Η επιτυχημένη παράσταση του (Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος) ΚΘΒΕ «Σ’ εσάς που με ακούτε» θα παρουσιαστεί, σε συμπαραγωγή με τον πολιτιστικό οργανισμό «Λυκόφως», στην Αθήνα, στο Αμφι- Θέατρο Σπύρου Ευαγγελάτου. Το κοινό θα έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει το επίκαιρο και βαθιά πολιτικό κείμενο της Λούλας Αναγνωστάκη, σε μια πρωτότυπη σκηνοθεσία του Χρήστου Θεοδωρίδη.

Το CultureNow μίλησε με την ηθοποιό Μπέττυ Νικολέση, η οποία υποδύεται την «Έλσα» στην παράσταση.

***

-Το «Σ’ εσάς που με ακούτε» έρχεται επιτέλους Αθήνα! Πώς θα περιγράφατε την έως τώρα διαδρομή της παράστασης;

Συγκλονιστική! Και δεν αναφέρομαι μόνο στη διαδρομή της σε σχέση με το κοινό, που ανταποκρίθηκε από την πρώτη κιόλας εβδομάδα, αλλά και στη διαδρομή της μέσα σε εμάς, τους ηθοποιούς.

-Όταν ξεκινήσατε στη Θεσσαλονίκη, το ανέβασμα συνέπεσε με τις κινητοποιήσεις των ηθοποιών, στις οποίες κυριαρχούσε το σύνθημα «Σ’ εσάς που μας ακούτε». Κάπως σα να επεκτάθηκε αυτό το παιχνίδι ανάμεσα στον εξωτερικό κι εσωτερικό χώρο που στήνει η Αναγνωστάκη, με τα πανό της έναρξης να βγήκαν στους δρόμους. Θα θέλατε να μας πείτε περισσότερα για αυτό το στοιχείου του έργου;

Μα και στο έργο, ο έξω χώρος εισβάλλει στον μέσα, και πρακτικά και μεταφορικά. Και στην φοβερή συγκυρία με τις διαμαρτυρίες των ηθοποιών το ίδιο ακριβώς συνέβη. Είμαστε συγκοινωνούντα δοχεία, οι ανάγκες κ οι πράξεις μας, μας επηρεάζουν όλους, και σε προσωπικό και σε κοινωνικό επίπεδο. Και όλοι έχουμε ανάγκη να ακούστουμε, σήμερα περισσότερο από ποτέ… ιδίως οι χαμένοι της γης… πρέπει να ακούστουμε, να διεκδικήσουμε, να αλλάξουμε επιτέλους αυτόν τον κόσμο.

-Πώς θα περιγράφατε τη σκηνοθετική προσέγγιση του Χρήστου Θεοδωρίδη;

Εγώ μπορώ να μιλήσω για την προσέγγιση του Χρήστου από τη μεριά του ηθοποιού. Δεν μπορώ ν αποστασιοποιηθώ και να δω απ’ έξω την παράσταση. Πραγματικά, αν και κλεινω 35 χρόνια στο θέατρο, είναι σπάνιο να έχει κανείς την ευτυχία να δουλέψει έτσι με τους συναδέλφους και τον σκηνοθέτη του. Αυτό το κράμα πειθαρχίας κι ελευθερίας, ο τρόπος δουλειάς που σε βοηθάει να μπεις μέσα στο πετσί του ρόλου, κρατώντας τον πήχη ψηλά, σε ωριμάζει και σε ανακουφίζει σαν ηθοποιό και σαν άνθρωπο. Ο Χρήστος και η Ξένια κατάφεραν το μαζί, χωρίς να τσακίσουν την διαφορετικότητα, ίσα ίσα την ανέδειξαν. Αγαπηθήκαμε σ’ αυτή την παράσταση χωρίς ψευτoσυναισθηματισμούς, σαν πραγματική οικογένεια. Ως προς την αγάπη του και την ουσιαστική άποψη του για το έργο… ας μου συγχωρεθεί η ύβρις… νομίζω ότι το βελτίωσε.

