είμαι, μόνο που κάθε φορά η αφήγηση θέλει διαφορετικό τρόπο γραφής. Για εμένα τα παιχνίδια και τα υλικά της ζωγραφικής δεν διαφέρουν. Σίγουρα δεν με απασχολεί η εγκυκλοπαιδική αφήγηση των παιχνιδιών, ανεξάρτητα αν φορές χρησιμοποιώ χρονολογίες ή εθνικότητα ή τους κατασκευαστές των παιχνιδιών. Αυτό για να μπορεί ο θεατής να διαβάζει την εξέλιξη του χρόνου με κάποιες αναφορές στην ιστορία, τόσο όσο η αφήγησή μου να είναι ενταγμένη σε ένα χρονικό πλαίσιο. Η κάθε σύνθεση με τα παιχνίδια μπορεί να δημιουργηθεί και ανεξάρτητα από τον χρόνο που τα συνδέει. 

-Θα θέλατε να εστιάσετε σε μία από τις εγκαταστάσεις της έκθεσης και να μας αποκαλύψετε την αφήγησή της; 

Στον πρώτο όροφο με τις φωτογραφίες έχω μια σύνθεση που αποτελείται από μία βιτρίνα και ένα πορτρέτο στον τοίχο. Στη βιτρίνα έχω μια σύναξη μουσικών του 1940, μπροστά στον Γκέρινγκ έχοντας στο μπράτσο τους τον αγκυλωτό σταυρό και φορώντας ώχρινη στολή. Αριστερά δεξιά δύο έφιπποι στρατιώτες με χιτλερική σημαία. Αριστερά στη βιτρίνα υπάρχουν τρία παράσημα όπου ο Χίτλερ έδινε στις καθαρόαιμες γερμανίδες μητέρες. Χρυσό για αυτές που θα γένναγαν 8 παιδιά, ασημένιο για 6 παιδιά και χάλκινο για 4. Στο πορτρέτο ένα γερμανόπουλο τον Δεκέμβρη του ’45 πουλά τον σταυρό του πατέρα του που έφερε στον λαιμό, όπως όλοι οι γερμανοί στρατιώτες του Χίτλερ που ρήμαξαν την Ευρώπη, για δέκα τσιγάρα. Ο ανίερος αυτός πόλεμος με εκατόμβες νεκρούς κόστιζε 10 τσιγάρα.  

-Σας απασχολεί καθόλου το σημερινό παιχνίδι; Αυτό που παράγεται και καταναλώνεται στη σύγχρονη εποχή;

Κάθε εποχή έχει και τα δικά της παιχνίδια. Κάθε παιχνίδι έχει και το ρόλο του. Η εξέλιξη της τεχνολογίας δημιουργεί καινούρια παιχνίδια που προσαρμόζονται στις ανάγκες των παιδιών. Τις αξίες των σύγχρονων παιχνιδιών θα τις κρίνουμε στο μέλλον, όπως και τα παιχνίδια του παρελθόντος αξιολογούνται σήμερα. Για παράδειγμα, τέλος της δεκαετίας του ’60 απαγορεύθηκαν τα τσίγκινα παιχνίδια σαν επικίνδυνα. Σήμερα τα θεωρούμε πολύτιμα για την παιδική σκέψη μέσα από τα εκπληκτικά λιθόγραφα τους, την εξυπνάδα τους και γιατί όχι την ανθεκτικότητά τους. Μετά από χρόνια αλλάξανε σκέψη για τη διακίνησή τους γράφοντας στα κουτιά τους «Για συλλέκτες μόνο». Τα παιχνίδια όμως είναι για να παίζονται από παιδιά που παθιάζονται για αυτά και όχι για τα ράφια. 

-Ποιο θα θέλατε να είναι το μέλλον της συλλογής σας;

Τα Χανιά, η πόλη που γεννήθηκα, έχει ιστορία αιώνων. Τα μινωικά στρώματα που πάνω σε αυτά παίζαμε παιδιά σαν να μας κλείνουν το μάτι. Η ιστορία της πόλης μου γίνεται τροφός για τις μνήμες μου, τις αγωνίες μου, για τη χαρά που είχα παιδί διαβάζοντας τις διαβρωμένες πέτρες που ορθώνουν τα βενετσιάνικα τείχη από την αλμύρα της θάλασσας κάτω στο λιμάνι. Σε αυτή την πόλη οφείλω πολλά γιατί πήρα πολλά από παιδί και παίρνω ακόμα και σήμερα. Σε αυτή την πόλη θέλω να καταθέσω αυτό το υλικό για τα παιδιά, για τα αιώνια παιδιά. Θα ήθελα να δημιουργηθεί ένα διαδραστικό σχολείο με αφορμή το παιχνίδι. Τα παιδιά να γιορτάζουν κάθε φορά δημιουργώντας τους δικούς τους κόσμους και να διδάσκουν στους μεγάλους την αξιοπρέπεια της αθωότητας. 

Πληροφορίες έκθεσης
«O τόπος του κάποτε – Ήρωες στα σκουπίδια»

Διάρκεια:  11 Μαρτίου – 30 Ιουνίου 2023

Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων
Χάληδων 98-102
Τηλ: +30 28210 92294, +30 28210 92419
Ιστοσελίδα εδώ.
Facebook & Instagram: @MunicipalArtGalleryChania 

Ωράριο λειτουργίας:
Έως και 31 Απριλίου 2023: Τρίτη έως Σάββατο 10:00 -14:00 & 18:00-21:00 | Κυριακή: 10:00-14:00
Από 1η Μαΐου κι έπειτα: Δευτέρα έως Σάββατο 10:00-14:00 & 19:00-22:00 | Κυριακή κλειστά

Διαβάστε επίσης: 

Μιχάλης Μανουσάκης – «Ο τόπος του κάποτε – Ήρωες στα σκουπίδια»: Έκθεση στη Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων
Μιχάλης Μανουσάκης: Γεννηθείς εν Χανίοις 1953

x
Το CultureNow.gr χρησιμοποιεί cookies για την καλύτερη πλοήγηση στο site. Συμφωνώ