Photo Credit: That Long Black Cloud

-Οι χαρακτήρες καταλήγουν πως: «στη συγκέντρωση που θα γίνει αύριο, πρέπει να μιλήσουμε όλοι». Από πού προκύπτει αυτή τους η ανάγκη; Τι κλίμα επικρατεί έξω από το σπίτι;

Έξω απ’ το σπίτι, η πόλη βράζει, γεμάτη από διαδηλώσεις, επεισόδια και βια, άνθρωποι απ’ όλον τον κόσμο καταφθάνουν ωστόσο για μια ειρηνική συγκέντρωση όπου στόχος είναι ν ακουστούν όλοι, με τα προβλήματα κ τα τραύματα τους. Ο Άγης τους προτρέπει να κάνουν πρόβα για αυτά που θα μοιραστούν στην συγκέντρωση με τους συνανθρώπους τους. Κι έτσι ξεκινάει η κατάθεση ψυχής του καθενός, που παρασέρνοντας ο ένας τον άλλον μιλάνε για τα προσωπικά τους θέματα, που όμως δεν είναι παρά τα αιώνια θέματα που απασχολούν τους ανθρώπους κ τις κοινωνίες. Μόνο που αυτή τη φορά δεν ακούμε τους ήρωες… αλλά τους χαμένους της γης, αυτούς που πάντα βρίσκονται στη λάθος πλευρά της ιστορίας, κι έτσι το ιδιωτικό γίνεται δημόσιο, γίνεται πολιτικό!

-Ποιος είναι ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα σε όλους τους ήρωες του έργου;

Η απελπισία, η ήττα, το τραύμα αλλά και η επιτακτική ανάγκη για έναν καλύτερο κόσμο, στα μέτρα του ανθρώπου με φροντίδα για τον άνθρωπο.

-Τι ξεχωρίζετε στην Έλσα;

Νομίζω ότι ίσως είναι το μοναδικό πρόσωπο και λόγω θέσης και λόγω ηλικίας που δεν έχει καμμία ελπίδα και το γνωρίζει βαθιά μέσα της. Ένα φαινομενικά σκληρό πλάσμα έτοιμο να σπάσει σε χίλια κομμάτια.

-Η Έλσα είναι ένας χαρακτήρας που αρχικά «δομείται» στη φαντασία των θεατών μέσα από τα λόγια της κόρης της. Πιστεύετε πως καταφέρνει να δώσει το δικό της στίγμα και να στηθεί ως αυθύπαρκτη ύπαρξη;

Εννοείται πως καταφέρνει να δομήσει την ύπαρξη της μέσα στην υπόθεση και φυσικά να μας δείξει κι ένα άλλο πρόσωπο απ’ αυτό που περιγράφεται από την κόρη της. Έχει κι αυτή τους λόγους της, για αυτά που έπραξε ή που δεν κατάφερε να πράξει. Και καταγράφει πολύ ηχηρά την διαδρομή της.

-Με την ερμηνεία σας ποιο χαρακτηριστικό της επιδιώκετε να τονίσετε;

Δεν μπορώ να ξεχωρίσω ένα χαρακτηριστικό γιατί νομίζω αν το έκανα θα ήταν μονοδιάστατη κι ελπίζω πως καταφέραμε να μην είναι. Όλοι οι ηθοποιοί έχουμε πολλά κοινά σαν άνθρωποι με τους ρόλους που ερμηνεύουμε. Νομίζω αυτό που προσπάθησα είναι να την δικαιολογήσω και να την συγχωρήσω.

-Θα θέλατε να μας σχολιάσετε το κλείσιμο της παράστασης και τη σύνδεση με το σήμερα;

Αισθάνομαι ότι από γραφής, αλλά και σκηνοθετικά η παράσταση δεν κλείνει… ακριβώς. Εννοώ ότι δεν απαντάει, ρωτάει…δεν δίνει λύσεις…αναγνωρίζει το πρόβλημα… μιλάει για αυτό χωρίς να σε κατευθύνει για το που θα βρεις τη λύση… μόνο μέσα σου και μαζί με τους άλλους…κατανοώντας κι αγαπώντας την διαφορετικότητα του καθενός.Είναι συγκλονιστικό το ότι ένα έργο που γράφτηκε το 2001, αντικατοπτρίζει απόλυτα αυτό που συμβαίνει γύρω μας το 2024, και πολύ φοβάμαι θα το κάνει και για τα επόμενα χρόνια που έρχονται. Και λέω φοβάμαι γιατί ζούμε σε πολύ σκοτεινούς και ταραγμένους καιρούς, όπου οι περισσότεροι, τουλάχιστον οι μη ευνοημένοι ψάχνουν αγωνιωδώς κάπου ν ακουμπήσουν, όλοι θέλουμε κάποιον να μας σώσει κ δεν ξέρουμε κατά που να κάνουμε. Άραγε είναι ένας ηγέτης; Πολύ αμφιβάλλω. Ένα πολιτικό σύστημα; Σίγουρα όχι το υπάρχον κραταιό! Είναι ανάγκη να κρατηθεί ζωντανή η ελπίδα κ να οραματιστουμε το μέλλον μας, ως ανθρωπότητα σήμερα περισσότερο από ποτέ… όσο είναι ακόμα καιρός ν ακούσουμε και ν ακούστουμε με ελευθερία κ σεβασμό στη διαφορετικότητα μας, που στη βάση της όμως είναι η ίδια κοινή μοίρα των χαμένων της γης.

-Τι σας έχει εντυπωθεί από τη μουσική της παράστασης;

Όλη η μουσική της παράστασης χτυπάει τις χορδές της ψυχής μου. Αλλά το Canzone del mal di luna, σε μουσική του Πιοβανι, πραγματικά με συγκλονίζει. Σε ελεύθερη μετάφραση μερικοί απ’ τους στίχους… «Λάμπεις κ φωτίζεις σαν φάρος καθώς μια βάρκα χάνεται στην τρικυμία…στο στήθος σου ένα πουλί ξεχειμωνιάζει…», συνδυαστικά με την θεία μουσική του Πιοβανι με γονατίζει.

-Υπάρχει κάποιος άλλος γυναικείος ρόλος από το σύμπαν της Αναγνωστάκη που θα θέλατε να ερμηνεύσετε στο μέλλον;

Θα σας φανεί ίσως περίεργο για ηθοποιό… αλλά ποτέ δεν λαχταρησα έναν συγκεκριμένο ρόλο… ίσως μόνο μια ηρωίδα του Τσέχωφ… αλλά κι αυτό συνέβη γιατί είδα μια συγκλονιστική ερμηνεία ενός άλλου ηθοποιού… θέλω να πω αυτό που λαχταρώ είναι η διαδικασία, η διαδρομή της προσέγγισης του ρόλου, της ταύτισης μαζί του. Μ αυτή την έννοια, οποιοδήποτε γυναικείο ρόλο και να μου έδιναν από το σύμπαν που γνώρισα με την βοήθεια του Χρήστου και της Ξένιας, θα τον έπαιζα ευχαρίστως. Το ταξίδι είναι που μετράει ίσως και περισσότερο από το τελικό αποτέλεσμα. Αν και να ομολογήσω κάτι… στη δική μας παράσταση έναν ρόλο ζήλεψα…του Ιβάν! Μόνο και μόνο για να ξεστομίσω αυτά τα λόγια..«Κανένα έλεος για μας, που για αιώνες ολόκληρους βασανισθηκαμε…συρθηκαμε σε άσκοπους πολέμους, σε επαναστάσεις, νικήσαμε κ νικηθηκαμε, εμείς οι ευσυγκινητοι άνθρωποι, οι άπληστοι για ζωή, εμείς οι αφυλακτοι αριστοκράτες της Ιστορίας…».

Κεντρική φωτογραφία θέματος – Photo Credit: Mike Rafail (That long black cloud)

Διαβάστε επίσης: 

Σ’ εσάς που με ακούτε, της Λούλας Αναγνωστάκη στο Αμφι- Θέατρο Σπύρου Ευαγγελάτου